24.6.23

Ο Συρίγος «απαντά» στον Μητσοτάκη για τη μειονότητα...


Δημήτρης Ψαρράς

Σε σύγγραμμα που διδάσκεται στους φοιτητές του Παντείου ο εκλεκτός του πρώην πρωθυπουργού αναγκάζεται να παραδεχτεί όσα κάνει ότι αγνοεί το «κράτος των Αθηνών» για τους τουρκογενείς, τους Πομάκους και τους Αθίγγανους μουσουλμάνους της Θράκης.
Ο κ. Μητσοτάκης επέλεξε... να προβάλει ως κύριο πολιτικό διακύβευμα των αυριανών εκλογών το ζήτημα της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης. Αφού εξασφάλισε πρώτα ότι δεν θα γίνει καμιά ουσιαστική αντιπαράθεση πολιτικών προγραμμάτων και αφού χρησιμοποίησε ακόμα και την τραγωδία της Πύλου ως πρόσχημα για την αποφυγή κάθε είδους ντιμπέιτ, θέλησε ξανά να στηριχτεί σε ένα πλαστό «εθνικό ζήτημα», πιστεύοντας ότι θα δρέψει και πάλι τα θετικά αποτελέσματα που της απέφερε το 2019 η συμπαράταξη με την Ακροδεξιά στην υποκριτική καταγγελία της Συμφωνίας των Πρεσπών.

Την απάντηση στην τυχοδιωκτική κινδυνολογία του κ. Μητσοτάκη δίνει ένας δικός του άνθρωπος, ο Αγγελος Συρίγος, στέλεχος της προηγούμενης κυβέρνησης, ο οποίος δεν μπορεί να κατηγορηθεί ως «ενδοτικός». Το αντίθετο, μάλιστα. Στέλεχος του γνωστού «Δικτύου 21», ο κ. Συρίγος στηρίζει την πολιτική του καριέρα στη «σκληρή γραμμή», προκαλώντας με υποτιμητικές δηλώσεις για την εξέγερση του Πολυτεχνείου και τους αγώνες της Μεταπολίτευσης, μόνο που στις επίσημες πανεπιστημιακές παραδόσεις του είναι υποχρεωμένος να πει και… τα άλλα.

Μπορεί καθένας να το διαπιστώσει διαβάζοντας τις πανεπιστημιακές παραδόσεις του στο Πάντειο («Σχέσεις Ελλάδος - Τουρκίας: από τη Λωζάνη έως σήμερα», 2012), επίσημα αναρτημένες στην «Πάνδημο» (https://tinyurl.com/2nlowcdd).

Ενδεικτικά αλιεύουμε ορισμένα αποσπάσματα από το κεφάλαιο για τη μειονότητα, στα οποία, χωρίς να εγκαταλείπει τη σκληρή γραμμή, είναι υποχρεωμένος να παραδεχτεί και όσα κάνει ότι αγνοεί το «κράτος των Αθηνών».

1. Ποιος επέμενε να ονομάζεται «μουσουλμανική» η μειονότητα; «Η Τουρκία από την πρώτη στιγμή της Συνδιασκέψεως [της Λωζάννης] επέμεινε στη χρήση όρων συνδεδεμένων με το σύστημα των μιλέτ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας όπως οι όροι “μουσουλμάνοι” και “μουσουλμανικές μειονότητες”. Εκ πρώτης όψεως ήταν περίεργο, ο εκπρόσωπος ενός κράτους, το οποίο διακήρυττε σε όλους τους τόνους κατά τη διάρκεια της Συνδιασκέψεως ότι ήταν κοσμικό, να εμμένει σε οθωμανικούς εθνο-θρησκευτικούς όρους.



Οι πανεπιστημιακές παραδόσεις του περιλαμβάνουν τις θέσεις του για τη μειονότητα

Ο λόγος της εμμονής οφειλόταν στο ότι κατά τη διάρκεια της Συνδιασκέψεως οι Τούρκοι επέμειναν ότι όλοι οι Μουσουλμάνοι της Τουρκίας θα έπρεπε να θεωρούνται συλλήβδην ως Τούρκοι. Συνεπώς όλες οι διατάξεις για την προστασία των μειονοτήτων θα έπρεπε να αναφέρονται αποκλειστικώς σε θρησκευτικές και όχι εθνικές μειονότητες και δεν θα μπορούσαν να τις επικαλεσθούν οι μουσουλμάνοι κάτοικοι της Τουρκίας που δεν ήσαν τουρκικής καταγωγής».

«Επομένως η χρήση του όρου “μουσουλμάνος” και κατ’ επέκτασιν “μουσουλμανική μειονότητα” ξεπήδησε από την ανάγκη του τουρκικού κράτους να αποκτήσει ομοιογένεια στο εσωτερικό του μέσω της ισοπεδώσεως των φυλετικών και γλωσσικών διαφορών όσων ήσαν μουσουλμάνοι» (σ. 176).

«Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι αν και τα άρθρα αναφέρουν το θρήσκευμα ως κριτήριο, ο τίτλος της Συμβάσεως της 30ής Ιανουαρίου 1923 είναι “περί ανταλλαγής των ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών” και όχι περί “ανταλλαγής των ελληνορθόδοξων και μουσουλμανικών πληθυσμών”». «Τέλος αξίζει να επισημανθεί ότι για άγνωστο λόγο, το ελληνικό κείμενο της συνθήκης της Λωζάνης, όπως κυκλοφόρησε το 1923 από το Εθνικό Τυπογραφείο αναφέρει τον όρο “μουσουλμανικές μειονότητες” στον πληθυντικό» (σ. 177).

2. Υπήρξε επίσημη θέση της Ελλάδας η επωνυμία «τουρκική μειονότητα»; «Δυστυχώς το θέμα της ονομασίας της μειονότητας έχει γίνει αντικείμενο αρκετών προστριβών κατά καιρούς. Βάσει της Συνθήκης της Λωζάνης η μειονότητα ονομάζεται μουσουλμανική. Με τον ν. 3065 του 1954, όμως, και δύο οδηγίες του τότε Γενικού Διοικητή Θράκης Φεσσόπουλου προς τις διοικητικές αρχές του τόπου, ορίσθηκε να γίνεται χρήση των λέξεων “Τούρκος-τουρκικό” αντί του “Μουσουλμάνος-μουσουλμανικό” στις δημόσιες επιγραφές και στα έγγραφα που αφορούν τη μειονότητα.

Το 1972 [σ.σ. επί χούντας] με τον ν. 1109 απαγορεύτηκε η χρήση της λέξεως τουρκικός. Eκτοτε, αυτό το καθεστώς έχει επιβεβαιωθεί και με δικαστικές αποφάσεις όπου απαγορεύεται η χρήση των λέξεων “Τούρκος-τουρκικό” από μέλη της μειονότητας» (σ. 177).

3. Τελικά για ποιο λόγο χαρακτηρίζεται «μουσουλμανική» η μειονότητα; «Η χρήση θρησκευτικού και όχι κάποιου εθνικού όρου για να περιγραφεί η μειονότητα, υπήρξε ορθή επιλογή για δύο λόγους. Πρώτον την εποχή εκείνη η κύρια διάκριση, το κοινό σημείο αναφοράς και ο συνδετικός ιστός των διαφόρων “λαοτήτων” στα Βαλκάνια ήταν κυρίως η κοινή θρησκευτική πίστη, σύστημα που είχαν ακολουθήσει και οι Οθωμανοί με το διαχωρισμό των μιλέτ.

Ο δεύτερος και πολύ βασικότερος λόγος είναι το γεγονός ότι η μειονότητα στη Θράκη αποτελείται από τρεις διαφορετικές πληθυσμιακές ομάδες που διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τη φυλετική καταγωγή, τα ήθη και έθιμα και τον τρόπο ζωής.

Πιο συγκεκριμένα διακρίνουμε τους Τουρκογενείς, τους Πομάκους και τους Αθίγγανους. Το μοναδικό συνεκτικό τους στοιχείο και σαφής τρόπος προσδιορισμού ήταν η θρησκευτική τους συνείδηση» (σ. 178).

4. Ποιοι επέμεναν στον χαρακτηρισμό «Τούρκοι» στο εσωτερικό της μειονότητας; «Στα πρώτα χρόνια μετά τη συνθήκη της Λωζάνης υπήρχε σύγκρουση στους κόλπους των Τουρκογενών ανάμεσα στους συντηρητικούς, που επέμενα στην αραβική γραφή και στην προσήλωση στο Ισλάμ και τους νεωτεριστές οι οποίοι επιθυμούσαν να εφαρμοσθούν οι κεμαλικές αρχές στην Ελλάδα. Με τη βοήθεια της ελληνικής κυβερνήσεως οι νεωτεριστές τελικώς υπερίσχυσαν. Σήμερα αποτελούν τον “σκληρό” πυρήνα της μειονότητας» (σ. 180).

5. Τελικά, το τουρκικό προξενείο ξεκίνησε τώρα να αναμιγνύεται στις εκλογές; «Το χαρακτηριστικό των πρώτων εκλογικών αναμετρήσεων μετά το 1974 είναι τα κόμματα που υπερψηφίζουν οι μουσουλμάνοι ξεπερνούν στους δύο νομούς Ροδόπης και Ξάνθης κατά πολύ τον εθνικό μέσο όρο των ψήφων τους.

Γενικότερα πάντως, τα άτομα που κατέρχονται ως υποψήφιοι με τα κόμματα εξουσίας έχουν συνήθως καλές σχέσεις με το τουρκικό προξενείο. Oπως σωστά έχει παρατηρηθεί, τα πολιτικά κόμματα δεν στοχεύουν στην πολιτική ένταξη και ενσωμάτωση της μειονότητας αλλά επιδιώκουν συγκυριακές συνεργασίες με αποκλειστικό κριτήριο την είσπραξη ψήφων» (σ. 184-5).

6. Πώς και πότε απέκτησε ισχύ το προξενείο; «Η ιστορία του τουρκικού προξενείου στην Κομοτηνή ξεκινά αμέσως μετά τη Συμφωνία της Λωζάνης. Από το 1923 μέχρι το 1930 στη Θράκη λειτουργούσε ως απλό προξενικό γραφείο υπό την εποπτεία του τουρκικού προξενείου στη Θεσσαλονίκη. Το έτος εκείνο η Τουρκία αναβάθμισε το γραφείο σε Προξενείο με τη σύμφωνη γνώμη της κυβερνήσεως Βενιζέλου» (σ. 186).

7. Ποια είναι η σχέση του προξενείου με τη μειονότητα; «Η μειονότητα αντιλαμβάνεται στην πράξη τα όργανα του προξενείου ως ισότιμα με τα όργανα του κράτους, αφού μπορούν να επηρεάζουν στον ίδιο βαθμό τις εξελίξεις στην περιοχή. Το τόσο σημαντικό στα μάτια των μουσουλμάνων “ντοβλέτι” αποτελούν τόσο οι ελληνικές δημόσιες υπηρεσίες όσο και οι τουρκικές προξενικές αρχές της Κομοτηνής» (σ. 187).

8. Πώς αντιμετωπίζουν οι διεθνείς οργανισμοί τη στάση της Ελλάδας; «Είναι χαρακτηριστικό ότι όλες οι διεθνείς επιτροπές οι οποίες έχουν πάει στη Θράκη τα τελευταία χρόνια θεωρούν ότι η ελληνική κυβέρνηση με τη στάση της προσπαθεί να αρνηθεί την εθνική ταυτότητα των μουσουλμάνων» (σ. 192).

9. Η ελληνική στάση συμβαδίζει με το σύγχρονο διεθνές δίκαιο; «Η ελληνική πολιτική απέναντι στη μειονότητα και η οχύρωση πίσω από το κείμενο της συνθήκης της Λωζάνης δεν θα μπορέσει να διατηρηθεί για πολύ καιρό ακόμη. Οι σύγχρονες τάσεις του δικαίου των μειονοτήτων δίνουν το δικαίωμα στα μέλη της μειονότητας να αυτοπροσδιορίζουν την ταυτότητά τους. Αυτό σημαίνει ότι εφόσον κάποιος θεωρεί ότι είναι Τούρκος δεν μπορεί το ελληνικό κράτος να τον υποχρεώσει να λέει ότι είναι μουσουλμάνος».

10. Και ποια μπορεί να είναι η λύση; «Οι τρεις διαφορετικές εθνικές ομάδες πρέπει να ξεχωρίσουν μεταξύ τους. Αυτό μπορεί να γίνει κυρίως με την καλλιέργεια και τόνωση εκείνων ακριβώς των στοιχείων που τις διαφοροποιούν. Προς το παρόν, πάντως, επιμένουμε να βαυκαλιζόμαστε. Πρέπει να αναγνωρίσουμε επιτέλους τους Πομάκους και τους Αθιγγάνους παράλληλα και ισότιμα με τους Τουρκόφωνους και να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να διατηρήσουμε και να τονώσουμε τα ιδιαίτερα στοιχεία τους» (σ. 192).

Ασχετα, λοιπόν, με όσα λέει ο κ. Μητσοτάκης, ο «ειδικός» στα μειονοτικά στενός του συνεργάτης επιμένει στη γραμμή των «τριών μειονοτήτων», από τις οποίες η μεγαλύτερη δεν μπορεί παρά να είναι η τουρκική! Μήπως πρέπει τώρα ο πρόεδρος της Ν.Δ. να ζητήσει δήλωση νομιμοφροσύνης από τον κ. Συρίγο;

efsyn.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: