«Τρίτωσε» η διάσπαση στον ΣΥΡΙΖΑ, που ξαναζεί ημέρες Ιουνίου 2010 και Αυγούστου 2015. Πριν από 13 χρόνια, ο Φώτης Κουβέλης, κατά τη ...διάρκεια του 6ου συνεδρίου του Συνασπισμού, έφυγε από την Κουμουνδούρου και μετακόμισε λίγο πιο κοντά στο κέντρο, στην Αγίου Κωνσταντίνου, ιδρύοντας τη ΔΗΜΑΡ. Στα μνημονιακά χρόνια, ο Παναγιώτης Λαφαζάνης άφησε τον κυβερνητικό ΣΥΡΙΖΑ και με 25 βουλευτές, αρχικά, συγκρότησε τη Λαϊκή Ενότητα. Μαζί του είχαν αποχωρήσει και 53 μέλη της Κεντρικής Επιτροπής.
«Το πρόβατο που φεύγει απ’ το μαντρί, το τρώει ο λύκος», είχε πει ο Ευάγγελος Αβέρωφ, κάτι που παραμένει αλάνθαστο. Το άστρο όποιου «λοξοδρόμησε» δεν έλαμψε για μεγάλο χρονικό διάστημα και όλοι οι διαφωνούντες – «αντάρτες» οδηγήθηκαν είτε στη διάλυση του κόμματος που έφτιαξαν είτε πίσω στο «μαντρί».
Τη μοίρα των «μικρών» σχηματισμών, που δεν μακροημέρευσαν, θα επιχειρήσουν να αποφύγουν οι αποχωρήσαντες από την Κουμουνδούρου. Γι’ αυτό άλλωστε ο σχεδιασμός που έχει γίνει είναι διαφορετικός. Η νέα κίνηση θα αργήσει να γίνει κόμμα. Ο στόχος είναι προσωπικότητες, κινήσεις, παλαιοί και νυν βουλευτές, νέα στελέχη να ενσωματωθούν στο σχήμα. Πληροφορίες αναφέρουν πως ήδη έχουν γίνει πολλές επαφές και κρύβονται εκπλήξεις.
Η νέα κίνηση, που θα είναι «κάτι περισσότερο από χώρος διαλόγου και κάτι λιγότερο από κόμμα», θα αναλαμβάνει δράσεις και θα έχει μια ηγετική ομάδα, που θα χαράσσει τις πολιτικές με στόχο να κερδίζεται ζωτικός πολιτικός χώρος. Επιθυμούν να απευθυνθούν σε ένα νέο κοινό ή να πείσουν όσους αμφιταλαντεύονται να πάνε μαζί τους.
Το κείμενο της «Ομπρέλας» για την αποχώρηση από την Κ.Ε. περιέγραφε τις ενστάσεις που υπάρχουν: «Η νέα ηγεσία του κόμματος υποσχέθηκε με έναν πρωτόγονο τρόπο να τα αλλάξει όλα. Η υπόσχεση αυτή συνοδεύτηκε, όμως, με την παλιά συνταγή της ήττας.
Και ενώ με αυταρχισμό ξηλώνει χωρίς διαδικασίες πρόσωπα, ακόμα και αυτά της διεύρυνσης, κρατάει ως κόρη οφθαλμού τη διαρκή και βίαιη μετάλλαξη, αυτή ακριβώς που οδήγησε σε διαρκείς ήττες και σε απώλεια πολιτικής και κοινωνικής επιρροής.
Δείγμα γραφής οι δημοσκοπικές έρευνες, οι οποίες φέρνουν τον ΣΥΡΙΖΑ σε απόσταση αναπνοής από το ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ, με συνεχείς διαρροές προς άλλες δυνάμεις, κυρίως της Αριστεράς και της αποχής.
Η μετατόπιση και ο συνωστισμός, εντέλει, στο κέντρο και στον λαϊκίστικο συντηρητισμό, σκορπά απογοήτευση στον κόσμο της Αριστεράς, που βλέπει ένα ιστορικό εγχείρημα να υπονομεύεται και να γκρεμίζεται εκ των έσω».
Κανείς δεν εξήγησε στον Στέφανο Κασσελάκη πως άλλο πράγμα είναι η πολιτική αποδοκιμασία μιας δήλωσης που ξεπερνά τα ανεκτά όρια –δεν μπορείς να μιλάς για ίδρυση νέου κόμματος όταν ανήκεις ήδη σε έναν σχηματισμό, όπως, για παράδειγμα, έκανε ο Δημήτρης Βίτσας– και άλλο ένα εσωτερικό δημοψήφισμα που θα αποφασίσει για τις διαγραφές.
Τέτοιοι εξοστρακισμοί λογίζονται ακόμη ως «ταμπού» στον χώρο της Αριστεράς. Μέχρι το συνέδριο του 2022, διαδικασία αποπομπής από το κόμμα δεν περιλαμβανόταν καν στο καταστατικό. Πέρα από το γεγονός πως υπάρχουν πολλές ερμηνείες για το αν το άρθρο 24 όταν αναφέρεται σε «σοβαρά ζητήματα της πολιτικής» εννοεί τις διαγραφές.
Γι’ αυτό το θέμα, το «ευαγγέλιο» στον ΣΥΡΙΖΑ θέτει ως αρμόδια μόνο την Επιτροπή Δεοντολογίας.
Και ο ρόλος της είναι τόσο σημαντικός, που για να γίνει κάποιος μέλος της δεν μπορεί να κατέχει άλλο δημόσιο ή κομματικό αξίωμα, ενώ πρέπει να είναι πέντε χρόνια μέλος του κόμματος.
Το γεγονός πως η πενταετής κομματική προϋπηρεσία θα έπρεπε να έχει προβλεφθεί ως όρος εκλογιμότητας και για το αξίωμα του προέδρου, το συνειδητοποίησαν όλοι στις 25 Σεπτεμβρίου.
Αυτό, πάντως, που ενόχλησε πιο πολύ στην κίνηση του Στέφανου Κασσελάκη είναι ότι με την πρωτοβουλία του ακύρωσε τον ρόλο της Κεντρικής Επιτροπής, του κορυφαίου καθοδηγητικού οργάνου, ανακοινώνοντας πως αν απορριφθεί θα διενεργήσει δημοψήφισμα.
Οι διαγραφές διά δημοψηφίσματος επιτάχυναν τις αποσχίσεις και προκαλούν αποδοκιμασία του νέου προέδρου ακόμη και από στελέχη που συνομιλούν με τον Τσίπρα, όπως η Γεροβασίλη και ο Φλαμπουράρης.
H Αχτσιόγλου
Ο χρόνος που συντελείται η διάσπαση δεν είναι πολιτικά ουδέτερος. Οι ευρωεκλογές δεν είναι πολύ μακριά, αλλά ούτε και κοντά. Ο κίνδυνος να ξεφουσκώσει το εγχείρημα της «Ομπρέλας» μέσα στο επτάμηνο που απομένει –ειδικά στην περίπτωση που δεν θα υπάρξουν νέες προσθήκες– είναι υπαρκτός.
Οι εσωκομματικοί αντίπαλοί τους, άλλωστε, διευκρινίζουν ότι υπάρχει χαμηλό «εκλογικό ταβάνι» για τους τέσσερις «βασικούς μετόχους» (Τσακαλώτο, Φίλη, Βούτση και Σκουρλέτη) αφού δεν έχουν επαφή με τον χώρο του Κέντρου.
Τι θα ήθελαν ιδανικά οι αποχωρήσαντες; Να ακολουθήσει η «ομάδα Αχτσιόγλου» τα βήματά τους, έστω και σε δεύτερο χρόνο. Αν αυτό φάνταζε αδύνατο πριν από ένα μήνα, σήμερα κανείς δεν μπορεί να το αποκλείσει, παρότι χθες δεν συνέβη.
Είναι σίγουρο πως οι «μικροί» (Ηλιόπουλος, Χαρίτσης, Τζανακόπουλος) δεν θέλουν να εγκλωβιστούν, αφού θα είναι αναγκασμένοι να ασκούν κριτική στις επιλογές του Παύλου Πολάκη και να απαντούν στις σκληρές βολές του. Θεωρούν σίγουρο πως ο Χανιώτης βουλευτής θα τους στοχοποιήσει, αφού έχει «ανοίξει λογαριασμό» με την πρώην υποψήφια πρόεδρο κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου.
Σε αυτόν άλλωστε στόχευαν και οι αναφορές για «πολιτικό προσωπικό που μπροστά στην αδυναμία να παραγάγει πολιτικό περιεχόμενο επενδύει στο διχασμό και τελικά τη διάλυση», όπως αναφερόταν στο κείμενο που δημοσίευσε η ομάδα Αχτσιόγλου λίγο πριν από τη συνεδρίαση του Σαββάτου.
Τα νούμερα
Ο νέος «μισός ΣΥΡΙΖΑ» βάζει πλέον τον Στέφανο Κασσελάκη στη δύσκολη θέση από τη Δευτέρα να μπει στην επίπονη διαδικασία να «ξαναμαζέψει» τα διασκορπισμένα κομμάτια του. Πολλά απογοητευμένα στελέχη μιλούν για διάλυση του κόμματος.
Πρώτος στόχος του είναι να περιορίσει τις διαρροές, αλλά κυρίως να αποφύγει το μοιραίο: να βρεθεί αυτομάτως στην τρίτη θέση των δημοσκοπήσεων, κάτω από το ΠΑΣΟΚ.
Ενα κόμμα που καταρρέει δημοσκοπικά πόσο αξιόπιστος και αξιόμαχος πόλος θα είναι απέναντι στη Νέα Δημοκρατία;
Η διάσπαση θα μεγαλώσει το κενό στην Κεντροαριστερά, το οποίο ο Νίκος Ανδρουλάκης θα σπεύσει να καλύψει. Οπως, πάντως, ο Στέφανος Κασσελάκης δεν κατάφερε να αναπτύξει ισχυρή δυναμική μετά την εκλογή του, έτσι και οι αποχωρήσαντες δεν θα έχουν πολλές ευκαιρίες. Πολύ σύντομα θα μετρηθεί κατά πόσον έχουν την τάση να ξεπεράσουν το 3%. Διότι, αν το «κοντέρ» κινηθεί χαμηλά, τότε δύσκολα θα καταφέρουν να πείσουν για περαιτέρω συμπορεύσεις.
Το ίδιο ισχύει και για το ΠΑΣΟΚ. Μια πιθανή παραμονή στη στασιμότητα ή μια ισχνή άνοδος θα προκαλέσει νέες αμφιβολίες για τις δυνατότητες κυβερνησιμότητας της Χαριλάου Τρικούπη...
Αντώνης Αντζολέτος
Η Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου