«Εχουμε χαμηλότερες τιμές από πέρυσι ή ίδιες τιμές. Αρα έχουμε ή μηδενικό πληθωρισμό ή έχουμε αρνητικό πληθωρισμό σε σχέση με την περσινή αντίστοιχη περίοδο». Αυτά έλεγε την περασμένη Τετάρτη ο υπουργός Κώστας Σκρέκας, προμοτάροντας από την τηλεόραση τη λίστα με το «Χριστουγεννιάτικο Καλάθι» μεγάλου σουπερμάρκετ. Οι κακές γλώσσες έσπευσαν να τον πουν πλασιέ και διαφημιστή. Στα... μέσα κοινωνικής δικτύωσης κυκλοφόρησε ειρωνικά η ατάκα «Θα το κάψουμε, κυρ Σκρέκα», με τους καταναλωτές στον ρόλο της Αλίκης Βουγιουκλάκη και τον υπουργό στον ρόλο του μπακάλη κυρ Στέφανου από την ταινία του Αλέκου Σακελλάριου «Μοντέρνα Σταχτοπούτα».
Ο υπουργός δεν έλεγε ακριβώς ψέματα για την επιλεκτική συγκράτηση των τιμών σε ορισμένα προϊόντα, τα οποία παίζουν και τον ρόλο «κράχτη» για τις αλυσίδες λιανεμπορίου. Απλώς παρέλειψε να πει όλη την αλήθεια, ότι στο σύνολό του φέτος το χριστουγεννιάτικο τραπέζι θα είναι κατά μέσο όρο 11% ακριβότερο από το περσινό, το οποίο με τη σειρά του ήταν ακριβότερο από το προπέρσινο περίπου 12%.
Τα ποσοστά των μεσοσταθμικών ανατιμήσεων προκύπτουν από τις έρευνες του Ινστιτούτου Εμπορίου και Υπηρεσιών της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου, το οποίο κάθε χρόνο πριν από τις γιορτές δημοσιεύει αναλυτικά στοιχεία με το εκτιμώμενο κόστος του χριστουγεννιάτικου τραπεζιού. Οι έρευνες του ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ ακολουθούν συγκεκριμένη μεθοδολογία, π.χ. αποκλείουν τις ακραίες τιμές, και περιλαμβάνουν κάθε χρόνο την ίδια λίστα προϊόντων, ώστε να προκύπτουν συγκρίσιμα στοιχεία. Γι’ αυτό και τα αποτελέσματά τους δεν συμπίπτουν με εμπειρικές έρευνες, όπως για παράδειγμα του ΙΝΚΑ, το οποίο εκτιμά ότι το φετινό χριστουγεννιάτικο τραπέζι είναι κατά μέσο όρο 20% ακριβότερο από πέρυσι. Σε κάθε περίπτωση η ετήσια έρευνα του Ινστιτούτου δεν παύει να αποτελεί το πλέον αξιόπιστο «βαρόμετρο» των τάσεων της αγοράς, διευκρινίζοντας ότι πρόκειται για ενδεικτική καταγραφή τιμών που «δεν αντανακλά πλήρως το επίπεδο των τιμών σε πανελλαδική κλίμακα».
Η φετινή έρευνα διεξήχθη το διάστημα 18-19 Δεκεμβρίου, με τη μέθοδο της επιτόπιας παρατήρησης και τιμοληψίας σε εμπορικές αγορές της Αττικής και διαμέσου τηλεφωνικής συνέντευξης με «key informers» για τη Θεσσαλονίκη. Καταγράφηκαν οι τιμές τόσο από αλυσίδες σουπερμάρκετ όσο και από ειδικευμένα καταστήματα λιανικής (π.χ. ζαχαροπλαστεία/κρεοπωλεία κτλ), καθώς και από τη Βαρβάκειο Αγορά. Η εκτίμηση του κόστους για το φετινό χριστουγεννιάτικο τραπέζι (6-8 ατόμων) κυμαίνεται από 103,10 έως 140,76 ευρώ. Πρόκειται για μεταβολή της τάξης του 10,8% έως 11,4% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τραπέζι του 2022. Οπως σημειώνεται, «το εύρος των τιμών δικαιολογείται από την καταγραφή σειράς προϊόντων διαφορετικής ποιότητας, σε αρκετές τοπικές αγορές και διαφορετικούς τύπους καταστημάτων».
Το ΙΝΕΜΥ διευκρινίζει ότι για λόγους συγκρισιμότητας των δεδομένων με τις προηγούμενες έρευνες δεν έχουν συμπεριληφθεί κάποια προϊόντα που εντάσσονται στο «εορταστικό καλάθι», ενώ αντίθετα περιλαμβάνονται όπως κάθε χρόνο τα μελομακάρονα και οι κουραμπιέδες, που απουσιάζουν σκόπιμα από το καλάθι του υπ. Ανάπτυξης, για να μην προκαλούν αθέμιτο ανταγωνισμό σε φούρνους και ζαχαροπλαστεία.
Το παράδοξο είναι ότι προϊόντα όπως η γαλοπούλα και το αρνί, που βρίσκονται στη λίστα του «καλαθιού», έχουν ανατιμηθεί πάνω από 20%, ενώ τα μελομακάρονα και οι κουραμπιέδες που βρίσκονται εκτός λίστας είναι από 5% ως 10% φτηνότερα, όχι όμως στα σουπερμάρκετ αλλά στα ζαχαροπλαστεία.
Οι υψηλότερες ανατιμήσεις όπως είναι αναμενόμενο καταγράφονται στο ελαιόλαδο, με 62%, ακολουθούν τα μήλα με 36,6%, το κρέας με ανατιμήσεις από 15% έως 23%, ανάλογα με το είδος, και τα οπωροκηπευτικά, όπως το μαρούλι, οι πατάτες και οι τομάτες, με ανατιμήσεις από 15% έως 21,5%. Σημαντικά ακριβότερο είναι φέτος το κρασί (21,2%) και τα αναψυκτικά (12%), ενώ πιο περιορισμένες είναι οι ανατιμήσεις στην μπίρα (5%).
Αν μάλιστα οι συγκρίσεις γίνουν με το 2021, το αποτέλεσμα είναι αποκαρδιωτικό, αφού για να γιορτάσεις φέτος με την οικογένειά σου και με λίγα αγαπημένα πρόσωπα, θα χρειαστεί να πληρώσεις τουλάχιστον 25% περισσότερα χρήματα, ή σε απόλυτα νούμερα έως και 60 ευρώ επιπλέον. Σε αυτό το κλίμα είναι λογικό ο ένας στους δύο καταναλωτές να απαντά ότι θα μειώσει τα έξοδα για αγορές, όπως καταγράφεται στη νέα έρευνα του ΣΕΛΠΕ, αφού οι δαπάνες για λογαριασμούς, ενοίκια και φόρους αντιπροσωπεύουν πλέον τα 2/3 του συνολικού διαθέσιμου εισοδήματος και το υπόλοιπο 30% πηγαίνει για τα βασικά αγαθά.
Αφροδίτη Τζιαντζή
efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου