Είναι δυνατόν δύο πρωθυπουργοί -ένας πρώην κι ένας νυν, του ιδίου κόμματος- να έχουν φτάσει σε τέτοιο συγκρουσιακό πεδίο και να εκτοξεύουν ο ένας για τον άλλον πρωτοφανείς κατηγορίες; Δεν έχει ξαναγίνει κάτι τέτοιο, ακόμα και στα άγρια χρόνια της Μεταπολίτευσης, ακόμα και μεταξύ σκληρών αντιπάλων ή και φανατικών εχθρών. Οι σημερινοί, Κυριάκος Μητσοτάκης και Αντώνης Σαμαράς, τους έχουν ξεπεράσει όλους...
Το πράγμα φαίνεται περίεργο δεδομένου ότι το παρελθόν δεν προϊδέαζε για κάτι τέτοιο. Ήταν ο Σαμαράς που έκανε υπουργό τον Μητσοτάκη, σπάζοντας την πολύχρονη έχθρα με την οικογένεια. Ήταν ο Μητσοτάκης που υπηρέτησε πιστά την υπό τον Σαμαρά «αντιμνημονιακή» ΝΔ: το 2010 καταψήφισε το πρώτο Μνημόνιο, σε αντίθεση με την Ντόρα Μπακογιάννη που το υπερψήφισε και διεγράφη. Και ήταν ο Σαμαράς που το 2016 υποστήριξε τον Κυριάκο στη μάχη για την ηγεσία της ΝΔ, την οποία και κέρδισε.Δεν έχει σημασία πλέον πώς αυτή η συμπόρευση έφτασε να γίνει σφοδρή σύγκρουση (τι προσδοκούσε ο Σαμαράς και δεν του έδωσε ο Μητσοτάκης, είναι χιλιοειπωμένα), αλλά το γεγονός ότι η βεντέτα έχει αναβιώσει. Για τον πρώην πρωθυπουργό είναι «συνηθισμένα πράγματα» (έκανε μεγάλη πολιτική καριέρα ως ούλτρα πατριώτης), ο νυν θα χρειαστεί την ευχή «καλά ξεμπερδέματα».
Το τελευταίο επεισόδιο στη σύγκρουση των δύο διεξήχθη τις τελευταίες μέρες στο συνέδριο του «Βήματος» για την εξωτερική πολιτική στη Μεταπολίτευση. Εκεί που ο Σαμαράς ξεδίπλωσε ξανά τον υπερπατριωτισμό του (αναμενόμενο). Που είπε ξανά «μειοδότη» υπουργό Εξωτερικών και ζήτησε την απόλυσή του. Που κοκορεύτηκε ότι «χαλάει τη σούπα του κατευνασμού» (της Τουρκίας) και άλλα εξόχως «πατριωτικά». Τα οποία, όμως, είναι παραπλανητικά.
Πρώτον, διότι αυτά που συμβαίνουν σήμερα στην εξωτερική μας πολιτική δεν είναι «πρωτοφανή», όπως θέλουν να τα παρουσιάσουν ο Σαμαράς και οι συμπορευόμενοι (σε αυτό) μαζί του.
Δεύτερον, διότι όλοι οι πρωθυπουργοί της Μεταπολίτευσης συνομιλούσαν με τους Τούρκους ομολόγους τους (και ο Σαμαράς με τον Ερντογάν) και έκαναν κινήσεις «κατευνασμού». Ο Καραμανλής (ο μακαρίτης) είχε πει στον Ντεμιρέλ ότι το Αιγαίο δεν είναι ελληνική λίμνη (σήμερα μπορεί να τον έλεγαν… ελαφρώς μειοδότη). Ο Ανδρέας Παπανδρέου πήγε στο Νταβός με τον Οζάλ λέγοντας «μη πόλεμος» και «το Κυπριακό στο ράφι». Ο Σημίτης έβαλε την Κύπρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς να λυθεί το πολιτικό πρόβλημα της Κύπρου (αδιανόητο μέχρι τότε). Και, έχοντας τη φρικτή εμπειρία των Ιμίων, φρόντισε να «σπρώξει» την Τουρκία προς την ευρωπαϊκή πορεία με απώτερη επιδίωξη κάποια λύση τη Χάγη. Αλλά και ο Κώστας Καραμανλής «κουμπαριά» με τον Ερντογάν έκανε.
Τρίτον, επειδή πολλή σπέκουλα γίνεται με το δικαίωμα των 12 μιλίων, ας παρατηρήσουμε δύο βασικές αλήθειες. Η πρώτη: ένα δικαίωμα υφίσταται όταν ασκείται. Όταν αφήνεται να ατονήσει και επί μακρόν δεν ασκείται, ουσιαστικά παύει να υφίσταται. Και η δεύτερη αλήθεια: γιατί ουδείς πρωθυπουργός το άσκησε μέχρι τώρα; Δεν είναι μόνο η απειλή πολέμου από την Τουρκία. Είναι και διότι αποκρούουν αυτήν την επέκταση οι ΗΠΑ και είναι αμφίβολο αν θα συμφωνούσε η Ρωσία.
Έτσι, όλα αυτά τα υπερ-πατριωτικά είναι παραπλανητικά και συνιστούν είδος «κατά συνθήκη ψευδών».
Ο Μητσοτάκης, πριν διαγράψει τον Σαμαρά, είχε μιλήσει για «πατριώτες της φακής» και είχε υιοθετήσει τη γνωστή ρήση «ο πατριωτισμός είναι το τελευταίο των απατεώνων». Όμως και ο ίδιος δεν είναι άμοιρος ευθυνών για την έξαρση αυτού του είδους «πατριωτισμού», η οποία σήμερα έχει στόχο τον ίδιο. Διότι τον χρησιμοποίησε και ο ίδιος στο πρόσφατο παρελθόν. Τότε που, ως αρχηγός της αντιπολίτευσης, κατάγγειλε τη Συμφωνία των Πρεσπών ως αντι-πατριωτική κι ας γνώριζε ότι έλυνε το πρόβλημα επωφελώς για την Ελλάδα. Αλλιώς, αν είναι «επιζήμια», γιατί την εφαρμόζει εδώ και πέντε χρόνια ως πρωθυπουργός;
Η στάση του αυτή είναι το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα χρησιμοποίησης της εξωτερικής πολιτικής για «εσωτερική κατανάλωση», όπως είπε προχτές ο ίδιος υπενθυμίζοντας τον παλιό αντιαμερικανισμό του ΠΑΣΟΚ. Και ο ίδιος για εσωτερική κατανάλωση το έκανε. Τους «μακεδονομάχους» χάιδευε, τις ψήφους τους ήθελε.
Και ο Μητσοτάκης γνώριζε ότι και τα δικά του «πατριωτικά» εκείνης της εποχής «κατά συνθήκη ψεύδη» ήταν.
Πρωθυπουργός πια, σωστά κάνει σήμερα που συνεχίζει αυτό που έκαναν όλοι οι προκάτοχοί του, δηλαδή την επιδίωξη «ήρεμων νερών» με την Τουρκία. Ουδείς λογικός άνθρωπος μπορεί να λέει «όχι» στο αυτονόητο. Και σωστά αποκρούει τον υπερπατριωτισμό, τον «σαμαρικό» και άλλων, ως μέσο άσκησης υπεύθυνης πολιτικής.
Αλλά ενδέχεται να πληρώσει κάποιο κόστος. Διότι και αυτός το ίδιο έκανε στο παρελθόν. Και ως «αντιμνημονιακός» βουλευτής (2010) και ως «μακεδονομάχος» αρχηγός (2018).
Σήμερα, ως πρωθυπουργός πια, παθαίνει αυτό που τόσο εύστοχα αποτυπώνει η λαϊκή ρήση: «Όποιος κατουράει στη θάλασσα το βρίσκει στο αλάτι»…
Γιώργος Καρελιάς - NEWS 24/7
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου