Οι παλαιότεροι αν τους ρωτήσεις, την λέξη σπέκουλα και τις συναφείς με αυτήν, σπεκουλαδόρος, σπεκουλάρω, σπεκουλάρισμα, λίγο πολύ την θυμούνται από τα νιάτα τους, τις πολιτικές αντιδικίες στα φοιτητικά αμφιθέατρα, τις ιδεολογικές αναζητήσεις παλαιότερων εποχών.
Τείνει να μοιάζει με την καιροσκοπία και την κερδοσκοπία. Χρηματική αλλά... και πέραν αυτής. Ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη χρηματισμού.
Όταν η σπέκουλα, η καιροσκοπία περιστρέφεται γύρω από την πολιτική, γύρω από το «κτίσιμο» ενός ιδεολογικού αφηγήματος, τότε αυτή εισβάλλει και διαπερνά τον ραχοκοκαλιά του ιδεολογικού αφηγήματος.
Αφού πηγαινοερχόταν μεταξύ Ισραήλ και Ηνωμένων Πολιτειών για δεκαετίες, πρώτα για να κάνει τη στρατιωτική του θητεία στη Σαγιερέτ Ματκάλ, μετά για τις πανεπιστημιακές του σπουδές στο ΜΙΤ και στο Χάρβαρντ, προκειμένου να εργαστεί στον ιδιωτικό τομέα στο Μπόστον Κονσάλτιγκ Γκρουπ, καθώς και ως απεσταλμένος του Ισραήλ στα Ηνωμένα Έθνη (1984-1988), ο Μπένγιαμιν Νετανιάχου αποφάσισε να επιστρέψει μόνιμα στη γενέτειρά του και ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του με το κόμμα Λικούντ.
Την εποχή εκείνη, οι πολιτικές του θέσεις περιορίζονταν αποκλειστικά στην αντίθεσή του στον τότε πρωθυπουργό Γιτζάκ Ράμπιν για την προθυμία του, όπως την εκλάμβανε ο Νετανιάχου, να προβεί σε εδαφικές παραχωρήσεις στους Παλαιστινίους μεταφέροντας Εβραίους εποίκους από την Δυτική Όχθη πίσω στο Ισραήλ, όπως προέβλεπαν οι Συμφωνίες του Όσλο (1993-1995). Στις δημόσιες ομιλίες του κατηγορούσε την κυβέρνηση του Ράμπιν ότι «απομακρυνόταν από την εβραϊκή παράδοση και τις εβραϊκές αξίες». Στις πολιτικές αυτές συγκεντρώσεις με τον Νετανιάχου ομιλητή, οι παρευρισκόμενοι κράδαιναν ομοιώματα του Ράμπιν ντυμένα με ναζιστική στολή, ενώ μάλιστα σε μία από αυτές έγινε και ολόκληρη αναπαράσταση της κηδείας του Ράμπιν με φέρετρο που το κουβαλούσαν παραστάτες οι οποίοι απήγγειλαν τα Κάντις.
Παρότι αξιωματικοί των ισραηλινών υπηρεσιών ασφαλείας ενημέρωσαν τον Νετανιάχου για σοβαρές απειλές κατά της ζωής του Ράμπιν, εκείνος αρνήθηκε να λογικέψει τους υποστηρικτές του. Στις 4 Νοεμβρίου 1995, ο Ράμπιν δολοφονήθηκε από τον Γιγκάλ Αμίρ, έναν υπερορθόδοξο Εβραίο που είχε παρευρεθεί στις συγκεντρώσεις του Νετανιάχου και δικαιολόγησε τη δολοφονία παραθέτοντας ραβινικές ερμηνείες: υποστήριξε πως είχε σκοτώσει έναν Εβραίο για να σώσει τη ζωή πολλών Εβραίων , μια δολοφονία που για εκείνον δεν ήταν απλώς από θρησκευτική σκοπιά δικαιολογημένη, αλλά και απαραίτητη.
Το 1996, μετά από μια σειρά παλαιστινιακών τρομοκρατικών επιθέσεων και την αυξανόμενη αβεβαιότητα γύρω από τη μοίρα των εποίκων υπό τον διάδοχο του Ράμπιν, τον Σιμόν Πέρες, το Λικούντ κέρδισε τις εκλογές και ο Νετανιάχου έγινε πρωθυπουργός, ο νεαρότερος που είχε ποτέ το Ισραήλ, και ο πρώτος που είχε γεννηθεί εκεί.
Μετά από διαδοχικές ήττες από τις κυβερνήσεις του Μπάρακ, του Σαρόν και του Ολμέρτ, σε μια δεκαετία που σημαδεύτηκε από το αιματοκύλισμα της Δεύτερης Ιντιφάντα, ο Νετανιάχου έγινε ξανά πρωθυπουργός το 2009, επανεξελέγη το 2013 και το 2015, ενώ το 2019 – μετά από κατηγορίες για δωροδοκία και απάτη, μετά από μια σειρά εκλογικών αναμετρήσεων που απέτυχαν να καταλήξουν στον σχηματισμό κυβέρνησης και που άφησαν τον Νετανιάχου στην εξουσία ως υπηρεσιακό πρωθυπουργό- έγινε ο μακροβιότερος πρωθυπουργός του Ισραήλ.
«Μπίμπι» τον αποκαλούν οι οπαδοί του, «Μπίμπι, ο βασιλιάς του Ισραήλ.
Η βασιλεία του σημαδεύτηκε από την ανέγερση του τείχους, το χτίσιμο οικισμών και την κανονικοποίηση της κατοχής και της κρατικής βίας στη Παλαιστίνη, αποτελεί τον απόλυτο θρίαμβο του ρεβιζιονιστικού οράματος του πατέρα του, το οποίο μέχρι πρότινος ήταν επονείδιστο.
Και η σπέκουλα; «Ποια απ’ όλες;», θα αναρωτηθεί ίσως κάποιος.
Η σπέκουλα (ολκής):
Κατά την διάρκεια του Παγκόσμιου Σιωνιστικού Συνεδρίου στις 21 Οκτωβρίου 2015, στην Ιερουσαλήμ, ο «Μπίμπι» εκφωνώντας τον λόγο του, ισχυρίσθηκε ότι ο Χίτλερ είχε την πρόθεση απλώς να απελάσει τους Εβραίους και ότι ο Χάτζι Αμίν αλ Χουσεϊνί τον έπεισε, όταν οι δύο άνδρες συναντήθηκαν στα τέλη Νοεμβρίου 1941, να τους σκοτώσει:
«Εκείνη την εποχή ο Χίτλερ δεν ήθελε να εξολοθρεύσει τους Εβραίους, ήθελε να απελάσει τους Εβραίους. Και ο Χάτζι Αμίν αλ Χουσεϊνί είπε στον Χίτλερ: «Αν τους απελάσεις θα μαζευτούν όλοι εδώ στην Παλαιστίνη».
Σύμφωνα με τον Νετανιάχου, έπειτα ο Χίτλερ ρώτησε «Και τι να τους κάνω;». Τότε ο μουφτής απάντησε: «Να τους κάψεις».
Πολλοί κορυφαίοι Ισραηλινοί ερευνητές του Ολοκαυτώματος θορυβήθηκαν και έσπευσαν να επισημάνουν ότι οι μαζικές εκτελέσεις των Εβραίων από κινητές μονάδες των Ες-Ες είχαν ξεκινήσει πριν από τη συνάντηση των δύο ανδρών.
Με αφορμή τις δηλώσεις του Νετανιάχου ο τότε ηγέτης της αντιπολίτευσης και νυν πρόεδρος του κράτους του Ισραήλ Ισαάκ Χέρτζογκ έγραψε: «Πρόκειται για επικίνδυνη παραποίηση της ιστορίας και απαιτώ ο Νετανιάχου να τη διορθώσει άμεσα, γιατί μετριάζει τη σημασία του Ολοκαυτώματος, του ναζισμού και του ρόλου που διαδραμάτισε ο Χίτλερ στη τρομερή συμφορά του λαού μας». Πρόσθεσε ότι ο Νετανιάχου με τις δηλώσεις του έπαιξε το παιχνίδι των αρνητών του Ολοκαυτώματος.
Ο βουλευτής της Σιωνιστικής Ένωσης Ιτζίκ Σμούλι κάλεσε τον Νετανιάχου να ζητήσει συγνώμη από τα θύματα του Ολοκαυτώματος: «Είναι μεγάλη ντροπή: ένας πρωθυπουργός του εβραϊκού κράτους στην υπηρεσία των αρνητών του Ολοκαυτώματος. Αυτό είναι ανήκουστο».
Ο Ερεκάτ, επικεφαλής Παλαιστίνιος διαπραγματευτής στην ειρηνευτική διαδικασία, επίσης αποκήρυξε τα λόγια του Νετανιάχου: «Πρόκειται για μια θλιβερή μέρα στην ιστορία, καθώς φαίνεται πως ο ηγέτης ισραηλινής κυβέρνησης μισεί τόσο πολύ τον γείτονά του ώστε είναι πρόθυμος να αθωώσει, για τον φόνο 6 εκατομμυρίων Εβραίων κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος, τον πλέον διαβόητο εγκληματία πολέμου που υπήρξε ποτέ, τον Αδόλφο Χίτλερ».
Εκπρόσωπος της Άνγκελα Μέρκελ επίσης απέρριψε τους ισχυρισμούς και την λεκτική διατύπωση του Νετανιάχου: «Όλοι οι Γερμανοί γνωρίζουν την ιστορία της δολοφονικής ρατσιστικής μανίας των ναζί, η οποία οδήγησε στη βαρβαρότητα του Ολοκαυτώματος. Δεν βλέπω τον λόγο να αλλάξουμε με οποιονδήποτε τρόπο τις ιστορικές απόψεις μας. Γνωρίζουμε ότι την ευθύνη για αυτό το έγκλημα κατά της ανθρωπότητας τη φέρουμε εμείς οι Γερμανοί και μόνον εμείς».
Και ο Πρίμο Λέβι τι γνώμη έχει; Τι μας έχει αφηγηθεί; Ποια είναι η παρακαταθήκη του « Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος»;
Το Δεκέμβριο του 1943, ο Ιταλοεβραίος Πρίμο Λέβι κρυβόταν στα βουνά με τους φίλους του, Ιταλούς αντιφασίστες, όταν συνελήφθη από την φασιστική πολιτοφυλακή της Ιταλίας. Καθώς ήταν Εβραίος, μεταφέρθηκε σε ειδικό στρατόπεδο κράτησης απ’ όπου τα Ες-Ες τον έστειλαν ―με τα γνωστά, εφιαλτικά τραίνα― στο Άουσβιτς.
Εκεί αρχίζουν και οι περιπέτειες του Λέβι, που θα παραμείνει στο στρατόπεδο μέχρι την απελευθέρωσή του από τον Σοβιετικό στρατό, στις 27 Ιανουαρίου 1945. Αυτό που κάνει το βιβλίο του Λέβι τόσο ξεχωριστό είναι η απουσία πάθους ή συναισθήματος στη γραφή του.
Ο Λέβι πρωτοπροσπάθησε να δημοσιεύσει το χειρόγραφό του το 1946 αλλά ο εκδοτικός οίκος Εϊνάντι θεώρησε ότι τα γεγονότα ήταν ακόμα πολύ νωπά και πως το αναγνωστικό κοινό ήθελε να «ξεχάσει».
Ένας μικρός εκδοτικός οίκος, o Ντε Σίλβα, εξέδωσε το βιβλίο του σε 2500 αντίτυπα, δίνοντας βήμα στην πιο χαρακτηριστική φωνή που επεβίωσε ποτέ από το Άουσβιτς.
Η αγγλική μετάφραση εκδόθηκε το 1959, η γαλλική το 1961 και την ίδια χρονιά, το «Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος» πρωτοκυκλοφόρησε στα Γερμανικά, υπό τη στενή επίβλεψη του ίδιου του συγγραφέα, ο οποίος έγραψε χαρακτηριστικά: «Δεν εμπιστευόμουν τον Γερμανό εκδότη μου. Του έγραψα ένα σχεδόν αυθάδικο γράμμα: τον προειδοποίησα να μην αφαιρέσει, ούτε να αλλάξει ούτε μια λέξη στο κείμενο. Και επέμενα να μου στείλει το χειρόγραφο της μετάφρασης σε παρτίδες... Ήθελα να ελέγξω όχι μόνο τη λεξιλογική αλλά και την εσωτερική (ψυχολογική) της πιστότητα». Η γερμανική έκδοση, μάλιστα, περιέχει έναν ειδικό πρόλογο που απευθύνεται στον γερμανικό λαό, γραμμένο από τον Λέβι «σε μια παθιασμένη ανάγκη για να τους υπενθυμίσει τι ακριβώς είχαν κάνει».
Η ελληνική μετάφραση εκδόθηκε το 1997. Στο υποδειγματικό επίμετρο του βιβλίου «Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος», του Πρίμο Λέβι (εκδόσεις Άγρα) που είναι ίσως το πιο εμβληματικό λογοτεχνικό έργο της τραγωδίας του Ολοκαυτώματος, ανάμεσα στα άλλα διαφωτιστικά, παρατίθεται μια σειρά ερωτήσεων-απαντήσεων που αποσαφηνίζουν τυχόν απορίες των αναγνωστών του βιβλίου, της Ιστορίας και της ιστορικής αλήθειας:
Η τελευταία ερώτηση: «Οι Γερμανοί γνώριζαν; Οι Σύμμαχοι γνώριζαν; Πώς έγινε δυνατή η πραγματοποίηση της γενοκτονίας, της εξόντωσης εκατομμυρίων ανθρώπων στην καρδιά της Ευρώπης χωρίς να το πληροφορηθεί κανείς;»
Η απάντηση: «Στη Γερμανία του Χίτλερ ήταν διαδεδομένος ένας ιδιαίτερος τύπος συμπεριφοράς: αυτός που ήξερε δεν μιλούσε, αυτός που δεν ήξερε δεν ρωτούσε, σε όποιον γίνονταν ερωτήσεις, αυτός δεν απαντούσε. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο μέσος Γερμανός πολίτης κατοχύρωνε και υπεράσπιζε την άγνοιά του, η οποία δικαιολογούσε ικανοποιητικά την υποστήριξή του στο φασισμό: κλείνοντας το στόμα, τα μάτια και τα αυτιά, σχημάτιζε τη ν ψευδαίσθηση ότι δεν γνωρίζει, συνεπώς δεν είναι συνεργός σε αυτό που συνέβαινε έξω από την πόρτα του.
Το να ξέρεις και να διαδίδεις αυτό που ξέρεις, ήταν ένας τρόπος (κατά βάση όχι ιδιαίτερα επικίνδυνος) να πάρεις τις αποστάσεις σου από τον ναζισμό ∙ πιστεύω ότι ο γερμανικός λαός, στο σύνολό του, δεν επέλεξε αυτό το δρόμο και γι’ αυτή την ηθελημένη αποσιώπηση η ενοχή του είναι πλήρης».
Μιχάλης Κονιόρδος (αφυπηρετήσας καθηγητής Τμήματος Διοίκησης Τουρισμού στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής)
efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου