Η παρουσία του πρωθυπουργού στην εκδήλωση προς τιμήν του Κώστα Σημίτη την περασμένη Δευτέρα δεν ήταν απλώς μια κίνηση πολιτικής ...αβροφροσύνης. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα μπορούσε να ολοκληρώσει το αρχικό πρόγραμμα της επίσκεψής του στην Κίνα ώστε να μην βρεθεί στην ανάγκη να τρέχει κυριολεκτικά από τη μία εκδήλωση για τη Μαριέττα Γιαννάκου στην άλλη για τον Κώστα Σημίτη. Το ποια από τις δύο εκδηλώσεις προτιμούσε ο πρωθυπουργός δεν θέλει ρώτημα - στην εκδήλωση του κόμματός του έκανε αγγαρεία.
Ο Κ. Μητσοτάκης επίσπευσε την επιστροφή από την Κίνα αλλάζοντας το πρόγραμμά του προκειμένου να τιμήσει τον Κώστα Σημίτη και να υπενθυμίσει τις εκλεκτικές του συγγένειες με τον σημιτικό εκσυγχρονισμό. Ο πρωθυπουργός, καίτοι προέρχεται από άλλον πολιτικό χώρο, μπορεί να χαρακτηριστεί ο ιδεολογικά και πολιτικά διάδοχος του Κώστα Σημίτη. Μολονότι ο ίδιος είναι ένα υβρίδιο του ιδεολογικού νεοφιλελευθερισμού και του παραδοσιακού κοτσαμπασιδισμού της οικογένειας Μητσοτάκη, εντούτοις πέτυχε να εκφράζει το αστικό-φιλελεύθερο ρεύμα που σχηματοποίησε ο Κώστα Σημίτης και το οποίο στη συνέχεια έμεινε πολιτικά ακέφαλο. Αν και το ρεύμα αυτό όποτε μετρήθηκε ήταν μειοψηφικό στην κοινωνία, εντούτοις με την προβολή του από τα ισχυρά συστημικά μέσα ενημέρωσης και με τη στήριξή του από διανοούμενους της ελληνικής Σοσιαλδημοκρατίας και της Κεντροαριστεράς, που αποτέλεσαν στη συνέχεια τον πυρήνα του ακραίου Κέντρου, πέτυχε -με διαφορετικούς όρους σε κάθε εποχή- να κυριαρχήσει αρχικά στο παπανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ και μετά στη λαϊκοδεξιά Ν.Δ. διαμορφώνοντας το γενικότερο ιδεολογικό-πολιτικό κλίμα και τους όρους πολιτικής ηγεμονίας. Πρόκειται για νεοφιλελευθερισμό -είτε στη σοσιαλδημοκρατική είτε στη δεξιά του εκδοχή-, όπου την κυρίαρχη θέση έχει το κράτος στη διαπλοκή του με τους ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες που συμπίπτουν με τους μιντιακούς. Μόνο επί κυβέρνησης Μητσοτάκη η διαπλοκή και η στήριξη από το μιντιακό κατεστημένο ξεπέρασαν τις αντίστοιχες της σημιτικής διακυβέρνησης.
Η ανάρρηση του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία της Ν.Δ. μπορεί να αποδοθεί σε διαφορετικούς λόγους: στο ότι είχε απέναντί του έναν φθαρμένο πολιτικό, ότι παραδόξως εξασφάλισε την «ανίερη» εσωκομματική συμμαχία της ισχυρής τότε σαμαρικής πτέρυγας της Ν.Δ., καθώς και ότι διέθετε τον παραδοσιακό πελατειακό μηχανισμό της οικογένειας. Ωστόσο, οι νίκες του στις εκλογές του 2019 και του 2023 οφείλονται στο ρεύμα της πολιτικής εκλογικής μετατόπισης προς τη Ν.Δ. των μεσοστρωμάτων που παλιότερα εκφράζονταν από τον σημιτικό εκσυγχρονισμό. Συνέβαλαν σ’ αυτό δημοσιολόγοι και διανοούμενοι γνωστοί για την κεντροαριστερή τους ιδεολογική τοποθέτηση. Υπό το πρόσχημα ότι «ο Κυριάκος είναι μοντέρνος φιλελεύθερος κεντρώος πολιτικός», αρκετοί κάλυψαν την πολιτική τους μετατόπιση στο νέο σύστημα εξουσίας. Είναι παράδοξο ότι από αυτό το προφίλ γοητεύθηκαν ακόμη και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που τώρα δεν αντέχουν τον Στέφανο Κασσελάκη. Αρκετοί στις συνεντεύξεις τους έβρισκαν μόνο καλά λόγια για τον Μητσοτάκη, ενώ άλλοι θεωρούσαν πως με τον Κυριάκο αρχηγό η Ν.Δ. ξεπερνά την ακροδεξιά τάση του κόμματός του, χωρίς να αντιλαμβάνονται ή απλώς αδιαφορώντας για το ότι έτσι συνέβαλαν στην πολιτική του ηγεμονία.
Η τριχοτόμηση της ΝΔ και η ανοχή στον Γεωργιάδη
Οι ταυτόχρονες εκδηλώσεις για τον Κώστα Σημίτη και τη Μαριέττα Γιαννάκου ανέδειξαν την τριχοτόμηση της Ν.Δ. Η κυρίαρχη τάση, αν και μειοψηφία μεταξύ των ψηφοφόρων, είναι η νεομητσοτακική, εμπλουτισμένη με τους «πασοκοποταμίσιους», όπως τους αποκαλούν οι παραδοσιακοί δεξιοί. Η δεύτερη είναι η καραμανλική, ο πάλαι ποτέ κορμός του κόμματος που φυλλοροεί, ενώ έμεινε και ακέφαλη μετά την αποχώρηση από τη Βουλή του Κώστα Καραμανλή. Η τρίτη είναι η σαμαρική, που επιθυμεί τη μεταστροφή της Ν.Δ. σε καθ’ ημάς ευρωπαϊκή Νέα Δεξιά. Δεν είναι δίχως σημασία ότι ενώ η αντιπαλότητα του Κώστα Σημίτη με τον Κώστα Καραμανλή ποτέ δεν ξεπεράστηκε, ο Αντώνης Σαμαράς, καίτοι προβάλλει ως ιδεολογικός αντίπαλος του σημιτικού εκσυγχρονισμού, στην πραγματικότητα ουδέποτε συγκρούστηκε, ενώ αντίθετα ήταν ο πρώτος που άνοιξε τις πόρτες στα στελέχη του.
Παλιοί σημιτικοί και νυν μητσοτακικοί δεν έχουν κανένα πρόβλημα να συνεργαστούν με ακροδεξιάς προέλευσης στελέχη όπως ο Μάκης Βορίδης και ο Άδωνης Γεωργιάδης, που σταδιακά κερδίζουν χώρο και συμπληρώνουν το πολιτικό στίγμα της Ν.Δ. Οι εκσυγχρονιστές είναι ευέλικτοι και υποχωρούν εύκολα προς χάριν υπέρτερων πολιτικών σκοπών, δηλαδή τη διεκδίκηση και τη διατήρηση της εξουσίας. Ο Άδ. Γεωργιάδης δεσπόζει επικοινωνιακά με τις καθημερινές του παρεμβάσεις και έχει κατά καιρούς εκθέσει το Μέγαρο Μαξίμου. Δεν προκάλεσε έκπληξη η περιφρόνηση για τα θύματα των Τεμπών, που ανάγκασε τον Παύλο Μαρινάκη να τον «αδειάσει». Ωστόσο, μολονότι ο Κ. Μητσοτάκης έχει απομακρύνει στελέχη για πιο ασήμαντες αφορμές, δεν διακινδυνεύει μια απομάκρυνση του Άδωνη από την κυβέρνηση. Ο Μ. Βορίδης έχει γίνει και υπουργός Επικρατείας, προβάλλοντας προνομιακά την κυβερνητική γραμμή.
Ο Άδ. Γεωργιάδης παραβρέθηκε στην εκδήλωση για τον Κ. Σημίτη. Όπως είχε πει παλιότερα η Άννα Διαμαντοπούλου, που ήταν η βασική διοργανώτρια και είχε πάντα καλές σχέσεις με τον πρωθυπουργό, «τα στελέχη αυτά κρατάνε τους ψηφοφόρους της Ν.Δ.». Αλλά και ο Ανδρέας Λοβέρδος, που σκέφτεται αν θα προσχωρήσει στη Ν.Δ., ποτέ δεν έκρυψε την καλή του σχέση με τον Άδ. Γεωργιάδη. Η κομματική βάση του κόμματος πάντως δεν ομογενοποιήθηκε, η μετατόπιση της Ν.Δ. προς το Κέντρο και η τριχοτόμησή της άφησαν χώρο που καλύφθηκε από τα τρία διαφορετικά μεταξύ τους μικρά κόμματα της Ακροδεξιάς. Μπορεί οι Σπαρτιάτες να απαξιώνονται λόγω της σκιάς του Ηλία Κασιδιάρη, αλλά η Νίκη και η Ελληνική Λύση διεκδικούν να εκφράσουν πολιτικά το ρεύμα της «λαϊκής Δεξιάς», που συνιστούν την καθ’ ημάς «Νέα Δεξιά». Από την άλλη, και με την εκδήλωση για τον Κ. Σημίτη ο Κ. Μητσοτάκης δείχνει ότι επιμένει στην έκφραση των μεσοστρωμάτων που τον ανέδειξαν ακόμα κι αν αυτό ενδεχομένως ενδυναμώσει περαιτέρω την Άκρα Δεξιά, που αν εκφραστεί ενιαία, θα έχει διψήφιο ποσοστό...
Σπύρος Γκουτζάνης
Η ΑΥΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου