Έπιασα τον εαυτό μου να σκέφτεται την πανέμορφη Πύλο, όταν φτάνω πάντα παίρνω μια βαθιά ανάσα, είναι η «πύλη», το πέρασμα για τον (ακόμη) άγριο βαθύ νότο της Μεσσηνίας.
Όπως κατεβαίνεις προς την Πύλο, στα δεξιά κάτω -προς τη Γιάλοβα- απλώνεται η αυτοκρατορία των κοσταναυαρίνων, που κάθε χρόνο καταπίνει κι άλλη γη, κι άλλη, κι ακόμη περισσότερη και σηκώνει το ένα ξενοδοχείο μετά το άλλο, τόσο που... πλέον δυσκολεύεσαι να τα ξεχωρίσεις· τόσο που απορείς γιατί να θέλει κάποιος να πάει να περάσει το χρόνο του σε ένα τέτοιο τέρας που αποκόπηκε πλέον εντελώς από το φυσικό του περιβάλλον. Επειδή είναι χλιδάτο, θα πουν κάποιοι. Οκ, θα πω εγώ, έχει κι άλλα χλιδάτα που δεν είναι ελούντες και κοσταναυαρίνα. Την Ελούντα επίσης έβλεπα σε φωτογραφία προχθές και νόμιζα ότι έβλεπα το Μπρούκλιν, τίγκα στο τσιμέντωμα.
Κι όπως τα σκεφτόμουν όλα αυτά άρχισα να γελάω.
Δεν είμαι αναίσθητη. Εντάξει, μπορεί να μην γράφω πολύ συναισθηματικά και ποιητικά στάτα για το καημένο το τάδε παιδάκι, αλλά ποιον έσωσαν τα συναισθηματικά και ποιητικά στάτα για το καημένο το τάδε παιδάκι; Ποτέ κανέναν. Προσπαθώ κατά καιρούς να γράφω άλλα πράγματα, οι αιτίες είναι το θέμα, όχι οι λυρικές περιγραφές των συνεπειών.
Γέλαγα, λοιπόν, διότι σκέφτηκα τους κοσταναυαρίνους πανικόβλητους μην αρχίσουν και σκάνε τα πτώματα στο Ρωμανό, εκεί που κάνουν μπάνιο οι Ρονάλντοι αυτού του κόσμου. Και εκεί που κολυμπάει ο Χ υπερπλούσιος, ή πίνει τα κοκτέιλ του στο ντεκ της πισίνας νούμερο 634Β, ξαφνικά δει μπροστά του έναν πνιγμένο μαύρο.
Σκέφτηκα ότι, όπως και να το κάνεις, έχει μια πολύ επιτυχημένη ειρωνεία να πνίγονται οι πάμφτωχοι εκεί ακριβώς που κολυμπάνε οι πάμπλουτοι.
Έρχεται και φέρνει με κάποιον τρόπο παρέα τις αιτίες και τα αποτελέσματα, τους πνιγμένους στη θάλασσα και τους πνιγμένους στα πλούτη, με φόντο το απέραντο ελληνικό γαλάζιο, συγχωρήστε με αλλά ναι, αυτό έχει έναν λυρισμό και μια ποιητικότητα πολύ πιο ταιριαστά στην εποχή μας.
Κατά τα λοιπά, θα περάσει κι αυτό, θα γράψουμε, λυρικά ή λιγότερο, κάποιοι θα συνεχίσουν να φωνάζουν για τις αιτίες· εκεί κάτω στις βόρειες ακτές της Αφρικής, στη Σαχέλ, στη Μέση Ανατολή, γίνονται αδιανόητα πράγματα αλλά ελάχιστους ενδιαφέρει αυτό αν τα αδιανόητα δεν ξεβραστούν στις ακτές μας.
Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, σε ένα ακόμη παράδοξο της εποχής, αποκτούν ταυτότητα και (ποιητική) υπόσταση όταν πνιγούν. Όσο είναι ζωντανοί και τους ξεκοιλιάζουν, τους πουλάνε και τους αγοράζουν, τους παίρνουν με τη βία τα όργανα, ξεσπιτώνονται, πεινάνε, τραβάνε τα πάνδεινα, είναι απλώς κάτι αριθμοί που ούτε καν αυτούς δεν ξέρουν οι περισσότεροι.
Πιο πολύ μας καίει που στις ακτές μας δεν έχει ακόμη φέτος πολύ ήλιο, χιλιάδες αναφορές στον καιρό, καμία για όσα γίνονται εκεί κάτω.
Δεν μας κατηγορώ ιδιαίτερα. Έτσι πάει ο κόσμος, έτσι πήγαινε πάντα, σήμερα πιο πολύ. Ένας ατελείωτος λυρισμός για να κρυφτεί από πίσω η ουσιαστική μας απάθεια.
Ανάπτυξη, υπερπλουτισμός των λίγων, τσιμέντωμα, κλιματική αλλαγή, υπερφτωχοποίηση των πολλών. Αυτή είναι περίπου η αλυσίδα.
Κάθε φορά που ο καιρός μάς μελαγχολεί, θα πνίγονται και περισσότεροι. Κάθε φορά που πνίγονται περισσότεροι, θα γράφουμε πιο λυρικά. Και θα προσπερνάμε πιο γρήγορα. Κάθε φορά που μια βάρκα θα μπατάρει έξω από την Πύλο, τρία κοκτέιλ στο κοσταναυαρίνο θα τσουγκρίζουν και τρεις εξέκιουτιβς θα βρίζουν μέσα από τα δόντια τους.
Μέχρι να βάλουν κι ένα ωραίο παραβάν μέσα στη θάλασσα να μην ενοχλούν οι πνιγμένοι. Είναι κοστ εφέκτιβ και είναι και το σωστό...
Από το Facebook της Μαρίας Δεδούση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου