Η μετατροπή της Συνόδου Κορυφής της περασμένης Πέμπτης σε ελληνοτουρκική αρένα από τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν έτυχε, πέτυχε...
Επί της ουσίας ο στόχος του Τούρκου προέδρου, που ήταν στην πρώτη σειρά της παραδοσιακής οικογενειακής φωτογραφίας (σαν να μην απειλεί κράτος-μέλος με εισβολή), ήταν να μεταβεί στην Πράγα προκειμένου να κάνει σαματά.
Να επιβάλει δηλαδή σε επίπεδο Συνόδου Κορυφής τη γνωστή ανθελληνική του ατζέντα, να αποπροσανατολίσει από το ότι σπάει τις κυρώσεις στη Μόσχα, εργαλειοποιεί το προσφυγικό – μεταναστευτικό σε Αιγαίο και Εβρο, έχει μετατρέψει τη χώρα του σε απέραντη φυλακή αντιφρονούντων και φυσικά από το γεγονός ότι στο περίφημο «πεδίο» ενεργεί κατά παράβαση κάθε έννοιας (διεθνούς) δικαίου.
Επιπλέον, ότι «ψαρεύει» εθνικές ψήφους –από την τεράστια δεξαμενή στη χώρα του– προκειμένου να διασωθεί εκλογικά τον ερχόμενο Ιούνιο.
Δηλώσεις που μένουν… δηλώσεις
Το πιο σημαντικό βέβαια είναι ότι η Αθήνα και τα ΜΜΕ στην ημεδαπή που στηρίζουν την κυβέρνηση Μητσοτάκη δείχνουν να ανταποκρίνονται στη γραμμή Ερντογάν με δηλώσεις περισσότερο εντυπωσιασμού και ψηφοθηρίας και λιγότερο ουσίας.
Διότι ουδείς φυσικά διαφωνεί με την on camera δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη το πρωί της Παρασκευής στην Πράγα: «Δεν νοείται σήμερα να κατηγορείται η Ελλάδα ότι αυξάνει την ένταση στο Αιγαίο όταν η Τουρκία είναι αυτή που θέτει ευθέως ζητήματα που αφορούν μέχρι και την κυριαρχία των ελληνικών νησιών» και ότι η χώρα μας κλείνει την πόρτα στις προκλήσεις και ανοίγει παράθυρο στον διάλογο, αλλά το ζητούμενο είναι αν φτάνουν πλέον μόνο οι δηλώσεις. Αν με αυτό τον τρόπο η Αθήνα πέφτει στην παγίδα Ερντογάν και αν ο εξαιρετικά σοβαρός κίνδυνος που ακούει στο όνομα τουρκικός εθνικισμός – επεκτατισμός μπορεί να αντιμετωπιστεί με δηλώσεις στην κάμερα. Διότι στον αντίποδα απουσιάζει μια σοβαρή, συγκροτημένη και μακράς πνοής πολιτική απέναντι στα τουρκικά επιχειρήματα.
Για παράδειγμα, το αίτημα της επιβολής συγκεκριμένων κυρώσεων στην Τουρκία αν συνεχιστεί η ακραία ρητορική της για τα νησιά μας και οι προκλήσεις τύπου τουρκολιβυκού μνημονίου, όπως το έθεσε και ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας την περασμένη Τετάρτη στην προπαρασκευαστική Σύνοδο των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών, πρέπει πάση θυσία να μπει και να παραμείνει με επιτακτικό τρόπο πάνω στο τραπέζι. Και βέβαια αυτήν τη στιγμή δεν έχουν κανένα νόημα οι έμμεσες αναφορές σε συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν.
Η προσπάθεια να βρεθούν δίαυλοι επικοινωνίας με την αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ κυβέρνηση της Λιβύης είναι ένα ακόμη ζητούμενο.
Η Ελλάδα έχει στη διάθεσή της όπλα –και οικονομικά– αλλά όλο το προηγούμενο διάστημα από τον χειμώνα του 2019, οπότε υπογράφηκε το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο, δεν έγινε σχεδόν τίποτε.
Και φτάσαμε για μια ακόμη φορά να τρέχουμε πίσω από τις εξελίξεις και να καταγγέλλουμε στα διεθνή φόρουμ τη νέα συμφωνία για εξορυκτικές δραστηριότητες τουρκικών εταιρειών στην υποτιθέμενη λιβυκή ΑΟΖ, ακόμη και νότια της Κρήτης, αγνοώντας την ελληνοαιγυπτιακή ΑΟΖ. Αφήνοντας για μια ακόμη φορά την πρωτοβουλία των κινήσεων στον Τούρκο πρόεδρο και μετά να διαμαρτυρόμαστε στα διεθνή φόρουμ, στα οποία φυσικά κυριαρχούν ο κυνισμός και τα συμφέροντα.
Ακόμη και η περιθωριοποίηση του Ελληνα ΥΠΕΞ Νίκου Δένδια είναι μεγάλο λάθος. Την ώρα που ο ομόλογός του Μεβλούτ Τσαβούσογλου ήταν κάθε στιγμή στην Πράγα στο πλάι του Ερντογάν, ο κ. Δένδιας δεν είχε καν μεταβεί στην τσεχική πρωτεύουσα και είχε συνάντηση για παράδειγμα με τον ανεξάρτητο υποψήφιο για το προεδρικό αξίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας υποστηριζόμενο από το ΑΚΕΛ Ανδρέα Μαυρογιάννη! Δεν είναι λίγοι εκείνοι στους διαδρόμους και στα γραφεία της Ακαδημίας που αναρωτιούνται πόσο βοηθούν τη χώρα σε τόσο σοβαρά θέματα η περιθωριοποίηση του ΥΠΕΞ και η προσωπική διπλωματία του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Αλλαγή κλίματος στη διεθνή σκηνή
Ωστόσο Ελληνες διπλωμάτες θεωρούν ότι η κατάσταση έχει αλλάξει.
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, το ενεργειακό, η απεξάρτηση από τη Μόσχα και οι νέοι δρόμοι για τα καύσιμα που κινούν την ευρωπαϊκή μηχανή αλλάζουν τα δεδομένα. Η Τουρκία δεν φαντάζει πλέον τόσο σημαντική και η απομάκρυνσή της από την Ευρώπη μοιάζει δεδομένη. Οι Γερμανοί με την αλλαγή σκυτάλης στο Μπούντεσταγκ αλλάζουν κι αυτοί. Οι παραδοσιακοί σύμμαχοι των Τούρκων Εγγλέζοι δεν είναι πλέον μέλη της ΕΕ. Η ακραία ρητορική Ερντογάν και η τουρκική επιθετικότητα σε Συρία και Ιράκ αλλά και η ωμή επέμβασή τους στη Λιβύη και τη διένεξη Αζερμπαϊτζάν – Αρμενίας έχουν εξοργίσει πολλούς στην Ευρώπη και την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Οι ίδιοι διπλωμάτες κάνουν λόγο για θετικό μομέντουμ και στις ΗΠΑ, το οποίο πρέπει να εκμεταλλευτεί η χώρα μας.
Πού βρισκόμαστε, ποιοι κίνδυνοι υπάρχουν
Επί της ουσίας με τόσο ακραία ρητορική από πλευράς των Τούρκων αξιωματούχων ουδείς μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο ενός θερμού επεισοδίου. Ο Ερντογάν δεν πρόκειται να κάνει πίσω και θα διεκδικήσει μέχρι τέλους τη συνδιαχείριση στο Αιγαίο και στη ΝΑ Μεσόγειο, εκεί όπου τα κοιτάσματα φυσικού αερίου ανακαλύπτονται το ένα μετά το άλλο.
Οι όποιοι δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ των δύο πλευρών έχουν «καεί» και απομένει η ενεργοποίηση του διεθνούς παράγοντα για να πέσουν οι τόνοι. Κυρίως των ΗΠΑ. Ωστόσο το ερώτημα είναι αν μπορούμε να εμπιστευόμαστε τον διεθνή παράγοντα και πολύ περισσότερο τις ΗΠΑ.
Η ΝΔ και το Μαξίμου δείχνουν να ποντάρουν πολλά στον αμερικανικό παράγοντα και προσφέρουν γη και ύδωρ στις ΗΠΑ, κάτι που ενοχλεί την Τουρκία.
Στον ΣΥΡΙΖΑ λένε ότι είναι λάθος να ποντάρουμε στη στήριξη των ξένων και ότι για μια ακόμη φορά κινδυνεύουμε να βρεθούμε αντιμέτωποι με μια… βαριά ατζέντα διεκδικήσεων από την πλευρά της Τουρκίας, με τους «συμμάχους» μας σε ΝΑΤΟ και ΕΕ να μας προτρέπουν να τα βρούμε για να πέσουν οι τόνοι. Για παράδειγμα να συνεργαστούμε ώστε να τρέξουν τα ενεργειακά πρότζεκτ που τόσο μεγάλη ανάγκη έχει η Ευρώπη.
Το μεγάλο ερώτημα είναι ποιες είναι οι θέσεις μας σε μια σειρά από πολύ κρίσιμα ζητήματα. Ποιες είναι οι διεκδικήσεις μας έναντι της Τουρκίας; Πόσες και ποιες υποχωρήσεις μπορούμε να κάνουμε στο τραπέζι του διαλόγου που και εμείς προτείνουμε; Τι επιπτώσεις θα έχει αυτό στην εσωτερική πολιτική σκηνή; Πόσο έτοιμοι είναι οι πολίτες να δεχτούν τις όποιες λύσεις; Ολα τα παραπάνω παραμένουν στον αέρα και για μια ακόμη φορά κυριαρχούν η κομματική εκμετάλλευση και φυσικά η απουσία συμφωνημένης εθνικής πολιτικής σε βάθος χρόνου.
ΣΥΡΙΖΑ – Ευρωπαϊκό πακέτο κυρώσεων για την Τουρκία
Στον ΣΥΡΙΖΑ παρακολουθούν με μεγάλο ενδιαφέρον τις εξελίξεις στα εθνικά μας θέματα. Και ζητούν την λήψη εδώ και τώρα συγκεκριμένων μέτρων που θα βάλουν φρένο στον τουρκικό επεκτατισμό. Ο πρόεδρος του κόμματος και πρώην πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας στη συνάντηση που είχε την Πέμπτη με τον ύπατο εκπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Ενωσης για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας Ζοζέπ Μπορέλ ζήτησε η Ευρώπη να σταματήσει να περιορίζεται σε δηλώσεις και να ανακοινώσει άμεσα ένα πακέτο κυρώσεων κατά της Τουρκίας, το οποίο θα ενεργοποιηθεί εάν η τελευταία παραβιάσει την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας.
Το σκεπτικό είναι αφενός το πακέτο αυτό να λειτουργήσει αποτρεπτικά, αφετέρου να πιεστεί η Τουρκία να επανέλθει στον δρόμο της διπλωματίας με την Ελλάδα, στη βάση ενός νέου πλαισίου ευρωτουρκικών σχέσεων.
Η θέση αυτή του κ. Τσίπρα δεν άρεσε στον κυβερνητικό εκπρόσωπο Γιάννη Οικονόμου, ο οποίος δήλωσε: «Πέρα από λόγια και δηλώσεις στο εξωτερικό, το πλέον εθνικά επωφελές θα ήταν να υπερψηφίζει ο κ. Τσίπρας τα εξοπλιστικά προγράμματα, που θωρακίζουν έμπρακτα τη χώρα μας απέναντι στις απειλές και τις αμυντικές συμφωνίες που κατοχυρώνουν τη γεωστρατηγική μας ασφάλεια. Και, φυσικά, να είναι περισσότερο προσεκτικοί ο ίδιος και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στην τουρκική προπαγάνδα εις βάρος της Ελλάδας όσον αφορά ζητήματα όπως το προσφυγικό».
Προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι ο κ. Οικονόμου έκανε σαν να μην άκουσε την πρόταση Τσίπρα για το πακέτο κυρώσεων κατά της Τουρκίας, ενώ πρέπει να σημειωθεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είχε υπερψηφίσει στη Βουλή την αγορά των 18 αεροσκαφών Rafale και των φρεγατών, καταψήφισε όμως την αγορά έξι ακόμη αεροσκαφών που έγινε διά στόματος του κ. Μητσοτάκη, χωρίς ουδείς να έχει ενημερωθεί σχετικά, θέτοντας θέμα αδιαφάνειας αλλά και διόγκωσης των εξοπλιστικών δαπανών.
Στην Κουμουνδούρου πάντως θεωρούν ότι το 2021 χάθηκε μια μεγάλη ευκαιρία για τα εθνικά μας θέματα όταν δεν δεσμεύσαμε την Τουρκία διεκδικώντας μια νέα συμφωνία τελωνειακής ένωσης με την ΕΕ που θα συνδεόταν με την υποχρέωση Ελλάδα και Τουρκία να πάνε στη Χάγη για την επίλυση των διαφορών τους...
Δημήτρης Χατζηνικόλας
documentonews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου