Η αξία αυτών των χρηματιστηριακών κινήσεων έχει τριπλασιαστεί παγκοσμίως μέσα σε μια δεκαετία αγγίζοντας στα τέλη του 2022 το ποσό-ρεκόρ του 1,4 τρισ. δολαρίων, αποφέροντας γρήγορα και τεράστια κέρδη σε επενδυτικές τράπεζες, εταιρείες private equity, hedge funds και διοικήσεις επιχειρήσεων...
Οι αυξανόμενες μαζικές απολύσεις από μεγάλες και κερδοφόρες εταιρείες της υφηλίου τους τελευταίους μήνες ερμηνεύονται από αρκετούς «ειδικούς» ως το τίμημα της τεχνολογικής προόδου, της μετάβασης στη νέα οικονομία της γνώσης, της εδραίωσης των ψηφιακών εφαρμογών και της επέκτασης της χρήσης τεχνητής νοημοσύνης στο οικονομικό γίγνεσθαι. Ωστόσο αυτή είναι η μία πλευρά του νομίσματος. Εργαζόμενους δεν απολύουν μόνο η βαριά βιομηχανία, οι τράπεζες ή το λιανικό εμπόριο αλλά και ο τομέας αιχμής, οι εταιρείες υψηλής τεχνολογίας. Πέρυσι, χρονιά κατά την οποία οι ΗΠΑ κατέγραψαν ιστορικά χαμηλή ανεργία, αύξηση μισθών και μείωση του πληθωρισμού, περίπου 262.000 εργαζόμενοι στον κλάδο της υψηλής τεχνολογίας έχασαν τη δουλειά τους, ενώ ακόμη 24.500 προστέθηκαν σε αυτούς τον προηγούμενο μήνα.
Οι απολύσεις αυτές υλοποιούνται δε σε μια περίοδο κατά την οποία οι εταιρείες τού εν λόγω κλάδου συνεχίζουν να καταγράφουν κέρδη και αποτιμήσεις-ρεκόρ.
Η παραπάνω ερμηνεία της αναπόφευκτης ανόδου της ανεργίας λόγω της τεχνολογικής μετάβασης -που προβλήθηκε ευρέως την τελευταία διετία από διεθνείς οργανισμούς όπως το ΔΝΤ και οικονομικά φόρουμ όπως το Νταβός- κατά συνέπεια φαίνεται να πάσχει.
Αντίθετα αυτό που διαφαίνεται όλο και πιο ξεκάθαρα είναι ότι η «νέα οικονομία υψηλής τεχνολογίας» λειτουργεί και αυτή βάσει μιας μακροχρόνιας αξίας του χρηματιστικού κεφαλαίου, της απροκάλυπτης απληστίας. Και οι μαζικές απολύσεις προκαλούνται από αυτή την απληστία.
Η «μηχανή» είναι λίγο-πολύ γνωστή και λέγεται επαναγορές μετοχών, μια πρακτική που ώς το 1982 ήταν απαγορευμένη στις ΗΠΑ καθώς θεωρούνταν καραμπινάτη χειραγώγηση της αγοράς. Η νομιμοποίησή της αποτέλεσε επί της ουσίας την άδεια λεηλασίας μυριάδων υγιών επιχειρήσεων από το χρηματιστικό κεφάλαιο. Επέτρεψε εταιρικά κέρδη που θα μπορούσαν να δαπανηθούν για την έρευνα, την ανάπτυξη, την ασφάλεια, τη διασφάλιση θέσεων εργασίας, τις αμοιβές των εργαζομένων, να χρησιμοποιηθούν για τον πλουτισμό των μετόχων-επενδυτών και των διοικήσεων των εταιρειών.
Με βάση τα στοιχεία του Ακαδημαϊκού-Βιομηχανικού Δικτύου Ερευνας (theAIRNet) εκτιμάται ότι περίπου το 70% όλων των εταιρικών κερδών στις ΗΠΑ κατευθύνεται σήμερα για επαναγορές μετοχών, έναντι μόλις 2% το 1982.
Απώτερος στόχος της πρακτικής, η υψηλότερη αποτίμηση. Με μοναδικό τους σκοπό την ταχύτερη και όσο το δυνατόν υψηλότερη απόδοση των κεφαλαίων που έχουν επενδύσει, οι επικεφαλής των επενδυτικών τραπεζών, των hedge funds, των εταιρειών ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων και λοιπών εταιρειών του χρηματοπιστωτικού τομέα πιέζουν τις εταιρείες στις οποίες κατέχουν πλειοψηφικά πακέτα να μπουν στο χρηματιστήριο (αν δεν είναι ήδη εισηγμένες) και να επαναγοράσουν τις μετοχές τους.
Η επαναγορά μετοχών προκαλεί την άμεση άνοδο των τιμών των μετοχών τους καθώς τα προσδοκώμενα μελλοντικά κέρδη κατανέμονται πλέον σε μικρότερο αριθμό μετοχών. Οι αυξανόμενες τιμές των μετοχών μεταφέρουν έτσι τεράστια ποσά εταιρικού πλούτου στους μεγαλομετόχους επενδυτές και στα κορυφαία στελέχη της εταιρείας, τα οποία αμείβονται κυρίως με δικαιώματα προαίρεσης αγοράς μετοχών (options), σε πολύ χαμηλότερη από την τιμή τους στο χρηματιστήριο.
Για να πληρώσουν για αυτές τις επαναγορές μετοχών που ωφελούν αποκλειστικά τους μετόχους, οι εισηγμένες εταιρείες μειώνουν το κόστος, συνήθως μέσω μαζικών απολύσεων. Ολες οι μεγάλες εταιρείες υψηλής τεχνολογίας, συμπεριλαμβανομένων των Google, Apple, Facebook και Microsoft, τιμούν αυτή την πρακτική εδώ και χρόνια, ενώ στο «σπορ» επιδίδονται και άλλες εταιρείες από τη μεταποίηση, το λιανικό εμπόριο, τον τραπεζικό τομέα, τους τομείς των φαρμάκων και των υπηρεσιών, την ενέργεια. Παγκοσμίως ισοδυναμεί πλέον με το 94% του συνόλου των μερισμάτων που διανέμουν οι επιχειρήσεις - από το 52% το 2012.
Στη διάρκεια αυτής της δεκαετίας σχεδόν κάθε χώρα και οικονομικός τομέας επιδόθηκαν σε επαναγορές μετοχών. Το μεγαλύτερο άλμα σημειώθηκε το 2018 και προκλήθηκε από τις αμερικανικές εταιρείες υψηλής τεχνολογίας που αύξησαν ραγδαία τα προγράμματα επαναγοράς των μετοχών τους. Κολοσσοί του τομέα, όπως η Meta (Facebook) και η Alphabet (Google), είναι από τους μεγαλύτερους αγοραστές και δεν πληρώνουν μέρισμα. Το 2022 η παγκόσμια αξία των επαναγορών μετοχών τού εν λόγω τομέα ήταν 8 φορές μεγαλύτερη από τα μερίσματα που καταβλήθηκαν.
Ενας από τους μεγαλύτερους αγοραστές ήταν η Αpple που επαναγόρασε μετοχές της αξίας 89 δισ. δολαρίων, σχεδόν το 7% του παγκόσμιου συνόλου. Από τους 10 μεγαλύτερους αγοραστές ιδίων μετοχών (υπεύθυνοι για το 25% του συνόλου παγκοσμίως) μόνο μία δεν ήταν αμερικανική εταιρεία, η ολλανδοβρετανική πετρελαϊκή Shell.
Η τάση αυτή συνεχίστηκε με αμείωτο ρυθμό και στη διάρκεια του 2023, με τις επαναγορές μετοχών από τις 500 μεγαλύτερες επιχειρήσεις των ΗΠΑ να αγγίζουν στο τρίτο τρίμηνο τα 185,6 δισ δολάρια, 6,1% υψηλότερα από τις αγορές του προηγούμενου τριμήνου.
Παγκόσμιος πρωταθλητής η Boeing
AP Photo
Στις 5 Ιανουαρίου, 187 άνθρωποι γλίτωσαν από θαύμα τον θάνατο όταν ταξιδεύοντας με ένα αεροσκάφος Boeing 737 Max 9 των Alaska Airlines από το Πόρτλαντ του Ορεγκον στο Οντάριο της Καλιφόρνιας είδαν την πόρτα εξόδου κινδύνου να αποκολλάται αφήνοντας πίσω της στην άτρακτο μια τεράστια τρύπα. Οι έρευνες που ακολούθησαν τις επόμενες ημέρες διαπίστωσαν παραλείψεις και λάθη στην παραγωγή του αεροσκάφους που ευτυχώς δεν είχαν αποτέλεσμα ένα δυστύχημα ανάλογο αυτών του 2018 και του 2019 τα οποία έστειλαν στον τάφο 346 ανθρώπους.
To τραγικό συμβάν δεν είναι άμοιρο της επιλογής του αμερικανικού κολοσσού αεροναυπηγικής να γεμίσει με περισσότερο πλούτο τις τσέπες των μεγαλομετόχων και των στελεχών του, αντί να επανεπενδύσει περισσότερο στα προϊόντα του.
Μεγάλο μέρος του μετοχικού κεφαλαίου της Boeing ανήκει σε μεγάλες επενδυτικές εταιρείες οι οποίες απαιτούν επαναγορά των μετοχών. Οταν η Boeing κάνει επαναγορές (επτά από το 2013), η τιμή της μετοχής της ανεβαίνει και αυτός είναι ο πιο γρήγορος και εύκολος τρόπος για να μεταβιβαστούν μεγάλες ποσότητες χρήματος στα ταμεία των επενδυτικών εταιρειών.
Η Boeing είναι εδώ και χρόνια παγκόσμιος πρωταθλητής στις επαναγορές μετοχών. Μεταξύ 1998 και 2018, προέβη σε επαναγορές ύψους 61 δισ. δολαρίων που ισοδυναμούν στο 81,8% των κερδών της. Αν σε αυτές προστεθούν και τα μερίσματα, οι μέτοχοι της Boeing έχουν εισπράξει ούτε λίγο ούτε πολύ ποσό που αντιστοιχεί με το 121% των κερδών της.
Η εύρεση των κεφαλαίων για τις εν λόγω επαναγορές μετοχών οδηγεί αναπόφευκτα και σε μείωση του κόστους. Τις περισσότερες φορές, η πρώτη κίνηση είναι οι μαζικές απολύσεις, ενώ άλλες πιο λεπτές στρατηγικές περιλαμβάνουν περικοπές στην προληπτική συντήρηση και στους περιβαλλοντικούς ελέγχους, εξωτερική ανάθεση εργασίας σε εταιρείες με χαμηλότερους μισθούς, ελαχιστοποίηση των μέτρων προστασίας της υγείας και της ασφάλειας, υποχρηματοδότηση του ποιοτικού ελέγχου. Τόσο η Boeing όσο και ο υπεργολάβος της Sprit AeroSystems, που ανέθεσε υπεργολαβικά την ελαττωματική παραγωγή βυσμάτων πόρτας σε άλλη εταιρεία στη Μαλαισία, ερευνώνται σήμερα από τις αρχές.
Η Boeing, που σήμερα αντιμετωπίζει την απαξίωση των αεροσκαφών της, θα μπορούσε να έχει δημιουργήσει ένα εντελώς νέο αεροπλάνο από το μηδέν με πλήρως σύγχρονη τεχνολογία. Αντ' αυτού, αποφάσισε να επανασχεδιάσει παλαιότερο μοντέλο, να το ονομάσει 737 Max και να εξοικονομήσει 7 δισ. δολάρια.
Το πιθανότερο είναι ότι αυτά τα χρήματα πήγαν για εξαγορές μετοχών για να καταλήξουν τελικά στους μετόχους.
Μπάμπης Μιχάλης
efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου