13.12.23

Ποιοι και πώς μιλούν...



Ενα πολιτικό οξύμωρο μοιάζει να επιμένει στην Ελλάδα. Μια μη δημοφιλής κυβέρνηση κατορθώνει, σύμφωνα με τις συνεχιζόμενες δημοσκοπήσεις, να μένει ακλόνητη με διαφορά από τους αντιπάλους της. Το ζήτημα των υποκλοπών, το δράμα των Τεμπών και το θέμα των αδιαβάθμιστων πτυχίων των θεατρικών σχολών ήταν μεταξύ άλλων αυτά που γέννησαν λίγο πριν από την αναμέτρηση του 2023 έντονες αντιδράσεις, οι οποίες όμως δεν καταγράφηκαν στο εκλογικό αποτέλεσμα...

Μετά τις πυρκαγιές και τις πλημμύρες, η τιμή του λαδιού μαζί με όλες τις άλλες, τα «κόκκινα» δάνεια, η άνοδος του πληθωρισμού, οι επιδοματικές πολιτικές, οι υποτιμητικές «αυξήσεις» μιλούν εύγλωττα για το αδιέξοδο ζωής του λεγόμενου «μέσου Ελληνα», δηλαδή όλων ημών πλην ελαχίστων. Ωστόσο διεθνείς οίκοι δίνουν στην κυβέρνηση τη δυνατότητα να υπερηφανεύεται ότι η Ελλάδα, απαλλαγμένη από το πολιτικό και το οικονομικό βάρος των δανείων, πορεύεται προς ένα φωτεινό μέλλον. Ενώ ο κύριος Ερντογάν, που μας επισκέφτηκε, αναχώρησε -εξασφαλίζοντας, με ανύπαρκτα ανταλλάγματα, εύσημα από τον «διεθνή» και πάλι «παράγοντα». Κάπως έτσι ο πρωθυπουργός παραμένει «ο πιο κατάλληλος» για την πλειοψηφία των ερωτώμενων, που ωστόσο δεν εγκρίνουν το κυβερνητικό του έργο.

Οσο για τη βία, δεν είναι μόνον αυτή των διεθνών πολέμων τους οποίους η χώρα μας αντιμετωπίζει απερίσκεπτα και οπαδικά. Η βία παραμένει ριζωμένη στα γήπεδα και έχει βγάλει παραφυάδες στα σπίτια, στους δρόμους και στην εκπαίδευση όλων των βαθμίδων. Ενδεχομένως οποιοδήποτε στέλεχος των κομμάτων της αντιπολίτευσης θα ήταν ικανό να παρουσιάσει έναν πληρέστερο κατάλογο των δεινών της χώρας. Μήπως αυτό δεν συμβαίνει διότι κάποιοι περιμένουν, όπως έγινε κατά την προηγούμενη τετραετία, την κυβέρνηση να πέσει σαν ώριμο φρούτο; Ή μήπως για κάποιους λόγους ορισμένοι μπορεί να λένε τα σωστά, αλλά δεν πείθουν;

Το έλλειμμα πειθούς της αντιπολίτευσης δημιουργεί ερωτήματα: ποιοι και σε ποιους μιλούν; Εξηγούμαι: τα όσα κατέγραψα δεν πλήττουν μόνον την όποια Αριστερά, αλλά την ελληνική κοινωνία στο σύνολό της. Και άρα το ζητούμενο δεν είναι ποδοσφαιρικές επαγγελίες του τύπου «θα νικήσουμε τον Μητσοτάκη», αλλά πειστικές προτάσεις αλλαγής της δραματικής κατάστασης. Η συνειδητοποίηση αυτή θα βοηθούσε στο να βρεθούν η γλώσσα και τα επιχειρήματα, που υπερβαίνοντας τα καταρρέοντα κομματικά στεγανά θα μπορούσαν να πείσουν τους πολλούς που τόλμησαν να ελπίσουν και διαψεύστηκαν.

Το δεύτερο ερώτημα είναι το ποιοι και το πώς μιλούν. Σε ποιο βαθμό ο βίος και τα έργα τους κάνουν τον λόγο τους πειστικό; Σε τι διαφέρουν από αυτούς που κυβερνούν; Σε ποιο βαθμό μπορούν να πείσουν ότι είναι ικανοί να σκεφτούν και να πράξουν διακινδυνεύοντας τη βολή και το έχει τους; Τα ερωτήματα αυτά δεν αφορούν όσους σήμερα πολιτεύονται, αλλά όλες και όλους τους πολίτες. Από την απάντηση θα κριθεί η συνέχεια.

Πέπη Ρηγοπούλου

efsyn.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: