Πραγματική αύξηση 32 ευρώ τον μήνα θα έχουν σχεδόν 570.000 εργαζόμενοι που αμείβονται με τις κατώτατες αποδοχές, όπως προκύπτει μετά την ανακοίνωση του πρωθυπουργού ότι ο κατώτατος μισθός θα διαμορφωθεί στα 830 ευρώ από τη Δευτέρα 1η Απριλίου...
Το ποσοστό αύξησης αγγίζει το 6,5%, με αποτέλεσμα ο κατώτατος μισθός από τα 780 ευρώ μεικτά να φτάσει τα 830 ευρώ και η μηνιαία αύξηση των 50 ευρώ σημαίνει ότι ο εργαζόμενος θα βάλει καθαρά στην τσέπη του 39 ευρώ. Ωστόσο, ούτε κι αυτά τα χρήματα θα παραμείνουν στο σύνολό τους καθαρά, καθώς ο φόρος για εργαζόμενο χωρίς οικογενειακές υποχρεώσεις θα αυξηθεί, από 69 ευρώ τον χρόνο, στα 80 ευρώ. Με άλλα λόγια, η εφορία θα κρατήσει τις αυξήσεις 2 μηνών και από τα 468 ευρώ (καθαρή αύξηση για 12 μήνες) οι αυξήσεις σε ετήσια βάση φτάνουν σωρευτικά τα 388 ευρώ. Έτσι, η αύξηση των 50 ευρώ τον μήνα που ανακοίνωσε την Παρασκευή ο πρωθυπουργός πέφτει στα 32 ευρώ.
Πληθωρισμός και ακρίβεια
«Μιλάμε για μια αύξηση 50 ευρώ σε ένα ποσό που θα συμπαρασύρει προς τα πάνω τριετίες και πολλά επιδόματα τα οποία συνδέονται με τον κατώτατο μισθό» υποστήριξε την Παρασκευή ο πρωθυπουργός, ενώ προχώρησε σε σύγκριση με το 2019, κάνοντας λόγο για σωρευτική ποσοστιαία αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 27%. Απέφυγε ωστόσο να προχωρήσει σε αντίστοιχες συγκρίσεις με την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων με τις κατώτατες αποδοχές. Ειδικότερα, από το 2021 η ξέφρενη άνοδος του πληθωρισμού που τροφοδότησε ένα πρωτόγνωρο σπιράλ ακρίβειας και αισχροκέρδειας σε βασικά αγαθά είχε ως αποτέλεσμα τη δραματική μείωση της αγοραστικής δύναμης κυρίως των εργαζόμενων με χαμηλές αποδοχές, οι οποίοι κατά περιόδους είδαν μείωση των πραγματικών αποδοχών τους ακόμα και 40%.
Η νέα αύξηση του κατώτατου μισθού καλύπτει τον πληθωρισμό και ένα πολύ μικρό μέρος της παραγωγικότητας, αλλά δεν αναπληρώνει τις απώλειες που είχαν οι εργαζόμενοι την τελευταία διετία, και αυτό παρά την επαναφορά των τριετιών που μέχρι σήμερα αφορά μόλις 50.000 εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα οι οποίοι μπήκαν στην αγορά εργασίας μετά το 2012.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπενθύμισε πως όταν ανέλαβε το 2019, ο κατώτατος μισθός ήταν 650 ευρώ και έχει παρουσιάσει ουσιαστικά μια άνοδο του 27%.
«Παρά τις δυσκολίες, παραμένουμε απολύτως προσηλωμένοι στη μάχη της καθημερινότητας σε δύο πρωτίστως μέτωπα: υψώνουμε αναχώματα στις ανατιμήσεις και έχουμε ήδη θετικά αποτελέσματα, και βέβαια στηρίζουμε το εισόδημα με μόνιμες αυξήσεις, στηρίζοντας κυρίως τους πιο αδύναμους, και σε αυτό το σημείο συναντιέται και η οικονομική μας πολιτική με τις κοινωνικές μας προτεραιότητες: αυξάνουμε τον δημόσιο πλούτο ώστε σε αυτόν να έχουν μερίδιο όλοι» υποστήριξε.
Στα τάρταρα η αγοραστική δύναμη
Οι χαμηλοί μισθοί παραμένουν κάτω από το όριο της φτώχειας, η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων βρίσκεται στα τάρταρα, σημειώνει σε ανακοίνωσή της η ΓΣΕΕ. Σχολιάζοντας την αύξηση που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός, τόνισε ότι είναι αναντίστοιχη των αναγκών, υπενθυμίζοντας την πρωτιά των επιχειρηματικών κερδών την ώρα που οι μισθοί στη χώρα μας βρίσκονται στην προτελευταία θέση της Ευρώπης.
«Την ώρα που η ακρίβεια έχει γίνει θηλιά στον λαιμό των εργαζομένων, με τον πληθωρισμό να έχει εξαντλήσει τα εισοδήματά τους και την αγοραστική τους δύναμη να βρίσκεται στα τάρταρα, την ώρα που η ΓΣΕΕ έχει τεκμηριωμένα καταθέσει πρόταση για αύξηση στο 60% του διάμεσου μισθού που είναι το κατώφλι της φτώχειας συν την αύξηση της παραγωγικότητας και τον εκτιμώμενο πληθωρισμό, την ώρα που η Ελλάδα είναι πρώτη στη συμμετοχή των επιχειρηματικών κερδών στο εθνικό εισόδημα αλλά προτελευταία στους μισθούς των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα, η κυβέρνηση ανακοινώνει κατώτατο μισθό αναντίστοιχο των αναγκών των εργαζομένων. Αυξήσεις που σε καμία περίπτωση δεν διασφαλίζουν συνθήκες στις οποίες ένας εργαζόμενος που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό δεν θα βρίσκεται κάτω από το κατώφλι της φτώχειας και θα έχει ένα αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο» σημειώνει η ΓΣΕΕ.
Υπενθυμίζει, τέλος, την 24ωρη γενική γπεργία που έχει κηρύξει για τις 17 Απριλίου σημειώνοντας: Δεν ζητάμε ενίσχυση από τον κρατικό προϋπολογισμό, ζητάμε αυξήσεις από τους εργοδότες μας για την αντιμετώπιση της ακρίβειας, ζητάμε πίσω τα εργαλεία συλλογικής διαπραγμάτευσης μέσω της επαναφοράς του θεσμικού πλαισίου των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας.
Η ΑΥΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου