Πώς αποκτάται η πολιτική ηγεμονία στις «μεταμνημονιακές» συνθήκες; Το ερώτημα που βασάνισε τους τελευταίους μήνες τον ΣΥΡΙΖΑ απαντήθηκε πολλαπλά τις περασμένες δύο Κυριακές, επιβεβαιώνοντας πανηγυρικά όσους προειδοποιούσαν πως ο εκψινακισμός και η υπόκλιση στις συνταγές της trash TV δεν συνιστούν επ’ ουδενί αξιόπιστη απάντηση στην κρίση στρατηγικής της αντιπολίτευσης. Δύο... από τους τρεις δημάρχους που επανεκλέχτηκαν με τη στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ στο λεκανοπέδιο προέρχονται από την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά κι έχουν συνδυάσει τη σοβαρή και αξιόπιστη διαχείριση των κοινών με μια αδιαπραγμάτευτη υπεράσπιση της πολιτικοϊδεολογικής τους ταυτότητας (Χαλάνδρι, Κερατσίνι), η δε έκπληξη της Αθήνας προήλθε από έναν κεντροαριστερό μεν υποψήφιο, το σοβαρό προφίλ του οποίου (και η επικέντρωσή του στην προγραμματική σαφήνεια) απέχει έτη φωτός από την ψευτογκλαμουριά μιας εφήμερης δημοτικότητας κατασκευασμένης από τα ΜΜΕ.
Είναι πλέον προφανές πως η μερίδα εκείνη του ελληνικού λαού που δεν ανήκει ψυχή τε και σώματι στη Δεξιά, δεν ανταλλάσσει την ψήφο της μ’ ένα pass ούτε τα συμφέροντά της υπηρετούνται από τη νεοφιλελεύθερη απορρύθμιση, μερίδα δυνητικά πλειοψηφική, αναζητά πάνω απ’ όλα έναν σοβαρό κι αξιόπιστο εναλλακτικό προγραμματικό λόγο με εγγυήσεις (ή, έστω, πιθανότητες) έμπρακτης υλοποίησης. Το ίδιο ισχύει ακόμη και για μέρος των ψηφοφόρων της Ν.Δ.: το ένα έκτο των εκλογέων που σταύρωσαν στον πρώτο γύρο τους (συγγενείς, φίλους ή απλώς αρεστούς) υποψήφιους συμβούλους του ψηφοδελτίου του Μπακογιάννη απέφυγαν να προσέλθουν στην κάλπη στον δεύτερο γύρο, στέλνοντας έτσι έμμεσα στο σπίτι του τον χειρότερο -με απόσταση- δήμαρχο που πέρασε μεταπολιτευτικά από την Αθήνα. Φως φανάρι ότι τα χιλιοπαιγμένα επικοινωνιακά πυροτεχνήματα των κυβερνώντων, από τα «φόβητρα» της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και του… Κουφοντίνα μέχρι τη συκοφαντική ταύτιση κάθε αντιπάλου τους με τον Κασιδιάρη, έχουν κι αυτά τα όριά τους.
«Το κεφάλαιο είναι ένα εργαλείο για να μειώσουμε τις ανισότητες» | Στέφανος Κασσελάκης (Κερατσίνι 12.10.2023)
Τα μηνύματα αυτού του μικρού σεισμού υπήρξαν έτσι πολλαπλά. Το σημαντικότερο (και πιο ελπιδοφόρο) ήταν η άρνηση χιλιάδων πολιτών να υποκύψουν στα εκβιαστικά τελεσίγραφα των Αδώνιδων, πως η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα τους κάνει τη ζωή δύσκολη αν δεν ψηφίσουν «σωστά». Αξιοσημείωτη είναι επίσης η νεκρανάσταση του ΠΑΣΟΚ, ως του μόνου πλέον αξιόπιστου φορέα της Κεντροαριστεράς, καθώς και η απειθαρχία μιας μεγάλης μερίδας ψηφοφόρων του ΚΚΕ απέναντι στο κάλεσμα για αποχή, που πιστοποίησε για πολλοστή φορά τον ρόλο της ηγεσίας του ως του ύστατου αναχώματος της οικογένειας Μητσοτάκη. Οι κάλπες του Οκτωβρίου κατέδειξαν, τέλος, εμφατικά πόσο οι εσωκομματικές εκλογές του περασμένου μήνα ισοδυναμούν με χαμένη ευκαιρία για τον ΣΥΡΙΖΑ, που από αξιοπρεπές σοσιαλδημοκρατικό κόμμα μετασχηματίστηκε διά της επιθετικής εξαγοράς σε παιδική χαρά για τηλεπερσόνες ποικίλων διαμετρημάτων.
Πόσο σοβαρά μπορεί να πάρει λ.χ. ένας στοιχειωδώς σκεπτόμενος πολίτης έναν πολιτικό αρχηγό που τη μια μέρα εξαγγέλλει προγραμματικά την «υποχρεωτική στράτευση τόσο των αγοριών όσο και των κοριτσιών» («Κathimerini», 14/7/2023), έξι βδομάδες αργότερα εγκαινιάζει την εσωκομματική του καμπάνια υποσχόμενος μέσω βιντεοκλίπ την «κατάργηση της υποχρεωτικής θητείας στον στρατό» (29/8), για ν’ ακολουθήσουν, σε διάστημα ενός μόλις μήνα, διακηρύξεις του περί «κοινωνικής θητείας» (και) των δύο φύλων με «αμυντικό προσδιορισμό» (!), καθολική δηλαδή στρατολογία (Αιγάλεω, 21/9); Που εξαγγέλλει «διαχωρισμό Κράτους - Εκκλησίας» (με παύση της… μισθοδοσίας των παπάδων) και λίγο μετά τρέχει να υποβάλει τα σέβη του στην «Αυτού Θεία Παναγιότητα» (syriza.gr, 12/10), τον Οικουμενικό Πατριάρχη, εν μέσω δε εκλογών επιλέγει να ταξιδέψει στις ΗΠΑ για επαφές με Αμερικανούς πολιτικούς και στελέχη της Ομογένειας; Και πόσο να εμπιστευτεί κανείς ως υπεύθυνη Παιδείας την απίστευτη εκείνη «τριτοδεσμίτισσα», οι εμβριθείς παρεμβάσεις της οποίας στο πάνελ του ΣΚΑΪ (8/10) έκαναν ν’ ανθίσει το χειλάκι ακόμη και της εκλογικά χαροκαμένης κυρίας Κοσιώνη; Αν η Κουμουνδούρου έπασχε τα τελευταία χρόνια από έλλειψη ριζοσπαστισμού, τώρα πια της λείπει ακόμη και η σοβαρότητα.
Από την εικονική αυτοεξορία του στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης, ο Αλέξης Τσίπρας μπορεί πάντως να αισθάνεται δικαιωμένος. Οπως ο ίδιος κατάφερε να υλοποιήσει το άλμα προς την εξουσία που ο μέντοράς του Αλέκος Αλαβάνος ευαγγελιζόταν μεν αλλά αποδείχτηκε πρακτικά αδύνατο (για λόγους ιστορικούς και ιδιοσυγκρασιακούς) να πραγματοποιήσει, έτσι και ο δικός του διάδοχος ολοκληρώνει το έργο που αυτός δρομολόγησε μεν επί τέσσερα χρόνια, άφησε όμως τελικά ημιτελές για τους ίδιους ακριβώς λόγους: τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ από κόμμα με στοιχειώδη συλλογικότητα σ’ ένα ασπόνδυλο κι ανερμάτιστο one man show, η κοινωνική εμβέλεια και η πειστικότητα του οποίου αποδείχτηκαν περίτρανα στις φετινές βουλευτικές εκλογές – και, απ’ ό,τι φαίνεται, θα επιβεβαιωθούν ακόμη καταλυτικότερα στις ευρωεκλογές της ερχόμενης χρονιάς.
Ο μετασχηματισμός αυτός δεν πραγματοποιήθηκε φυσικά εν μιά νυκτί. Τα πρώτα ίχνη του, αλλά και τις αντιστάσεις που συναντούσε ακόμη στην εκλογική βάση τού τότε ΣΥΡΙΖΑ, τα επισημάναμε σε τούτην εδώ την εφημερίδα ήδη από την επαύριο των αυτοδιοικητικών εκλογών του 2014, πολύ πριν από τη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ., τη συνθηκολόγηση και συνακόλουθη διάσπαση του 2015 («Ανοίγματα που κλείνουν», «Εφ.Συν», 1.7.2014). Το κρίσιμο ερώτημα αφορά όμως το μέλλον. Τις δυνατότητες, με άλλα λόγια, οικοδόμησης μιας εναλλακτικής συλλογικότητας που, προτού καταστεί δυνάμει «κυβερνώσα», πρέπει πρώτα να υπάρξει ως (μαζική και όχι κατ’ όνομα) Αριστερά. Κι αυτό δεν είναι δουλειά μιας δημοσιογραφικής στήλης να το απαντήσει.
Τάσος Κωστόπουλος
efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου