7.3.23

Καταπέλτης η έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης για τις υποκλοπές στην Ελλάδα...



Καταπέλτης για την ελληνική κυβέρνηση είναι η Ετήσια Έκθεση των συνεργαζόμενων οργανισμών στην πλατφόρμα του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Προώθηση της Προστασίας της Δημοσιογραφίας και την Ασφάλεια των Δημοσιογράφων, με αιχμή του δόρατος φυσικά το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, που πέραν των δημοσιογράφων επεκτάθηκε σε πρόσωπα της πολιτικής και της στρατιωτικής ηγεσίας του τόπου. 

Στην... έκθεση, που δημοσιεύτηκε σήμερα, γίνεται αναλυτική αναφορά στις αποκαλύψεις για παρακολούθηση δημοσιογράφων αλλά και για τις διασυνδέσεις Μαξίμου-ΕΥΠ-Intellexa που εμπορεύεται το Predator.

Παρακολουθήσεις και spyware

Στην έκθεση αναφέρεται ότι το 2022 αυξήθηκαν οι απειλές για τους δημοσιογράφους και τις πηγές τους από τις παρακολουθήσεις, καθώς προέκυψαν νέες καταγγελίες σχετικά με την κατάχρηση εξελιγμένων εργαλείων spyware από τις κυβερνήσεις της περιοχής. 


Η έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης τονίζει ότι «η παρακολούθηση της επικοινωνίας των δημοσιογράφων αποτελεί άνευ προηγουμένου απειλή για την ελευθερία του Τύπου, αποδυναμώνει σοβαρά την προστασία των πηγών και της ιδιωτικότητας, υπονομεύει τις δημοσιογραφικές έρευνες και δημιουργεί ανασταλτικό παράγοντα για τους καταγγέλλοντες και άλλες δημοσιογραφικές πηγές».

Αφού σημειώνει πως οι ανησυχίες των δημοσιογράφων εντάθηκαν σημαντικά μετά τη δημοσίευση μιας μεγάλης έρευνας από το Pegasus Project το 2021, αναφέρει ότι το 2022 εμφανίστηκε ένα νέο προϊόν spyware, το Predator, με αποκαλύψεις στην Ελλάδα σχετικά με τη χρήση του για παρακολούθηση και του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη, καθώς και κορυφαίων πολιτικών. Η έκθεση αναφέρει ότι «ο Κουκάκης, δημοσιογράφος που κάνει ρεπορτάζ για το οικονομικό έγκλημα για διεθνή μέσα ενημέρωσης, είχε τεθεί υπό παρακολούθηση για τουλάχιστον δέκα εβδομάδες το καλοκαίρι του 2021». Στην έκθεση σημειώνεται ότι η ελληνική κυβέρνηση υποστήριξε επανειλημμένα ότι δεν είχε αγοράσει ούτε χρησιμοποιήσει ποτέ το Predator, το οποίο κυκλοφορεί στην Ελλάδα από την εταιρεία Intellexa.

Ωστόσο, «το ερευνητικό ρεπορτάζ έχει αποκαλύψει τη σχέση μεταξύ του  πρώην γενικού γραμματέα του πρωθυπουργού (σ.σ. Γρηγόρη Δημητριάδη), της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ), η οποία είχε τεθεί υπό την εποπτεία του γραφείου του πρωθυπουργού στο 2019 και της Intellexa», επισημαίνεται.

Και αναλύει:

Τον Απρίλιο του 2022 αποκαλύφθηκε ότι πριν από τη μόλυνση με το Predator, ο Κουκάκης είχε ήδη πέσει θύμα παρακολούθησης από την ΕΥΠ, τον Μάιο του 2020. Όταν ο Κουκάκης υποψιάστηκε για πρώτη φορά ότι παρακολουθούνταν, υπέβαλε αίτημα στην Αρχή Ασφάλειας και Προστασίας των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ). Λίγο μετά το αίτημά του, η κυβέρνηση τροποποίησε τον νόμο ώστε η ΑΔΑΕ να μην μπορεί πλέον αναδρομικά να ενημερώνει τους πολίτες εάν είχαν παρακολουθηθεί για λόγους εθνικής ασφάλειας.  Την παρακολούθηση του  Κουκάκη παραδέχθηκε ο επικεφαλής της ΕΥΠ, ο οποίος αργότερα παραιτήθηκε (σ.σ. Παναγιώτης Κοντολέων). Δεν δόθηκε καμία αιτιολόγηση για το γιατί ένας οικονομικός δημοσιογράφος κατασκοπεύτηκε για λόγους εθνικής ασφάλειας.
Στην έκθεση αναφέρεται επίσης ότι υπάρχουν στοιχεία ότι ένας άλλος Έλληνας δημοσιογράφος, ο Σταύρος Μαλιχούδης παρακολουθούνταν από την ΕΥΠ σε σχέση με το ρεπορτάζ του για τους πρόσφυγες και το μεταναστευτικό για την ερευνητική πλατφόρμα Solomon.
Επίσης, η έκθεση καταγράφει ότι στις 24 Οκτωβρίου, ο Έλληνας δημοσιογράφος Τάσος Τέλλογλου, ο οποίος εργάζεται για το ερευνητικό δίκτυο Inside Story, υποστήριξε σε άρθρο του ότι τον ακολούθησαν και φέρεται να τέθηκε υπό παρακολούθηση σε σχέση με την αναφορά του για το σκάνδαλο υποκλοπών.
Στη συνέχεια η έκθεση αναφέρει πως στις 6 Νοεμβρίου, σε μια ακόμη εξέλιξη αυτού που λέγεται το «ελληνικό Watergate», η εφημερίδα Documento δημοσίευσε άρθρο υποστηρίζοντας ότι πολλοί δημοσιογράφοι, ιδιοκτήτες μέσων ενημέρωσης και προσωπικότητες που συνδέονται με την ελληνική βιομηχανία των μέσων ενημέρωσης ήταν μεταξύ των προσώπων που στοχοποιήθηκαν με το Predator.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, συνεχίζει η έκθεση, τα παραπάνω πρόσωπα των μέσων ενημέρωσης δεν πιστεύεται ότι ήταν ο κύριος στόχος της παρακολούθησης, αλλά φέρεται να χάκαραν τα τηλέφωνά τους για πρόσβαση σε δεδομένα, πληροφορίες ή επικοινωνίες σχετικά με πολιτικές και επιχειρηματικές δραστηριότητες, των οποίων τα δεδομένα ο χρήστης του spyware θέωρησε πολύ ριψοκίνδυνο να στοχεύσει άμεσα. Η διοίκηση έχει επανειλημμένα αρνηθεί ότι αγόρασε ή χρησιμοποιούσε spyware, συμπληρώνει η έκθεση.
Οι πρόσφατες περιπτώσεις παρακολούθησης δύο δημοσιογράφων στην Ελλάδα από την ΕΥΠ, του Θανάση Κουκάκη και του Σταύρου Μαλιχούδη, έχουν αποκαλύψει ανεπάρκειες του ελληνικού νομικού πλαισίου για την επιτήρηση και την έλλειψη εγγυήσεων για τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δημοσιογραφικών ελευθεριών, υπογραμμίζει η έκθεση.

Και συνεχίζει αναφέροντας ότι στις 9 Δεκεμβρίου, η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε νομοσχέδιο για τις παρακολουθήσεις που ποινικοποιεί «την πώληση ή κατοχή λογισμικού υποκλοπής spyware και μετατρέπει την ιδιωτική χρήση λογισμικού κατασκοπείας σε κακούργημα από πλημμέλημα, που τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δέκα ετών».

Το νομοσχέδιο είχε περιγραφεί από την Human Rights Watch ως «μια εσφαλμένη προσπάθεια απάντησης σε ένα σκάνδαλο που ταρακούνησε την ελληνική πολιτική», προσθέτει η έκθεση.

Συλλήψεις, διώξεις, και αγωγές SLAPP

Το έτος 2022 επιβεβαίωσε μια αυξανόμενη ανησυχία σχετικά με τις απειλές για την ελευθερία του Τύπου και τι σημαίνει για την υπεράσπιση της δημοκρατίας, το γράμμα του νόμου και τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Η έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης κάνει ειδική αναφορά και στο θέμα «εκστρατείες παρενόχλησης, εκφοβισμού και συκοφαντικής δυσφήμισης», σημειώνοντας ότι «αυτές οι μορφές πίεσης έχουν γίνει μια νέα κανονικότητα, μέχρι το σημείο ότι ορισμένοι δημοσιογράφοι δεν τα αναφέρουν πλέον». 

Συνολικά 94 ειδοποιήσεις αναρτήθηκαν στην Πλατφόρμα του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Προώθηση της Προστασίας της Δημοσιογραφίας και την Ασφάλεια των Δημοσιογράφων, σε σύγκριση με 110 το 2021. Πίσω από τις απειλές βρίσκονταν ιδιώτες και εκπρόσωποι δημόσιων αρχών, σημειώνεται.

Συχνά, οι δράστες παραμένουν ανώνυμοι, γεγονός που καθιστά ακόμη πιο δύσκολη την αναζήτηση νομικής προσφυγής.

Η έκθεση καταγράφει ότι ο μεγαλύτερος αριθμός περιπτώσεων παρενόχλησης και εκφοβισμού καταγράφηκαν στη Ρωσία αλλά και στη Σερβία, την Ιταλία, την Πολωνία, την Κροατία και την Ελλάδα.

Συγκεκριμένα αναφέρει ότι  ο Έλληνας δημοσιογράφος Θωμάς Σιδέρης έγινε  στόχος εκφοβισμού και απειλών θανάτου, μετά το ραδιοφωνικό του ντοκιμαντέρ σχετικά με το ουκρανικό τάγμα Αζόφ. Στην έκθεση σημειώνεται ότι ο Θ. Σιδέρης δέχτηκε ανώνυμες προσβολές και απειλές από τρολ στα social media, κλήσεις από άγνωστους αριθμούς τηλεφώνου και ένιωσε πιέσεις από τη Διεύθυνση της Δημόσιας Ραδιοφωνίας Ελλάδος, η οποία είπε ότι παρακολουθούσε αυστηρά τις εκπομπές του.

Η έκθεση αναφέρεται και στις συλλήψεις δημοσιογράφων, σημειώνοντας ότι ο  αριθμός των συλλήψεων και κρατήσεων που έχουν αναφερθεί πρόσφατα έχει αυξηθεί σημαντικά. Καθ' όλη τη διάρκεια του έτους, η Πλατφόρμα απαριθμούσε 156 δημοσιογράφους που συνελήφθησαν, συμπεριλαμβανομένων 89 στη Ρωσία και 36 στην Τουρκία. Άλλες περιπτώσεις αναφέρθηκαν στο κατεχόμενα απ' τη Ρωσία εδάφη της Ουκρανίας (12 δημοσιογράφοι), στο Αζερμπαϊτζάν (4), στη Σουηδία (4), στο Ηνωμένο Βασίλειο (4), στην Ελλάδα (2), στην Ισπανία (2) και στην Πολωνία (1). 

Πολλοί περισσότεροι δημοσιογράφοι και εργαζόμενοι στα μέσα ενημέρωσης συνελήφθησαν και κρατήθηκαν από την αστυνομία για σύντομο χρονικό διάστημα πριν από την απελευθέρωσή τους.

Οι διώξεις για κατασκοπεία οδήγησαν επίσης στη σύλληψη δημοσιογράφων στην Ελλάδα και την Πολωνία.

Ξεχωριστό κεφάλαιο στην έκθεση αποτελούν και οι εκφοβιστικές αγωγές σε βάρος δημοσιογράφων και μέσων ενημέρωσης, δηλαδή οι στρατηγικές νομικές αγωγές ενάντια στη συμμετοχή του κοινού, που είναι γνωστές ως SLAPPs. Η έκθεση τονίζει ότι είναι ένα αγαπημένο εργαλείο για ορισμένους πολιτικούς, επιχειρηματίες κι άλλα ισχυρά πρόσωπα. Το 2022 καταγράφηκαν τουλάχιστον  20 περιπτώσεις για δυσφήμιση και άλλες μορφές νομικών διαδικασιών εναντίον δημοσιογράφων,  με απαιτήσεις για αποζημιώσεις εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ περί πρόκλησης ηθικής βλάβης.

Για παράδειγμα αναφέρεται ο δημοσιογράφος Γιάννης Στεβής, Διευθυντής της ιστοσελίδας Astraparis.gr που δέχτηκε αγωγή από διοικητή νοσοκομείου με απαίτηση 200.000 ευρώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: