Μικρότερη δεν μπορούσα να το καταλάβω και δεν μπορούσαν να με καταλάβουν που να το καταλάβω να μπορέσω δεν. Μεγαλώνοντας, το θεματάκι γινόταν ολοένα και πιο ευρύ, με την ατάκα «Α, το γλυκό μου! Τι χαριτωμένα που τα λέει!» (ενώ ταυτόχρονα μέσα τους σταυροκοπιούνταν που το δικό τους βλαστάρι δεν ήταν σαν του λόγου μου) να δίνει τη θέση της σε βαθυστόχαστες ανταποκρίσεις της φροϋδικής σχολής της ξερολίασης, τύπου: «Μήπως μικρή σού έλειψε το... ανδρικό πρότυπο; Μήπως δεν θήλασες αρκετά; Θα ’θελες να μιλήσεις περισσότερο για τα παιδικά σου, ασυνείδητα βιωμένα χρόνια;».
Οχι, ρε φίλε! Μια χαρά και θήλασα και τα τουμπάνιασα τα βυζά της μάνας μου, που ακόμα έχει και μου το λέει: «Μην ανησυχείς, αν γίνεις μάνα θα φανερωθούν και τα δικά σου. Ετσι πλάκα ήμουν κι εγώ». Ούτε μου έλειψε το ανδρικό πρότυπο - είχα τον εαυτό μου. Μια χαρά αγοροκόριτσο ήμουν, τα είχα και «πλάκα» και σ’ όλα τα «αγορίστικα» παιχνίδια να συμμετέχω μπορούσα. Μήτε θέλω να μιλήσω για τα ασυνείδητα παιδικά, μήτε τα συνειδητά ενήλικα χρόνια μου. Βρε άντε να δεις αν πηγαινοέρχομαι! (σαν την άδικη κατάρα...). Με δυο λόγια, το ότι δεν μπορώ να κατανοήσω τις εορταστικές ευχές και τα τραγούδια για τον παλιό τον χρόνο, ό,τι μέγεθος σουτιέν και αν φόραγε η μάνα μου, μου φαίνεται απολύτως φυσιολογικό.
Δεν μπορώ, μιλάμε! Εξηγούμαι: Τι σημαίνει το «Χρόνια πολλά»; Σημαίνει πως εύχομαι να ζήσει ο άλλος έναν απροσδιόριστο αριθμό θνητών χρόνων, μέχρι, να δώσει η ώρα κι η στιγμή, να πάει κι αυτός από κει που ’ρθε; Γιατί να μην είμαστε πιο συγκεκριμένοι; Να πούμε, ας πούμε, «εύχομαι να ζήσεις λίγο ακόμα μπας και σωθεί κάνας άνθρωπος». Γιατί δηλαδή να ευχηθεί κάποιος στον Κίσινγκερ «Χρόνια πολλά» (το είχε κάνει ο Χωμενίδης πέρυσι) ή στον Σόιμπλε, που πρώτα μας απαύτωσαν και μετά τα κακάρωσαν; Ή στον Νετανιάχου; Ή σε έναν γκόμενο που είχα κάποτε και, καλό ζαγάρι κι εγώ, μου είχε ψήσει το ψάρι στα χείλη; Ή στον Μητσοτάρχα, ας πούμε, που είναι «Ο» γκόμενος, δεν τον συζητώ; Ή σε μια θεια που κάθε παραμονή Πρωτοχρονιάς αριβάριζε στο σπίτι και βρόμαγε η ανάσα της ξινισμένο αυγό σε μαρέγκα, πάνω σε γλυκό με φρούτα καμένου δάσους; Δεν την άντεχα, μιλάμε, αυτή τη θεια. Ούτε αυτή, μήτε την ασύδοτη συνήθειά της να με φιλάει συνέχεια, καθώς «Α, το γλυκό της - τι χαριτωμένα που τα έλεγα!».
Το «Χρόνια πολλά και καλά» τι σημαίνει πάλι; Καλά ως προς τι; Ως προς την κατάσταση σήμερα; Τι ακριβώς ευχόμαστε; Το να πεις «εύχομαι να μη ζήσεις σαν μια Παλαιστίνια μάνα που γράφει το όνομα των παιδιών της στο εσωτερικό της παλάμης τους ώστε να τα αναγνωρίσει σαν της τα δολοφονήσουν» να το καταλάβω. Το να πεις «εύχομαι να μην πάρεις στα μούλικα πέντε τσάντες πλαστικές μπούρδες από μαγαζιά στα οποία βασιλεύει ο εργασιακός μεσαίωνας, αλλά να τα πας ένα θέατρο ή να περάσεις ένα βράδυ διαβάζοντάς τους ιστορίες και αυτό εύχομαι να το κάνεις έως να γίνουν άνθρωποι» - αυτό μάλιστα. Αλλά «Χρόνια πολλά και καλά» τι στον Κυριάκο σημαίνει;
Το «πάει ο παλιός ο χρόνος, ας γιορτάσουμε παιδιά» τι υπονοεί πάλι; Ασε που συνεχίζει με το αμίμητο «και του χωρισμού ο πόνος ας κοιμάται στην καρδιά». Πείτε μου έναν άνθρωπο που θέλει να λαγοκοιμάται στην καρδιά του ο πόνος. Πάμε καλά; Και ποιος παλιός χρόνος έφυγε και πρέπει να γιορτάσω; Αυτός με τον πόλεμο στην Παλαιστίνη; Τον εκφασισμό της Ευρώπης όλης; Την καταστροφή της χώρας μου; Του εγκλήματος στα Τέμπη; Της υπουργοποίησης του Αδωνη, ξανά και ξανά και ξανά;
Κανένας παλιός χρόνος δεν «πάει». Κι αν πάει, ακόμα παλαιότεροι έρχονται. Προπεθαμένοι, δολοφονικοί, φασιστόμορφοι. Κι εγώ αισθάνομαι ήδη πολύ γριά, με την ανάσα μου να βρομάει ξινισμένο φραμπουάζ, για να γιορτάσω την αντικατάσταση του παλιού από κάτι ακόμα παλαιότερο, που βρομάει πιο άσχημα κι από ξινισμένο φραμπουάζ.
... Μέντα κανείς;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου