Αντιμέτωπος με ερωτήματα που ξεπερνούν το «ποιος θα κυβερνήσει» βρίσκεται ο ψηφοφόρος που θα επιλέξει την συμμετοχή του στην δημοκρατική διαδικασία των σημερινών εκλογών. Οι «άδειες κάλπες» των εκλογών της 25ης Ιουνίου θα γεμίσουν υπό την καθοριστική επιρροή του... εκλογικού αποτελέσματος της 21ης Μαΐου.
Έναν πολιτικό συσχετισμό- δηλαδή- που θα αποτελούσε έκπληξη μεγατόνων αν αμφισβητούνταν ή πολύ περισσότερο αν ανατρέπονταν.
Παρόλα αυτά όμως τα ποσοστά που θα λάβουν τα κόμματα θα καθορίσουν όχι μόνον τις πολιτικές που θα ασκηθούν τα επόμενα χρόνια αλλά και την ποιότητα στην λειτουργία της δημοκρατίας.
Η αναγκαιότητα μιας αντιπολίτευσης που θα έχει την δύναμη να οριοθετήσει την άσκηση της εξουσίας προβάλλει ως το βασικό επίδικο για τον προοδευτικό – δημοκρατικό κόσμο.
Κάτι που δύσκολα θα υπηρετηθεί αποτελεσματικά από την παγίωση ενός πολιτικού συστήματος του «1,5 κόμματος» όπως έχει χαρακτηριστικά λεχθεί.
Για πολλοστή φορά η χώρα θα κυβερνηθεί από μία κοινοβουλευτική πλειοψηφία που θα προκύψει μέσω του «μπόνους» που δίνει ο ισχύον εκλογικός νόμος.
Για την οποία αποτελεί ερώτημα του αν θα της επιτραπεί από τους πολιτικούς συσχετισμούς να λειτουργήσει ως καθεστώς. Αυτά σε μια περίοδο που κομβικά κοινωνικά προβλήματα, όπως η ακρίβεια και οι χαμηλοί μισθοί να είναι παρόντα, στο φόντο γεωπολιτικών αβεβαιοτήτων.
Την ίδια στιγμή που το «στρατηγείο» των Βρυξελλών έχει με αποφασιστικότητα ξεκαθαρίσει πως επιστρέφουμε στις συνθήκες των δημοσιονομικών πλεονασμάτων και των ανάλογων προσαρμογών στις πολιτικές των κρατών – μελών.
Η Ν.Δ.
Η Νέα Δημοκρατία πέτυχε στις εκλογές της 21ης Μαϊου ένα αναμφισβήτητα εμφατικό ποσοστό. Με το πλέον εντυπωσιακό του στοιχείο να είναι πως όχι μόνον δεν κατέγραψε την συνήθη «κυβερνητική φθορά», αντιθέτως επαύξησε ελαφρώς τα ποσοστά της. Συγκριτικά το ποσοστό αυτό δεν είναι πρωτοφανές για τα ελληνικά δεδομένα αφού στο παρελθόν οι πολιτικοί σχηματισμοί του λεγόμενου «δικομματισμού» έχουν πετύχει εκλογικές επιδόσεις αισθητά μεγαλύτερες από το 40%.
Όμως ήδη η ηγεσία της Ν.Δ έχει «μεταφράσει» την εκλογική της επίδοση σε επιβεβαίωση του συνόλου των επιλογών και το κυριότερο ως «λευκή επιταγή» στην οποία βασίζει τον στόχο της πλήρους υλοποίησης μιας νεοφιλελεύθερης ατζέντας. Ακριβώς αυτής που δεν μπόρεσε να εφαρμόσει στην 4ετία 2019-2022 λόγω της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης/ακρίβειας που – ελέω δημοσιονομικής χαλάρωσης- την οδήγησαν σε έναν ιδιότυπο «κεϋνσιανισμό» με τα κάθε λογής επιδόματα να έχουν τον πρώτο λόγο.
Τα «σημάδια» αυτών των προθέσεων έχουν ήδη διαφανεί στην προεκλογική περίοδο. Μάλιστα με παραδοχές κορυφαίων στελεχών της Ν.Δ. Αρχικά ο Άδωνις Γεωργιάδης που έθεσε τον στόχο των 180 βουλευτών προκειμένου το κόμμα του να κάνει μόνο του συνταγματική αναθεώρηση.
Μετέπειτα ο υποψήφιος στην Εύβοια, Σπύρος Πνευματικός, που μιλώντας για διαλογή καρκινοπαθών ασθενών με οικονομικά κριτήρια, έδωσε το στίγμα τη πολιτικής που θα ακολουθηθεί στην Υγεία.
Επίσης ο Θόδωρος Σκυλακάκης που αποκάλυψε ότι οι προεκλογικές υποσχέσεις του Κ.Μητσοτάκη δεν συνιστούν καταγεγραμμένη δέσμευση στο Πρόγραμμα Σταθερότητας που έχει κατατεθεί στις Βρυξέλλες και κατ’ επέκταση είναι «λόγια του αέρα».
Επικουρικά ο Κωστής Χατζηδάκης και Θανάσης Πλεύρης που παραδέχθηκαν δημοσίως πως δεν θα γίνει καμία απολύτως νέα πρόσληψη στο δημόσιο μια και θα τηρηθεί ο κανόνας του «ένας φεύγει (συνταξιοδότηση) ένας έρχεται).
Επιστέγασμα όλων η περίφημη δήλωση της Ντόρας Μπακογιάννη προς την μουσουλμανική μειονότητα της Ροδόπης η οποία έστειλε το μήνυμα «όποιος δεν μας ψηφίσει δεν θα περάσει καλά» σε όλη την χώρα.
Αυτά ενώ η φημολογία για την κυβέρνηση που ετοιμάζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης θέλει τους ακροκεντρώους του πάλαι ποτέ «εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ» να «φτιάχνουν ομάδα» με τον σκληρό πυρήνα των νεοφιελεύθερων της Ν.Δ και την τριπλέτα της ακροδεξιάς (Γεωργιάδης, Βορίδης, Πλεύρης) να βρίσκει επίσης την θέση της στο κυβερνητικό σχήμα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ
Στον αντίποδα ο ΣΥΡΙΖΑ επιχείρησε σε «χρόνο μηδέν» να «απορροφήσει» το σοκ της απώλειας 12 ποσοστιαίων μονάδων και να προσπαθήσει να αποκαταστήσει την προνομιακή σχέση που είχε με την λαϊκή γειτονιά.
Έχοντας κρατήσει σε κοινωνικό επίπεδο το «κάστρο» της ψήφου της μισθωτής εργασίας, που είναι και ο μόνος χώρος στον οποίο διατήρησε τα πρωτεία. Ένα δεδομένο που δεν είναι αμελητέο και θα μπορούσε να αποτελέσει την βάση της επανάκαμψης του στον ρόλο μιας αξιωματικής αντιπολίτευσης που θα αποτελεί «αντίπαλο δέος».
Ακριβώς αυτό άλλωστε στοχεύει σε αυτή την κάλπη όπως έχει πολλάκις διαμηνύσει ο Αλέξης Τσίπρας τονίζοντας πως ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει κόμμα εξουσίας.
Στην τρέχουσα προεκλογική περίοδο στην Κουμουνδούρου έγιναν αλλαγές ώστε να πιστοποιηθεί πως το μήνυμα των ψηφοφόρων ελήφθη ενώ ταυτόχρονα επιχειρήθηκε το πρόγραμμα του κόμματος να βρεθεί στο επίκεντρο της προεκλογικής ατζέντας ως αντίβαρο στην «κρυφή ατζέντα» της Νέας Δημοκρατίας όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται.
Το ΠΑΣΟΚ
Το κόμμα του Νίκου Ανδρουλάκη αύξησε τα ποσοστά του στις εκλογές της 21ης Μαίου και πλέον προσδοκά στην επιβεβαίωση της τάσης αυτής στο εκλογικό σώμα.
Μια τέτοια εξέλιξη θα δώσει στο ΠΑΣΟΚ την δυνατότητα να σχεδιάσει και να υλοποιήσει μια τακτική «ολικής επαναφοράς» εκμεταλλευόμενο και τις απανωτές αναμετρήσεις που θα υπάρξουν τους επόμενους 12 μήνες: Δηλαδή τις δημοτικές εκλογές του Οκτωβρίου και τις Ευρω-εκλογές του Ιουνίου του 2024.
Επίσης ο Νίκος Ανδρουλάκης, ως μέλος πλέον της Βουλής των Ελλήνων, θα κληθεί να δώσει σαφή δείγματα γραφής σχετικά με το περιεχόμενο της «αξιόπιστής αντιπολίτευσης» την οποία πρέσβευσε στην προεκλογική περίοδο.
Το ΚΚΕ
Η άνοδος του ΚΚΕ στις εκλογές της 21ης Μαΐου, επιβεβαιώνει την ενίσχυση της παρουσίας μιας «σταθεράς» για τον χώρο της αριστεράς στην Βουλή. Κυρίως όμως στους κοινωνικούς αγώνες όπου στον Περισσό εστιάζουν το ενδιαφέρον τους.
Σε κοινοβουλευτικό επίπεδο η διατήρηση ή η διεύρυνση των δυνάμεών του στις εκλογές του Ιουνίου θα συμβάλει και στους θεσμικούς τρόπους ελέγχου της ασκούμενης πολιτικής μια και να αναζητείται ο «μαγικός αριθμός» των 120 βουλευτών της αντιπολίτευσης. Αυτός που «ξεκλειδώνει» μια σειρά από δυνατότητας όπως η σύσταση εξεταστικών επιτροπών.
Η Βουλή
Η εικόνα του Κοινοβουλίου των επόμενων χρόνων αποτελεί ένα από τα σημαντικά διακυβεύματα της κάλπης. Καθοριστική γι αυτό θα είναι η ποσότητα των κομμάτων (5κομματική η 7κομματική-8κομματική Βουλή) αλλά κυρίως η ποιότητά τους.
Ιδίως από την στιγμή που δημοσκοπικά εντοπίζονται στο «κατώφλι της εισόδου» σχηματισμοί με έντονα προσωποπαγή ή γραφικά στοιχεία. Ακόμη και συνδυασμό και των δύο.
Είναι εμφανές ότι κοινοβουλευτικοί συσχετισμοί που θα θολώνουν μέσω της γραφικότητας ή της εντυπωσιοθηρίας την πραγματική πολιτική διαπάλη που θα διεξαχθεί αποτελούν αντικειμενικά συνθήκη στήριξης της διαφαινόμενης πλειοψηφίας της Νέας Δημοκρατίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου