20.10.24

«Εγώ τους τρέφω και τους ντύνω»...



Η πρώτη ήταν χειροκίνητη. Εβαζαν μάλιστα και αγγελίες: «Ζητείται βοηθός χειριστή χειροκίνητης σκούπας. Πρότερη εμπειρία δεν είναι απαραίτητη»... Οσοι τη διάβαζαν, γελούσαν. Τι βοηθός χρειάζεται για να βγάλει κάποιος μία σκούπα και να σκουπίσει; Με τα χέρια του το κάνει. Ο βοηθός τι; Θα του κρατάει το φαράσι; Μην τα πολυλογούμε, το αποτέλεσμα ήταν στο γραφείο κάποιου κυρίου ΜακΓκάφεϊ, σκοτσέζικης καταγωγής πάππου προς πάππο, κάπου στις ΗΠΑ, κάπου γύρω στο 1860, να φτάσουν χιλιάδες γράμματα. Φάνταζε, βλέπεις, ως η πιο εύκολη δουλειά του κόσμου! Κάτι σαν το «βοηθός χειριστή αυτόματης τέντας», αλλά αυτός ο τίτλος ανήκει δικαιωματικά στον πρώην δήμαρχο Αθηναίων, τον καλύτερο δήμαρχο μετά τη μαμά του και τον χειρότερο μέλλοντα πρωθυπουργό μετά τον θείο του.

Σκέτος γκάφεϊ ένιωσε ο ΜακΓκάφεϊ, που είδε κι έπαθε να εξηγεί σε χιλιάδες λιμάρηδες πως λέγοντας «χειροκίνητη σκούπα» δεν εννοούσε τη γνωστή σαρώστρα, αλλά τον πρόγονο της σημερινής ηλεκτρικής σκούπας. Για να λειτουργήσει η πατέντα του Σκοτσέζου πάππου προς πάππο, χρειάζονταν δύο: ένας να σέρνει τον σωλήνα που ρούφαγε και ένας να γυρνάει μια μανιβέλα, ώστε να ρουφάει ο σωλήνας. Ολο αυτό το διόλου εύχρηστο αντικείμενο κόστιζε 25 δολάρια, τουτέστιν του πανακρίβου για την εποχή.

Με το γύρισμα του αιώνα, ο Βρετανός μηχανικός Χούμπερτ Σέσιλ Μπουθ παρουσίασε τη δική του, πετρελαιοκίνητη αυτή τη φορά, σκούπα. Τόσο μεγάλη ήταν, που χρειαζόταν άμαξα για να μετακινηθεί. Κάτι τα άλογα που τσίναγαν, κάτι ο θόρυβος που ξεσήκωνε τη γειτονιά, αναγκάστηκε ο Μπουθ να την κάνει πιο ελαφριά, άρα και πιο ακριβή – πάει κι αυτός. Ταυτόχρονα στις ΗΠΑ, ένας Σπένγκλερ αυτή τη φορά πήρε έναν ανεμιστήρα, ένα κουτί και μια μαξιλαροθήκη, έβαλε και μία βούρτσα που περιστρεφόταν και έφτιαξε την πρώτη πραγματικά ηλεκτρική σκούπα. Ενας ξάδερφός του είδε τι έκανε ο εν λόγω, αγόρασε την πατέντα για ψίχουλα (και καλά «Ελα, βρε ξάδερφε, πόσα θέλεις για μια μαξιλαροθήκη με μια βούρτσα κολλημένη;») και τίναξε την μπάνκα, καθώς η νέα σκούπα ζύγιζε μόλις 18 κιλά κι έκανε δουλειά. Αυτός ο ξάδερφος λεγόταν W. H. Hoover.

Την ίδια εποχή, στην Ουάσιγκτον, ένας άλλος Χούβερ, νεαρός και κάπως χάλια, αναγκαζόταν να βγει στο μεροκάματο, σχεδόν παιδί ακόμη, καθώς ο λιθογράφος πατέρας του έπαθε νευρικό κλονισμό, τα νεύρα του τσατάλια όμως, και μπήκε σε άσυλο. Ο J. E. Hoover είχε γίνει έξαλλος, καθώς δεν άντεχε να είναι «ο γιος του τρελού» κι έτσι επέλεξε να μείνει στην ιστορία ως «ο γιος του διαβόλου». Με σκούπες ασχολήθηκε και ο εν δευτέρω λόγω. Αστυνομικές. Ο Τζέι Εντγκαρ Χούβερ έγινε ο μακροβιότερος διευθυντής του FBI έως το 1972, όταν και πέθανε και ησύχασε ο Νίξον, που ούτε να τον βλέπει δεν ήθελε. Πολλά έκανε ο Τζέι Εντγκαρ. Πολλά και εγκληματικά. Ολους φακελωμένους τους είχε, από πολιτικούς μέχρι καλλιτέχνες, και φυσικά μισούσε τους μαύρους, τους αριστερούς και τους ομοφυλόφιλους, αν και ήταν και ο ίδιος – όχι μαύρος, ούτε αριστερός, αλλά κρυφογκέι.

Μια ζωή παρέα με τον συνεργάτη του Κλάιντ Τόλσον ήταν και μάλιστα πλέον υπάρχουν στοιχεία πως βίαζε ακόμη και ανήλικους κρατούμενούς του, που ως διά μαγείας εξαφανίζονταν. Σαν πέθανε, ο γενικός εισαγγελέας που μελέτησε τα αρχεία του είπε: «Ο Τζέι Εντγκαρ Χούβερ ήταν σαν υπόνομος που μάζευε βρομιά». Σαν υπόνομος – ούτε καν σαν σκούπα. Αν και αυτό έκανε: «σκούπιζε» όποιον θεωρούσε ο ίδιος σκουπίδι. Οσο για το οργανωμένο έγκλημα, ιστορική είναι η ατάκα του Αλ Καπόνε σαν τον έπιασε για φοροδιαφυγή: «Διεφθαρμένοι είναι οι δικαστές και οι πολιτικοί και το σύστημα που τους συντηρεί. Το ξέρω γιατί εγώ τους τρέφω και τους ντύνω».

Προχθές, ο υπουργός ΠΡΟΠΟ ανακοίνωσε τη δημιουργία του δικού μας FBI. Πριν από την ανακοίνωση, όλα τα ονόματα όσων θα το στελεχώσουν βγήκαν στα «Νέα» (του Μαρινάκη – εντελώς τυχαία), αλλά αυτό δεν πτόησε τον υπουργό, που έχει ήδη βάλει τη σκούπα στην πρίζα. Ανασκουποπριζώθηκε και ποιος τον πιάνει!

Μία ερώτηση μόνο: Αλήθεια, ποιος τρέφει και ντύνει τον δικό μας Χούβερ, Μιχάλη Χρυσοχοΐδη;

Νόρα Ράλλη

efsyn.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: