Ηταν σχεδόν «τάμα». Στο στόλισμα του Επιταφίου τη Μεγάλη Πέμπτη μαζευόταν όλη η νεολαία. Φοιτήτριες και φοιτητές, μαθήτριες και μαθητές αυτοσχεδίαζαν με λουλούδια και χρωματικά επινοήματα. Κνίτες, Ρηγάδες, Πασπίτες, Εκκετζίδες, Μουλούδες, Φρικιά. Ένα παιχνίδι έντονων συναντήσεων, ένα παιχνίδι κρυμμένων... επιθυμιών μέσα από το εθιμικό κέλυφος. Τη μέρα της Λαμπρής, την Κυριακή της Ανάστασης, όλοι ανέβαιναν στο βουνό, ο καθένας στην πλαγιά του. Οι ναυτικοί έστελναν χρήματα, «Αμερικάνοι», «Αυστραλοί», «Γερμανοί» μετανάστες του ’50 ολόκληρο τον χρόνο έστελναν χρήματα σε μυστηριώδεις λογαριασμούς που «πάχαιναν» τους δυναμίτες και τις αυτοσχέδια γεμισμένες οβίδες. Το βουνό τυλιγόταν στους καπνούς από τις εκρήξεις. Οι οβίδες της Αγίας Παρασκευής έπρεπε να υποσκελίζουν τον αριθμό των οβίδων του Αγίου Αντωνίου. Η κάθε ενορία από τις πέντε, οι «κομμουνιστές», οι «Κινέζοι», οι «ανανεωτικοί», οι «δεξιοί», οι «πασόκοι», οι «ανεκδήλωτοι» της κάθε ενορίας έπρεπε να νικήσουν τους συντρόφους τους των άλλων ενοριών. Η χριστιανική γιορτή μετασχηματιζόταν σε κοσμική γιορτή, σε ερωτική γιορτή, σε πατριδογνωσία και νόστο. Ξαναγυρνούσαν οι 90χρονοι μετανάστες στην πατρίδα με τον νου τους. Μέσα από τη θρηνητική εκκλησιαστική ποίηση (έστω και με κακόφωνους ερμηνευτές) επικρατούσε η ευωχία, η χαρούμενη αμαρτία των ανθρώπων που συνομιλούσαν με τις τζούφιες οβίδες. «Επέστρεφαν» στον τόπο τους μέσα σε μια γενική, ευρεία, αφηρημένη αγάπη (σε μερικούς βέβαια γινόταν συγκεκριμένη η αγάπη αφού ο έρωτας τους καθήλωνε).
Υπάρχει ένα «κόλλημα» της Αριστεράς με τη θρησκεία. Πολλοί από τον χώρο θεωρούν τη θρησκεία ταυτόσημη με τη θρησκοληψία και την τελευταία με την πονηρία ή ακόμα και με την πολιτική αγυρτεία. Η πρωτογενής εκδοχή της χριστιανικής γιορτής, η λαϊκή πρόσληψή της, η αγάπη (ή η επιθυμία) που περικλείεται σε πολλά κείμενα δεν λαμβάνονται υπόψη από τμήματα της Αριστεράς.
Στα παιδικά μου χρόνια ήταν υποχρεωτικός ο εκκλησιασμός. Ορθοστασία μεν, αλλά εκτός από τις πλάκες με τους ψάλτες (και τους επιτρόπους), οι μαθητές από τις 10 το πρωί της Κυριακής και μετά έπαιζαν απενοχοποιημένα μπάλα, τα κορίτσια έτρεχαν με τα ποδήλατα. Πήγαινες στο γήπεδο και, απαλλαγμένος από ενοχές γιατί δεν διάβασες, έπαιζες σε όλες τις θέσεις. Κανείς δεν θα σε μεμφόταν αν ξεσκιζόσουν ως «μπακότερμα». Έχεις κάνει το καθήκον σου, δικαιούσαι να παίξεις. Ο εκκλησιασμός γινόταν έτσι προστάδιο μιας ελευθερίας, από καταναγκασμός που λογιζόταν.
Η Αριστερά πάσχει από αντικληρικαλισμό. Λογικό. Πολλοί λειτουργοί της Εκκλησίας έπαιξαν αρνητικό ή όχι παρηγορητικό ρόλο στις δυσκολότερες στιγμές των αριστερών. «Να του πεις να υπογράψει, έχει οικογένεια» ήταν η προτροπή του ιερέα της ενορίας. Όταν την ίδια περίοδο ανθρωπιστικές οργανώσεις και άγνωστοι άνθρωποι (Ελβετοί, Ολλανδοί, Σουηδοί κ.λπ.) βοηθούσαν οικονομικά με εμβάσματα τις άπορες οικογένειες των πολιτικών κρατουμένων. Η Αριστερά κάνει σάντουιτς τους χαμηλού επιπέδου λειτουργούς με το μεγάλο πολιτιστικό αποθησαύρισμα της ορθόδοξης παράδοσης. Τη ζωγραφική, την αρχιτεκτονική, κυρίως την ποίηση. Μορφές τέχνης που συντίθενται ακόμα και στη φτωχή λαϊκή τους εκδοχή με τη μεγάλη ζωγραφική, την ποίηση και την αρχιτεκτονική της Αναγέννησης, του Μανιερισμού, του Μπαρόκ, του Νεοκλασικισμού κ.λπ., και που με αυτή την αλληλενέργεια θεμελιώνονται και οι αναγνώσεις των άλλων θεωρησιακών σφαιρών. Μέσα από τα έργα τέχνης όλες οι μεταφυσικές κατασκευές, οι παρηγορητικές θρησκευτικές επινοήσεις γίνονται ευφρόσυνο πνευματικό κτήμα. Συλλογικό απόκτημα.
Δημητρης Σεβαστακης
Η ΑΥΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου