Δύο πρόσωπα έχει δείξει η ελληνική εξωτερική πολιτική ενώπιον της νέας ανάφλεξης στη Μέση Ανατολή. Αυτό του Κυριάκου Μητσοτάκη στο πλάι του «φίλου Μπίμπι» Νετανιάχου στην Ιερουσαλήμ, όπου έσπευσε την περασμένη Δευτέρα για να... εκφράσει την άνευ ορίων και άνευ όρων στήριξή του στο Ισραήλ και στο δικαίωμά του στην αυτοάμυνα.
Κι αυτό του ίδιου Κυριάκου Μητσοτάκη στο Κάιρο, ενώπιον του αραβικού κόσμου, στις Βρυξέλλες, ενώπιον των Ευρωπαίων εταίρων, αλλά και στην Αθήνα, ενώπιον των Ελλήνων τηλεθεατών, όπου επαναλαμβάνει τη δέσμευση της χώρας στη λύση των δύο κρατών στην Παλαιστίνη σύμφωνα με τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, υπογραμμίζει ότι «άλλο η τρομοκρατική Χαμάς κι άλλο οι Παλαιστίνιοι» και τονίζει ότι πρέπει να προστατευτούν οι άμαχοι και να αποτραπεί μια ανθρωπιστική καταστροφή.
Ο πρωθυπουργός εμφανίστηκε εντυπωσιακά υποστηρικτικός στον Νετανιάχου όταν πήγε στο Ισραήλ όχι μόνο επειδή ήταν ενοχλητικά φειδωλός στις προειδοποιήσεις του για τήρηση του Διεθνούς Δικαίου και των κανόνων του πολέμου, αλλά και γιατί δεν φρόντισε να συναντηθεί και με τον Παλαιστίνιο Πρόεδρο Μαχμούντ Αμπάς στη Ραμάλα. Να δείξει ότι εννοεί πράγματι το «άλλο η Χαμάς, άλλο οι Παλαιστίνιοι», ότι δεν μεροληπτεί υπέρ του Ισραήλ.
Γι’ αυτό και η αξιωματική αντιπολίτευση άσκησε δριμεία κριτική σ’ αυτή τη μονόπαντη επίσκεψη, χαρακτηρίζοντάς τη «στρατηγικό λάθος και επικίνδυνη για την Ελλάδα ρήξη με την πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική που παραδοσιακά ακολουθεί η χώρα μας». Σύμφωνα με τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., το συμφέρον της χώρας επιβάλλει «μια ενεργητική εξωτερική πολιτική για την προάσπιση της ειρήνης και του Διεθνούς Δικαίου στην περιοχή και την ενεργή στήριξη σχετικών διεθνών και ευρωπαϊκών πρωτοβουλιών και όχι τη λογική του πιστού και δεδομένου συμμάχου στην πολιτική των ΗΠΑ και στην υιοθέτηση ρόλου προκεχωρημένου φυλακίου της Δύσης».
Βέβαια, τέσσερις μέρες αργότερα ο Μητσοτάκης εδέησε να επικοινωνήσει με τον Αμπάς, να τον διαβεβαιώσει ότι για την Ελλάδα ο νόμιμος εκπρόσωπος του παλαιστινιακού λαού είναι η Παλαιστινιακή Αρχή και να επαναλάβει τη «διαχρονική στήριξη της Ελλάδας στη λύση των δύο κρατών», ξεκαθαρίζοντας ότι «μόνο μια πολιτική λύση σ’ αυτή τη βάση μπορεί να εγγυηθεί την ειρήνη ανάμεσα στους Ισραηλινούς και στους Παλαιστίνιους και τη σταθερότητα στην περιοχή».
Η ελληνική εμπλοκή
Επί της ουσίας, η Ελλάδα παίζει περιορισμένο ρόλο σ’ αυτή την κρίση. Τηρεί μεν -σχεδόν με ενθουσιασμό- τις υποχρεώσεις της έναντι του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ, αλλά χωρίς να εμφανίζεται επισπεύδουσα, όπως έκανε μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, στέλνοντας αμέσως στρατιωτική βοήθεια στο Κίεβο.
Οι Αμερικανοί χρησιμοποιούν τις βάσεις στη Σούδα και στη Νέα Αγχίαλο, το υπουργείο Άμυνας είναι έτοιμο να παράσχει κάθε διευκόλυνση στην εκκένωση ξένων υπηκόων από τη Γάζα, αλλά για την ώρα δεν συνοδεύουν ελληνικά πολεμικά πλοία το αμερικανικό αεροπλανοφόρο «Gerald Ford», που έχει κάνει απειλητική την εμφάνισή του στην Ανατολική Μεσόγειο. Η μεν φρεγάτα «Ψαρά» συμμετέχει προγραμματισμένα σε νατοϊκά γυμνάσια χωρίς να της έχει ζητηθεί (ακόμη;) να συνοδεύσει το αμερικανικό αεροπλανοφόρο, ενώ το «Σαλαμίς» περιπολεί εδώ και χρόνια ανάμεσα στη Λεμεσό και στα ανοιχτά των ακτών του Λιβάνου ως μέρος της αποστολής των Ηνωμένων Εθνών στην περιοχή.
Η ελληνική κυβέρνηση δεν αγωνιά μήπως χρειαστεί να βοηθήσει στρατιωτικά το Ισραήλ, ξέρει ότι δεν θα της ζητηθεί. Αλλά αγωνιά για την αποσταθεροποίηση στη γειτονιά μας και τρέμει -όπως όλος ο πλανήτης- στην προοπτική μιας γενικότερης ανάφλεξης με τη συμμετοχή του Ιράν.
Προσφυγιά και τρομοκρατία
Σε μια φάση που προσπαθεί να πανηγυρίσει την απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας -έστω της χαμηλότερης-, η κυβέρνηση φοβάται πως ο πόλεμος στη Γάζα μπορεί να πλήξει την οικονομία (της Ευρώπης, και βεβαίως και της Ελλάδας) και να εκτινάξει σε δυσθεώρητα ύψη την τιμή του πετρελαίου και γενικότερα της ενέργειας. Μια -περιορισμένη- αγωνία έχει και για την πιθανότητα να αυξηθούν οι προσφυγικές ροές, αν και η Γάζα είναι περίκλειστη - και, απ’ ό,τι φαίνεται, περίκλειστη θα μείνει όσες βόμβες κι αν πέσουν.
Αυτό που δεν -έχει σοβαρό λόγο να- φοβάται η Ελλάδα είναι μήπως βρεθεί στο στόχαστρο ισλαμικής τρομοκρατίας, όπως άλλες χώρες της Ευρώπης. Τα περισσότερα τρομοκρατικά χτυπήματα έχουν γίνει εκεί που υπάρχει μια ριζοσπαστικοποιημένη δεύτερη και τρίτη γενιά μουσουλμάνων μεταναστών. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει.
Τέλος, η κυβέρνηση δεν έχει για την ώρα λόγο να φοβάται μια έντονη αντίδραση της ελληνικής κοινής γνώμης στις επιλογές της σ’ αυτή την κρίση. Σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση της GPO, στο ερώτημα ποια στάση πρέπει να τηρήσει η χώρα μας, το 65,4% προτιμά μια αυστηρή στάση ουδετερότητας, το 18,4% προτιμά να πάρει θέση υπέρ του Ισραήλ και το 11,5% να πάρει θέση υπέρ των Παλαιστινίων.
Αλλά και σύμφωνα με έρευνα που έγινε για λογαριασμό του Eteron (του Ινστιτούτου για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή), στο ερώτημα «Στον πόλεμο μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων εσείς προσωπικά με ποια πλευρά αισθάνεστε πιο κοντά;» το 43,3% απαντά «με καμία από τις δύο», το 28,5% με την πλευρά των Παλαιστινίων και το 22,1% με την πλευρά των Ισραηλινών...
Κάκη Μπαλή
ΑΥΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.