Εν όψει του νέου κύματος ανατιμήσεων σε βασικά αγαθά που θα ξεκινήσει την ερχόμενη εβδομάδα, η κυβέρνηση ετοιμάζεται να... περάσει στην αντεπίθεση επιστρατεύοντας το θετικό αφήγημα των μακροοικονομικών μεγεθών και προτάσσοντας τα πεπραγμένα της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Στον δρόμο προς την επόμενη εκλογική αναμέτρηση αυτό που θα τονιστεί από το «γαλάζιο» στρατόπεδο είναι πως η κρίση είναι εξωγενής, ωστόσο τα υψηλόβαθμα κυβερνητικά στελέχη και ο πρωθυπουργός αναγνωρίζουν πως αυτό που ενδιαφέρει τα νοικοκυριά είναι η αντιμετώπιση του νέου κύματος ακρίβειας και πως οι επόμενες εκλογές θα κριθούν σε μεγάλο βαθμό στο πεδίο της οικονομίας.
Το κυβερνητικό επιτελείο θα προτάσσει το θετικό αφήγημα όσον αφορά την ελληνική οικονομία τονίζοντας ιδιαίτερα την έξοδο της χώρας από το καθεστώς της ενισχυμένης εποπτείας και την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2023.
Παράλληλα, το οικονομικό επιτελείο θα επιμένει πως «παρά το γεγονός ότι έχουμε το μεγαλύτερο χρέος στην ευρωζώνη είμαστε συγκριτικά σε καλύτερη θέση από ότι άλλες χώρες του νότου».
Το στίγμα έδωσε χθες ο Υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταικούρας δηλώνοντας πως η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας θα είναι καλύτερη σε σχέση με την Ευρώπη σημειώνοντας πάντως πως οι επιπτώσεις της παγκόσμιας κρίσης θα συνεχίσουν να υφίστανται και στην Ελλάδα. Ταυτόχρονα, στελέχη της κυβέρνησης περνάνε στην αντεπίθεση, επιχειρώντας να συγκρίνουν την διακυβέρνηση Μητσοτάκη με την διακυβέρνηση Τσίπρα.
Σε αυτό το πλαίσιο, υποστηρίζουν πως «μετά το καταστροφικό 2015, η οικονομική πολιτική που ακολούθησε στα υπόλοιπα χρόνια της διακυβέρνησής του ο ΣΥΡΙΖΑ καθήλωσε την Ελλάδα στη θέση του ουραγού στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χωρίς προοπτική βελτίωσης της παραγωγικής ικανότητας της οικονομίας και, κατά συνέπεια, του βιοτικού επιπέδου».
Από το Μέγαρο Μαξίμου ετοιμάζονται να περάσουν στην αντεπίθεση υπενθυμίζοντας στους πολίτες τα πεπραγμένα της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Το βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης είναι ότι την τετραετία του ΣΥΡΙΖΑ ενώ στο σύνολο της ευρωπαϊκής οικονομίας υπήρχε σημαντική οικονομική ανάκαμψη, η ελληνική οικονομία βρίσκονταν σε αντιαναπτυξιακή τροχιά.
Όπως υπογραμμίζουν κυβερνητικές πηγές, την περίοδο 2015-2018 η Ελλάδα είχε το χαμηλότερο μέσο ρυθμό ανάπτυξης ανάμεσα στις 27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης στην Ελλάδα ήταν μόλις 0,7%, ενώ ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης των χωρών της Ε.Ε. και της ΟΝΕ ήταν 2,3% και 2,1% αντίστοιχα, δηλαδή τριπλάσιος της Ελλάδας.
Επίσης, την ίδια περίοδο η Ελλάδα ήταν η χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που παρουσίασε τη μικρότερη αύξηση του κατά κεφαλήν πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος νοικοκυριών.
Σε σύγκριση με το 2014, το κατά κεφαλήν πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα στην Ελλάδα το 2018 αυξήθηκε σωρευτικά μόνο κατά 1,1%. Στην Ε.Ε. η αντίστοιχη αύξηση ήταν 7%, και στην ΟΝΕ 3,2% , δηλαδή, αντίστοιχα περίπου επταπλάσια και τριπλάσια της ελληνικής. Επιπρόσθετα, η οικονομική ψαλίδα μεταξύ Ελλάδας και ευρωπαϊκού μέσου όρου άνοιξε.
Το 2014 το πραγματικό ελληνικό κατά κεφαλή εισόδημα (σε όρους αγοραστικής δύναμης) ήταν στο 72% του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το 2018 το ποσοστό αυτό έπεσε στο 69%.
Τέλος, το ποσοστό ανεργίας στην χώρα παρέμεινε μακράν το μεγαλύτερο ανάμεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το ίδιο ισχύει και για το ποσοστό των μακροχρόνια ανέργων, όπως επίσης και για τους δείκτες κοινωνικών ανισοτήτων, παρά την άσκηση μιας συνειδητής οικονομικής πολιτικής από την Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ που στόχευε πρωτίστως στην αναδιανομή εισοδήματος εις βάρος της μεσαίας τάξης. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ παρέδωσε το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο 45%...
Αννα Καραβοκύρη
libre.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου