Πολλά χρόνια πριν, έγραφα για τη πολιτιστική διάσταση της κρίσης που για μεγάλο διάστημα την επισκίαζε η ίδια η οικονομική κατάρρευση. Κυρίως για την επιρροή της οικονομικής και πανδημικής κρίσης στις συμπεριφορές. Λοιπόν, σήμερα τα μαζικά φαινόμενα βίας σχετίζονται με την οικονομία; Ή εκφράζουν έναν βαθύτερο κλονισμό; Αυτό που... διαταράσσει την ηρεμία, που οδηγεί σε μαζικοποίηση των βίαιων συμπεριφορών είναι η οικονομική αβεβαιότητα; Το ότι καθετί μπορεί να είναι μια καλοστημένη παγίδα, το ότι κάθε ρύθμιση, κάθε κουβέντα, κάθε παρουσία άλλου εκλαμβάνεται ως εχθρική προς εσένα είναι απόρροια της οικονομικής αβεβαιότητας; Τι κλόνισε η χρεοκοπία της χώρας και η οικονομική σύνθλιψη των πολιτών; Τις μίνιμουμ σταθερές. Έχει συντριπτικά επικρατήσει η πεποίθηση ότι όλοι κλέβουν, ότι το πολιτικό σύστημα λέει άλλα από αυτά που εννοεί, ότι οι νομοθετήσεις πάντα εξυπηρετούν κολλητούς, ότι ο οποιοσδήποτε διακρίνεται κάπου έχει σίγουρα «μέσον», ότι ο οποιοσδήποτε έχει σταθερό στόχο «να σου φάει λεφτά» κ.λπ. Άπειρες εκδοχές της εδραιωμένης πεποίθησης. Σε μεγάλο βαθμό δεν είναι ανακριβής, είναι όμως επικίνδυνη στην απολυτότητά της. Αν ο κόσμος είναι μορφή απειλής, δεν αναζητάς την ανατροπή του αλλά την έκλειψή του. Η οικονομική έκπτωση σίγουρα ασκεί την επιρροή της στις συμπεριφορές. Για παράδειγμα, εκρήξεις ενδοοικογενειακής βίας συχνά έχουν οικονομικά αίτια. Όμως και οι συμπεριφορές που εξελίσσονται σε κουλτούρα, σε αντιλήψεις, οι οποίες επηρεάζουν και την παραγωγή και την ευρύτερη εργασιακή κουλτούρα και την κουλτούρα οικονομίας. Θέλω να πω ότι η λογιστική ερμηνεία της οικονομίας εξαφανίζει την οικονομία ως πολιτιστικό μέγεθος. Και αυτό έχει παγιδεύσει και την Αριστερά, που ατυχεί συχνά στις ερμηνείες της. Φαίνεται ότι έχουμε μια αλυσίδα με συνεχόμενη σύμπλεξη κρίκων οικονομίας-βίας, μια αλυσίδα με ενωμένες άκρες. Όλα ενώνονται και αλληλοτροφοδοτούνται.
Βεβαίως υπάρχουν σοβαρότερα θέματα να ασχοληθεί κανείς από τα πιθανά θεωρητικά και πολιτικά ελλείμματα της Αριστεράς. Να πλακώνεται με τους συντρόφους του, να μεγεθύνει προβλήματα, να μην έχει κανένα μέτρο ή απλώς να μην σκέφτεται έστω λιγάκι προτού μιλήσει, προτού εκδηλωθεί.
Υπάρχουν, βέβαια, και τα Χριστούγεννα, ή μάλλον η περιθωριοποίηση των γιορτών από την καθημερινή πίεση, από την καθημερινή μιζέρια των άπειρων υπολογισμών. Πόσα στο σούπερ μάρκετ, πόσα βενζίνη, τέλη, δόσεις κ.λπ. Περιθωριοποίηση των γιορτών ή έκλειψη όχι μόνο του βαθύτερου μνημονικού και μεταφυσικού στοιχείου τους, αλλά η αντικατάστασή τους από μια υστερική εξωστρέφεια (που υποκαθιστά τη σωρευμένη καταναλωτική βουλιμία), μια διαρκή οδική κινητικότητα (πηγμένοι, αδιαπέραστοι δρόμοι που οδηγούν σε ένα διαρκές πουθενά) και μια υστερία της καφεποσίας. Γκρίνιες, θα πει κάποιος. Και είναι αλήθεια ότι οι γιορτές με μελαγχολούν, ιδίως τη δεύτερη εβδομάδα. Όμως με σώζουν οι μνήμες. Που, εκτός από τις καταπληκτικές της σχολικής περιόδου, είναι και μνήμες αναγνωστικής απόλαυσης. Να πλησιάζει το Σάββατο (που είχαμε ούτως ή άλλως σχολική γιορτή) και να σε συνεπαίρνουν τα «Χριστούγεννα του Τεμπέλη». Όταν τα διάβαζε ο δάσκαλος ή η δασκάλα στο σχολείο φωναχτά, κάπως έπιανες και τη μουσικότητα του Παπαδιαμάντη. Ναι, η χαρά του να πλησιάζουν οι γιορτές αδυνάτιζε γρήγορα και κυρίως μετά την Πρωτοχρονιά. Τα Χριστούγεννα του Τεμπέλη, βέβαια, μοιάζουν με παραδοξολογία. Αντιδικούν με τα σημερινά Χριστούγεννα, του υπερεργαζόμενου και του ανέργου. Τις δύο μορφές νοσηρότητας, που τυλίγουν και τις γιορτές και τις καθημερινές.
Δημήτρης Σεβαστάκης
Η ΑΥΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου