Στη νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης, που εισήγαγε προς διαβούλευση σχέδιο νόμου για τον καθορισμό πλαισίου αναφορικά με τις... παρακολουθήσεις, μεταφέρεται η σκληρή πολιτική αντιπαράθεση γύρω από το ζήτημα των τηλεφωνικών υποκλοπών. Από την πλευρά της κυβέρνησης υπογραμμίζεται ότι αμέσως μετά την αποκάλυψη της παρακολούθησης του κινητού του Νίκου Ανδρουλάκη αναλήφθηκαν συγκεκριμένες πρωτοβουλίες. «Η κυβέρνηση, από την πρώτη στιγμή που έγιναν αντιληπτές και γνωστές αρρυθμίες στο σύστημα, ανέλαβε πολιτικές πρωτοβουλίες για την επίλυση των προβλημάτων, απέδωσε με γενναιότητα πολιτικές ευθύνες, συνέδραμε την ελληνική Δικαιοσύνη μέσω των δημοσίων Αρχών. Παράλληλα, ετοίμασε νομοθετικές πρωτοβουλίες που έρχονται να απαντήσουν στα προβλήματα με τρόπο πειστικό και οριστικό», δήλωσε χθες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου, απαντώντας στην κριτική του ΣΥΡΙΖΑ για το νομοσχέδιο.
Η κριτική της αντιπολίτευσης εστιάζει κυρίως στην πρόβλεψη για ενημέρωση των πολιτών όσον αφορά την παρακολούθηση μετά την πάροδο τριετίας, για τη μη αναδρομικότητα του νέου πλαισίου και για την πρόβλεψη να αποφασίζει για την ενημέρωση ή μη του ενδιαφερομένου μια τριμελής επιτροπή. Ο ΣΥΡΙΖΑ στην ανακοίνωσή του υπογραμμίζει, επίσης, ότι ο διοικητής της ΕΥΠ θα αποφασίζει ποιο λογισμικό θεωρείται παράνομο και κατηγορεί την κυβέρνηση ότι επισπεύδει στους έξι μήνες τη διαγραφή υλικού παρακολουθήσεων. Από την Κουμουνδούρου κατηγορούν την κυβέρνηση ότι με το νομοσχέδιο που έφερε προς διαβούλευση προσπαθεί να καλύψει τα ίχνη από τις παρακολουθήσεις που έχουν γίνει.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος υπογράμμισε στην απάντησή του στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι η τριετία τίθεται ως πρόβλεψη για να υπάρχει μια αντικειμενική χρονική απόσταση πριν από την ενημέρωση, ώστε να μην υπάρχει οποιαδήποτε επικινδυνότητα για την εθνική ασφάλεια και δεν τίθεται ζήτημα αναδρομικής εφαρμογής, καθώς κανένας δεν εξαιρείται από τη δυνατότητα να ενημερωθεί. Για την τριμελή επιτροπή που θα αποφασίζει για την ενημέρωση ή όχι, ανέφερε ότι δεν συμμετέχουν σε αυτή τα ίδια πρόσωπα που θα αποφασίζουν για άρση απορρήτου, πλην του διοικητή της ΕΥΠ. Για την απόφαση ποιο λογισμικό θεωρείται παράνομο, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε ότι δεν μπορεί να είναι αόριστη μια ποινική διάταξη, διότι υπάρχει κίνδυνος να κριθεί αντισυνταγματική. Για τη διαγραφή του υλικού παρακολούθησης έπειτα από έξι μήνες, δήλωσε ότι με το υφιστάμενο πλαίσιο είναι δυνατή η καταστροφή του υλικού από την πρώτη μέρα λήξης της άρσης.
Από την πλευρά του ΠΑΣΟΚ θεωρούν ότι η κίνηση της κυβέρνησης να παρουσιάσει νέο νομοθετικό πλαίσιο συνιστά επί της ουσίας παραδοχή όλων των θεσμικών κενών που το ίδιο το ΠΑΣΟΚ υπογραμμίζει από την πρώτη στιγμή. Τόσο αναφορικά με τη διαδικασία ενημέρωσης των παρακολουθούμενων, που τώρα θεσμοθετείται, όσο και για το ποιος αποφασίζει την άρση απορρήτου. Πάντως, στη Χαριλάου Τρικούπη εκφράζουν τη διαφωνία τους αναφορικά με την πρόβλεψη για ενημέρωση μετά την πάροδο τριετίας και αναφέρουν ότι στην περίπτωση του Νίκου Ανδρουλάκη θα μπορεί να ενημερωθεί το 2024, κάτι που σημαίνει ότι θα πάει στις εκλογές χωρίς να έχει γίνει γνωστό γιατί έγινε η άρση απορρήτου. Για υποκρισία της κυβέρνησης μίλησε ο εκπρόσωπος του κόμματος Δημήτρης Μάντζος (Πρώτο Πρόγραμμα).
«Αντί να αποκαλύψει, συγκαλύπτει με το σχέδιο νόμου το οποίο έχει κατεβάσει», πρόσθεσε. Από το ΠΑΣΟΚ αναφέρουν ότι η κυβέρνηση προχώρησε στη νομοθετική παρέμβαση διότι ανησυχεί για τη διεθνή εικόνα της χώρας και την κινητικότητα που προκάλεσαν οι αποκαλύψεις για τις παρακολουθήσεις στην Ελλάδα σε επίπεδο Ε.Ε. Η βουλευτής του ΚΚΕ, Μαρία Κομνηνάκα, δήλωσε χθες (ΕΡΤ) ότι «ο ορισμός της εθνικής ασφάλειας, όπως τίθεται στο υπό διαβούλευση νομοσχέδιο, γίνεται με ευρύτατους όρους που περιλαμβάνει τα πάντα και ο καθένας μπορεί εν δυνάμει να βαφτιστεί ύποπτος για την εθνική ασφάλεια και να τεθεί υπό παρακολούθηση».
Αιχμές από ΑΔΑΕ για «μη ενημέρωση»
Με χθεσινή ανακοίνωσή της η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) εξέφρασε «κατάπληξη και θεσμική δυσαρέσκεια». Οπως αναφέρει, «ουδέποτε ενημερώθηκε αρμοδίως, ούτε ζητήθηκε με θεσμικά πρέποντα τρόπο η διατύπωση της γνώμης της» σε σχέση με το νομοσχέδιο που αναρτήθηκε σε δημόσια διαβούλευση και αφορά την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών, την απαγόρευση των κακόβουλων λογισμικών, την ενίσχυση της κυβερνοασφάλειας κ.λπ. Πρόκειται, όπως τονίζει στην ανακοίνωση, για «νομοσχέδιο που μεταβάλλει άρδην το κανονιστικό πλαίσιο που ίσχυσε επί σχεδόν 30 χρόνια σχετικά με την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών και τροποποιεί σε πολλά και κρισιμότατα σημεία τη λειτουργία της ΑΔΑΕ». Κυβερνητικές πηγές, απαντώντας στα όσα καταγγέλλει η ΑΔΑΕ, σημείωσαν πως το νομοσχέδιο «γι’ αυτό μπήκε σε διαβούλευση, για να κατατεθούν προτάσεις».
Σύμφωνα πάντως με την Εκθεση Πεπραγμένων του 2021 που δημοσιεύθηκε προχθές, η ΑΔΑΕ παρέλαβε 15.475 εισαγγελικές διατάξεις που αφορούσαν την άρση του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας. Συνολικά τα τελευταία τρία χρόνια, οι αντίστοιχες διατάξεις ξεπερνούν τις 40.900, ενώ κάθε χρόνο σημειώνουν εκθετική πορεία. Η Αρχή διευκρίνισε πως οι συγκεκριμένοι αριθμοί αφορούν «το πλήθος των διατάξεων που εκδίδονται από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές και κοινοποιούνται στην ΑΔΑΕ και όχι τον αριθμό των συνδέσεων / ατόμων για τα οποία διατάσσεται η άρση του απορρήτου». Στη διάταξη με την οποία επιβάλλεται η άρση απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας δεν είναι υποχρεωτική η αναγραφή ονόματος «του προσώπου ή των προσώπων κατά των οποίων λαμβάνεται το μέτρο της άρσης», αναφέρει η Αρχή. «Αυτό πρακτικά οδηγεί στη δυνατότητα άρσης του απόρρητου χαρακτήρα της επικοινωνίας για αόριστο αριθμό φυσικών προσώπων», δηλώνει. «Στην περίπτωση τέτοιων “μαζικών ή χωρικών” άρσεων», συμπληρώνει, «ανακύπτουν ζητήματα συμβατότητας της εγχώριας διαδικασίας με τους όρους και τις προϋποθέσεις της ΕΣΔΑ», της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Ο νόμος δεν προβλέπει υποχρέωση αιτιολόγησης της άρσης απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας, αναφέρει η Αρχή, παράλειψη που αποκλείει όμως τον δικαστικό έλεγχο. Η υποχρέωση ενημέρωσης των θιγομένων από το μέτρο άρσης αποτελεί ένα από τα πάγια κριτήρια της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, προσθέτει, «τα οποία θα πρέπει να πληρούνται προκειμένου να καταγνωσθεί η συμβατότητα του εθνικού δικαίου προς την ΕΣΔΑ»...
kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου