«Ενας ακμαίος πολιτισμός αντιλαμβάνεται έγκαιρα τα προβλήματά του και βρίσκει τις λύσεις τους. Ενας παρακμασμένος τ’ αντιλαμβάνεται, αλλά δεν μπορεί να τα λύσει.
Ενας καθυστερημένος ούτε τα λύνει ούτε τα αντιλαμβάνεται. Στην Ελλάδα σχεδόν όλοι μιλούν σαν ν’ ανήκουν στην... πρώτη περίπτωση, σκέφτονται σαν ν’ ανήκουν στη δεύτερη και συμπεριφέρονται σαν ν’ ανήκουν στην τρίτη». Αυτόν τον αφορισμό χρησιμοποιεί ο κριτικός Δημοσθένης Κούρτοβικ στο περίφημο «Αντιλεξικό νεοελληνικής χρηστομάθειας» (εκδόσεις Τραμάκια) για να δείξει τη «δηθενιά» και την υποκρισία όχι μόνο των κυβερνώντων, αλλά και και ημών των υπολοίπων οι οποίοι βαυκαλιζόμαστε ότι είμαστε προβληματισμένοι.
Σαφώς η Ελλάδα δεν εμπίπτει στην τρίτη κατηγορία του «καθυστερημένου πολιτισμού», καθώς πολλοί είναι αυτοί -πολιτικές δυνάμεις και πολίτες- που αντιλαμβάνονται τα προβλήματα, αλλά και προσπαθούν να βρουν τις κατάλληλες λύσεις. Ούτε θα μας κατέτασσα στη δεύτερη κατηγορία, εκείνη του «παρακμασμένου πολιτισμού» που αντιλαμβάνεται τα προβλήματα, αλλά δεν μπορεί να τα λύσει.
Η πραγματικότητα είναι πως εκείνο που διαχρονικά έλειπε και λείπει από την Ελλάδα είναι η πολιτική βούληση για να λυθούν τα όποια προβλήματα. Δείτε για παράδειγμα την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη: με τον πιο καθαρό τρόπο οι εξελίξεις του φετινού καλοκαιριού έδειξαν την ανεπάρκεια του κρατικού μηχανισμού. Ωστόσο, επειδή η λέξη και μόνο «δημόσιο» προκαλεί αλλεργικό σοκ στους πάσης φύσεως νεοφιλελεύθερους, προτιμούν να κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν και είναι έτοιμοι να αποψιλώσουν ακόμα περισσότερο τις δημόσιες υποδομές, όπως το ΕΣΥ, τα ΑΕΙ ή την πολιτική προστασία.
Ο δογματισμός του νεοφιλελεύθερου εγκεφάλου είναι τέτοιος που αρνείται και να συζητήσει άλλες εναλλακτικές. Φυσικά παντού και πάντα προέχει η «μπίζνα» και η «αγορά» και αυτές οι δύο έννοιες αποτελούν τον απόλυτο φραγμό σε κάθε σκέψη περί ύπαρξης δημόσιων αγαθών. Η ιδεοληψία οδηγεί στον φανατισμό και ο φανατισμός στο μίσος για την «πλέμπα» και ό,τι θυμίζει κοινή ιδιοκτησία. Η «αριστεία» είναι το προκάλυμμα καπνού πίσω από το οποίο κρύβονται οι πιο ταπεινές προθέσεις: το ωμό συμφέρον, η ιδιοτέλεια και η απληστία.
Εξ ου και η αριστεία στην οικογενειοκρατία, στον νεποτισμό, στις απευθείας αναθέσεις, στο ρουσφέτι, στους διορισμούς και εν γένει στο πελατειακό σύστημα. Ο «ανταγωνισμός» και η αρπακτικότητα αναγορεύονται σε δημόσιες αρετές (και «ιδιωτικά βίτσια», όπως έλεγε και η ταινία του Μίκλος Γιάντσο).
Λέξεις όπως «υγιής ανταγωνισμός», «επιχειρηματικότητα» ή «οικονομικά κίνητρα» είναι ο φερετζές πίσω από τον οποίο κρύβονται η κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα, μία από τις πιο «καρτελοποιημένες» αγορές του κόσμου και ο πακτωλός θαλασσοδανείων, δανεικών και αγύριστων, όπως αυτά που έχουν πάρει η Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ.
Η υποκρισία της ελληνικής κοινωνίας συνίσταται στο ότι δημοσίως λέμε ό,τι δεν πιστεύουμε ιδιωτικώς. Και ιδιωτικώς τείνω να πιστέψω ότι ανήκουμε στην κατηγορία του καθυστερημένου πολιτισμού, αφού στέλνουμε στη Βουλή χριστιανοταλιμπάν, νεοναζί, συνωμοσιολόγους και επηρμένους τύπους που θεωρούν ότι μας κάνουν χάρη που μας εκπροσωπούν, δηλαδή «ψωνάρες» κατά το κοινώς λεγόμενο. Αλλά λίγο θα μας κατέτασσα και στους παρακμασμένους πολιτισμούς, αφού εξακολουθούμε να ζούμε με δανεική δόξα (αυτή των προγόνων μας), αλλά χωρίς ίχνος σοφίας και έμπνευσης σε ό,τι αφορά το σήμερα και το αύριο.
Κυριολεκτικά ζούμε με καύσιμα από το παρελθόν. Δικαίως ο Κούρτοβικ στο λήμμα Ελλάδα δίνει τον ορισμό «αυτοκίνητο που μαρσάρει, συνεχώς ακινητοποιημένο στη λάσπη»...
Τάσος Τσακίρογλου
efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου