Με βάση το κοινοβουλευτικό πρωτόκολλο κάθε κράτους, αυτή την περίοδο, λίγες μέρες πριν από τα Χριστούγεννα, στις περισσότερες χώρες του κόσμου ψηφίζονται οι κρατικοί προϋπολογισμοί για την επόμενη χρονιά. Μετά βίας βρίσκει κανείς σπέρματα ειλικρίνειας στα βασικά μεγέθη τους.
Οι κρατικοί προϋπολογισμοί αποτυπώνουν την πολιτική βούληση των κυβερνήσεων και των τεχνοκρατών που τους συντάσσουν. Κι... επειδή στις περισσότερες χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου οι προϋπολογισμοί του 2024 είναι οι πρώτοι μετά τέσσερα χρόνια που συντάσσονται σε συνθήκες σχετικής «κανονικότητας», δηλαδή αφού η πανδημία, η ενεργειακή και η πληθωριστική κρίση έχουν κλείσει τον κύκλο τους, υποτίθεται πως εκφράζουν την πρόθεση των κυβερνήσεων να αποκαταστήσουν τις μεγάλες ανισορροπίες.
Στην Ελλάδα αυτή η συνθήκη ισχύει εις τη «νιοστή». Έχουν, δηλαδή, προηγηθεί όχι απλώς μια ακανόνιστη και απρόβλεπτη τετραετία, αλλά και μια δεκαετία φτωχοποίησης της κοινωνίας και βίαιης συρρίκνωσης της οικονομίας διά των μνημονίων στο όνομα της αντιμετώπισης του θηριώδους δημοσίου χρέους.
Θεωρητικά, το 2020 ήταν το πρώτο έτος της μετα-μνημονιακής «κανονικότητας», στο οποίο επένδυε, εύχαρις και ανάλαφρη, η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Η πανδημία σάρωσε τις μεγάλες προσδοκίες της, αλλά και της έδωσε ευκαιρία να κρύψει τις πραγματικές προθέσεις της και τις ανεπάρκειές της.
Και το ίδιο έκαναν η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, καθώς και η ενεργειακή και πληθωριστική κρίση που ξέσπασαν εξαιτίας της ή παράλληλα με αυτήν. Όλοι οι προϋπολογισμοί που κατατέθηκαν αυτό το διάστημα ή απλώς «κάηκαν» ή συντάχθηκαν υπό καθεστώς «έκτακτης ανάγκης». Σε κάθε περίπτωση επέτρεψαν στη Ν.Δ. του Κυρ. Μητσοτάκη να πουλήσει «τσάι και συμπάθεια», με τις δημοσιονομικές ελευθερίες που προσέφερε γενναιόδωρα η Ε.Ε.
Επομένως, ο προϋπολογισμός του 2024 είναι ο πρώτος της Ν.Δ. του «41%», μετά τον «καμένο» και άκυρο του 2020, που της επιτρέπει να πει τι θέλει να κάνει με τα 63 δισ. ευρώ έσοδα που θα εισπράξει του χρόνου από τους φορολογούμενους.
Και οι αριθμοί -ονομαστικοί και πραγματικοί- του νέου προϋπολογισμού, που ψηφίζεται την Κυριακή, αποκαλύπτουν ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν έχει πρόθεση να προσθέσει ούτε ένα ευρώ στις κοινωνικές δαπάνες: για τη δημόσια υγεία μετά το σοκ της πανδημίας. Για τη δημόσια παιδεία, που πορεύεται με ρεκόρ αναπληρωτών. Για την πρόνοια, που οι δαπάνες της μειώνονται κατά το 1/3.
Είναι ξεκάθαρα θέμα επιλογής. Και η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν αφήνει αμφιβολίες με ποιους και εναντίον ποιων είναι...
efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου