Ήταν τέλη Ιανουαρίου του 2020, πριν από ακριβώς τρία χρόνια, όταν το Ηνωμένο Βασίλειο αποχώρησε επισήμως από την Ευρωπαϊκή Ένωση, κλείνοντας έναν κύκλο 47 ετών (1η Ιανουαρίου 1973 – 31η Ιανουαρίου 2020) και ανοίγοντας νέους… μέσα σε ένα αχαρτογράφητο τοπίο πικρίας και αβεβαιοτήτων.
«Στις 31 Ιανουαρίου 2020, τα μεσάνυχτα (ώρα Κεντρικής Ευρώπης), όταν τέθηκε σε... ισχύ η συμφωνία αποχώρησης, το Ηνωμένο Βασίλειο αποχώρησε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και έλαβε καθεστώς τρίτης χώρας», διαβάζουμε στον επίσημο ιστότοπο της Ευρωπαϊκής Ένωση, υπό το λήμμα «Brexit: σχέσεις ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου».
Τρία χρόνια μετά, η Μεγάλη Βρετανία έχει πια ζήσει πάρα πολλά, με το Brexit ωστόσο να συνεχίζει να ρίχνει βαριά τη σκιά του πάνω από τη χώρα, όχι μόνο ως πληγή (που μένει να φανεί εάν και πότε θα επουλωθεί) αλλά και ως εκκρεμότητα.
Από καθαρά πολιτική/κομματική σκοπιά, η έξοδος της Βρετανίας από την ΕΕ αποδείχθηκε απολύτως «μοιραία» για την ηγεσία της κυβερνώσας Συντηρητικής παράταξης των Τόρις. Όσοι κλήθηκαν τα περασμένα χρόνια να διαχειριστούν, από τη θέση του πρωθυπουργού, την «καυτή πατάτα» του Brexit, οδηγήθηκαν τελικώς – όλοι – σε παραίτηση: ο Ντέιβιντ Κάμερον το 2016 – αμέσως μετά το δημοψήφισμα, η Τερέσα Μέι το 2019, ο Μπόρις Τζόνσον το 2022, και η Λιζ Τρας λίγες εβδομάδες έπειτα από τον Τζόνσον, και εκείνη εντός του 2022.
Για τους Κάμερον και Μέι, το ίδιο το Brexit ήταν ο λόγος της παραίτησης. Για τους Τζόνσον και Τρας, το Brexit είχε διαμορφώσει, σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες (πανδημία, πόλεμος στην Ουκρανία κ.ά.), το πλαίσιο των προκλήσεων μέσα στο οποίο εκείνοι θα καλούνταν να πορευθούν, ένα πλαίσιο σε μεγάλο βαθμό δισεπίλυτων προβλημάτων το οποίο συνεχίζει σήμερα να στοιχειώνει τον πολιτικό βίο του – όπως αποδεικνύεται πια στην πράξη εξαιρετικά επιρρεπή σε στροφές 180 μοιρών – Ρίσι Σούνακ.
Τώρα το ξανασκέφτονται
Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, το Brexit αξιολογείται πια από την πλειονότητα των Βρετανών ως ένα «λάθος» το οποίο κατέληξε να επιδεινώνει την κατάσταση στη χώρα χωρίς να δίνει «ανάσες», όπως ήλπιζαν πολλοί εκ των υποστηρικτών του, στο μέτωπο της βρετανικής οικονομίας αλλά ούτε και στο μέτωπο του μεταναστευτικού το οποίο, τόσα χρόνια μετά, όχι μόνο προβληματίζει αλλά και οξύνεται με τις ροές μάλιστα να ανεβαίνουν και τους Βρετανούς να διαπραγματεύονται με τη γαλλική πλευρά νέες συμφωνίες ενίσχυσης των ελέγχων στη Μάγχη.
Η έξοδος της Βρετανίας από την ΕΕ αξιολογείται πια ως «ορθή» μόνο από το 32% των Βρετανών, σύμφωνα με πρόσφατη (Νοέμβριος 2022) σφυγμομέτρηση της YouGov για τους (πολιτικά «συντηρητικούς», ιδιοκτησίας Ρούπερτ Μέρντοχ) Times του Λονδίνου. Αλλά και από εκείνους που είχαν ψηφίσει υπέρ της εξόδου στο δημοψήφισμα του 2016, το 20% εκτιμά πια ότι πήρε τη «λάθος απόφαση», σύμφωνα με την ίδια σφυγμομέτρηση.
Ήδη πριν από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, πίσω στα τέλη του 2021, η Βρετανία υπενθυμίζεται ότι είχε βρεθεί αντιμέτωπη με ελλείψεις (σε τρόφιμα, καύσιμα κ.ά.), φουσκωμένους λογαριασμούς ενέργειας και ουρές εκατοντάδων μέτρων στα πρατήρια καυσίμων. Υποκύπτοντας στην πίεση παραγόντων της αγοράς, η βρετανική κυβέρνηση είχε μάλιστα τότε, το φθινόπωρο του 2021, με πρωθυπουργό τον Μπόρις Τζόνσον, δώσει το πράσινο φως προκειμένου να εισέλθουν εσπευσμένα στη χώρα, ως προσωρινά εργαζόμενοι, χιλιάδες οδηγοί φορτηγών και εργάτες από το εξωτερικό.
Πλέον, με φόντο τον πόλεμο στην Ουκρανία και έναν νέο πρωθυπουργό – τον Ρίσι Σούνακ – στο τιμόνι, η βρετανική κυβέρνηση καλείται να αντιμετωπίσει: τον πληθωρισμό που θα πρέπει να αρχίσει να υποχωρεί μετά το ρεκόρ του 2022, τις απεργίες που έχουν πολλαπλασιαστεί εντός των βρετανικών συνόρων, και μια σειρά από προκλήσεις ασφαλείας, μεταξύ άλλων.
Οι επόμενες εθνικές εκλογές αναμένονται στη Βρετανία, εκτός απροόπτου, μέσα στο 2024. Εάν εμπιστευθούμε, δε, τις δημοσκοπήσεις, τότε οι σήμερα αντιπολιτευόμενοι Εργατικοί του Κιρ Στάρμερ οδεύουν προς μια σαρωτική νίκη και οι κυβερνώντες Τόρις προς μια μεγάλη – ενδεχομένως εξευτελιστική – ήττα.
Όσο για το Brexit, εκείνο… εκκρεμεί και προβληματίζει.
Καταρχάς, ακόμη τελεί υπό διαπραγμάτευση μεταξύ Λονδίνου και Βρυξελλών το πρωτόκολλο για τις Ιρλανδία και Βόρεια Ιρλανδία, που αποτελεί όμως μέρος της συμφωνίας αποχώρησης και έχει ως στόχο την αποφυγή δημιουργίας σκληρών συνόρων στη νήσο της Ιρλανδίας λόγω των ιδιαζουσών συνθηκών που επικρατούν εκεί (η Ιρλανδία ανήκει στην ΕΕ… και η Βόρεια Ιρλανδία στο Ηνωμένο Βασίλειο που αποχώρησε από την ΕΕ).
Μόλις το περασμένο καλοκαίρι (Ιούνιος 2022), «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κίνησε διαδικασία επί παραβάσει κατά του Ηνωμένου Βασιλείου για μη συμμόρφωση με σημαντικά τμήματα του πρωτοκόλλου για τις Ιρλανδία/Βόρεια Ιρλανδία», διαβάζουμε στον ιστότοπο της Κομισιόν.
Τα σχέδια των Εργατικών για αλλαγή πλεύσης
Το Brexit δεν αποτελεί ωστόσο «τελειωμένη υπόθεση» ούτε και για τους αντιπολιτευόμενους Βρετανούς Εργατικούς του Στάρμερ που ετοιμάζονται, όταν έρθουν στην εξουσία, να προωθήσουν νέες αλλαγές στις εμπορικές σχέσεις με την ΕΕ, αλλαγές που θα καταστήσουν αυτές τις σχέσεις «απρόσκοπτες» («frictionless») και το Brexit… ηπιότερο.
Πηγές με γνώση των παρασκηνιακών εξελίξεων αναφέρουν στο New Statesman ότι «μια κυβέρνηση των Εργατικών μπορεί να επιδιώξει να διαπραγματευτεί εμπορικές συμφωνίες με την ΕΕ για συγκεκριμένους τομείς (sector-by-sector) στη βάση μιας δυναμικής ευθυγράμμισης με τους κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης»…
Όχι, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν πρόκειται να επιστρέψει σε ενιαία αγορά και τελωνειακή ένωση. Το κόμμα των Εργατικών ωστόσο, εάν γίνει κυβέρνηση, «μπορεί να υιοθετήσει μια προσέγγιση δυναμικής ευθυγράμμισης με τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς, στην προσπάθειά του να τονώσει τη βρετανική οικονομική ανάπτυξη»…
Γιώργος Σκαφιδάς
Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου