Καθώς γράφονται αυτές οι γραμμές, γίνεται η τελική καταμέτρηση ψήφων στις γενικές εκλογές της Σουηδίας. Εκτός απροόπτου, το δεξιό-εθνικιστικό μπλοκ — που αποτελείται από τους Φιλελεύθερους, τους Μετριοπαθείς, τους Χριστιανοδημοκράτες και τους Σουηδούς Δημοκράτες — θα ανακηρυχθεί νικητής με ελάχιστη διαφορά και θα έχει πλειοψηφία μόλις... μίας έδρας στο κοινοβούλιο. Αυτά, όμως, δεν είναι τα μεγάλα νέα — η Σουηδία είχε και στο παρελθόν δεξιές κυβερνήσεις. Τα μεγάλα νέα είναι πως το μεγαλύτερο κόμμα σε αυτόν τον συνασπισμό θα είναι οι Σουηδοί Δημοκράτες, ένα ακροδεξιό κόμμα με ρίζες στο νεοναζιστικό κίνημα
Οι Σουηδοί Δημοκράτες είχαν σταθερή άνοδο από την πρώτη τους σοβαρή προσπάθεια για να μπουν στο κοινοβούλιο το 2006, όταν έλαβαν 2,9% των ψήφων. Αυτό έγινε 5,7% το 2010, 12,9% το 2014, 17,5% το 2018 και τώρα, 20,5%. Την ίδια ώρα, η επιρροή του κόμματος στην εθνική πολιτική ξεπερνούσε κατά πολύ το ποσοστό του.
Τα τελευταία χρόνια, ο πολιτικός διάλογος για τη μετανάστευση και την εγκληματικότητα στη Σουηδία μετακινήθηκε αισθητά προς τα δεξιά. Το 2014, σε απάντηση στην εισροή προσφύγων από τη Συρία, ο τότε πρωθυπουργός Φρέντρικ Ράινφελντ (του συντηρητικού κόμματος των Μετριοπαθών) ενθάρρυνε τους Σουηδούς να «ανοίξουν τις καρδιές τους στους πολύ ευάλωτους ανθρώπους που σήμερα βλέπουμε σε όλο τον κόσμο». Το 2015 ο διάδοχός του, Σοσιαλιστής Δημοκράτης Στέφαν Λέφβεν, είπε πως «η Ευρώπη μου δεν χτίζει τείχη, βοηθάμε όταν η ανάγκη είναι μεγάλη». Πώς γίνεται τρία χρόνια αργότερα ο Λέφβεν να στηλίτευε την άφιξη «εκατοντάδων χιλιάδων οικονομικών μεταναστών» στην Ευρώπη; Πώς γίνεται το 2020, το κόμμα του να ανάρτησε στο Twitter, «Η ανεξέλεγκτη μετανάστευση εργατών μειώνει τους μισθούς των Σουηδών, λεηλατεί την κοινωνική μας πρόνοια, εκμεταλλεύεται την αλλοδαπή εργασία και συμβάλλει στη χρηματοδότηση του οργανωμε΄νου εγκλήματος»; Οποιαδήποτε ρητορική αλληλεγγύη υπήρχε κάποτε στη Σουηδία εξατμιζόταν γοργά.
Εξαφανίστηκε εντελώς όταν, σε μία προσπάθεια να δελεάσουν ψηφοφόρους μακριά από τους ακροδεξιούς Σουηδούς Δημοκράτες, τα πολιτικά κόμματα διαγωνίστηκαν στη σκληρή γλώσσα για τη μετανάστευση και την εγκληματικότητα. Υπήρξαν προτάσεις για την απέλαση αλλοδαπών απλά επειδή ήταν συγγενείς εγκληματιών (Μετριοπαθείς), την εφαρμογή τεστ DNA για άτομα ύποπτα για παράνομη διαμονή στη Σουηδία (Χριστιανοδημοκράτες) και τη διεξαγωγή γλωσσικών τεστ σε δίχρονα παιδιά (Φιλελεύθεροι).
Η αντιμεταναστευτική ρητορική ακουγόταν και από την αριστερά, με όρους που θα είχαν προκαλέσει πολιτικό σκάνδαλο μόλις μερικά χρόνια νωρίτερα. Τον Αύγουστο, ο Σοσιαλδημοκράτης υπουργός ένταξης και μετανάστευσης Άντερς Ίγκεμαν πρότεινε η Σουηδία να θέσει όριο στους ανθρώπους «μη Σκανδιναβικού υποβάθρου» που θα επιτρέπεται να ζήσουν σε συγκεκριμένα σημεία των πόλεων, ισχυριζόμενος ότι εάν περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους μιας περιοχής είναι «μη Σκανδιναβοί», η περιοχή αυτή θα μπορούσε να είναι «σε κίνδυνο». Με το «μη Σκανδιναβοί» ο Ίγκεμαν δεν εννοούσε τους λευκούς Φινλανδούς.
Ακόμα κι όταν οι αριστεροί πολιτικοί παρενέβαιναν με καλές προθέσεις, η σαπίλα του δημοσίου διαλόγου παρήγαγε δυσάρεστα σχόλια: μιλώντας για την ανάγκη να αποφευχθεί ο εθνοτικός και οικονομικός διαχωρισμός στις πόλεις της Σουηδίας τον περασμένο μήνα, η νυν (και μάλλον απερχόμενη) πρωθυπουργός Μαγκνταλένα Άντερσον δήλωσε, «Δεν θέλουμε Κινεζούπολη, Σομαλούπολη ή μια Μικρή Ιταλία [στη Σουηδία]».
Για τους εκτός Σουηδίας, τα αποτελέσματα των εκλογών μπορεί να αποτελούν έκπληξη. Ένα μεγάλο τμήμα αυτής της έκπληξης έχει να κάνει με τη διεθνή αντίληψη της Σουηδίας ως υποστηρικτικής στην ισότητα, κοινωνικά δημοκρατικής και προοδευτικής — μια εικόνα ριζωμένη στον μύθο και το παραμύθι. Η Σουηδία ήταν μια πολυπολιτισμική χώρα για δεκαετίες προτού ξεκινήσουν να καταφτάνουν πρόσφυγες από τη Συρία σε μεγάλους αριθμούς το 2014 και το 2015. Ήταν επίσης μια χώρα που ταλανιζόταν από ρατσισμό και ξενοφοβία, κοινωνική και οικονομική ανισότητα που αποκαλύφθηκε από την πανδημία, όταν οι χαμηλού εισοδήματος Σουηδοί και οι γεννημένοι στο Ιράκ, τη Συρία και τη Σομαλία προσβάλλονταν και πέθαιναν από την Covid-19 σε πολύ μεγαλύτερους ρυθμούς. Με άλλα λόγια, μια χώρα όπως κάθε άλλη.
Ζώντας εδώ για πάνω από 15 χρόνια, είναι δύσκολο να υπερβάλλω για το πόσο σημαντική είναι η ιδέα της φυλετικής ομοιογένειας για τη σουηδική διεθνή μυθολογία. Τον Ιούλιο του 2019, για παράδειγμα, οι New York Times δημοσίευσαν ένα άρθρο με τίτλο «Το Πρόσωπο της Σουηδίας που Αλλάζει: Ευλογία ή Βάρος;» και την ολοσέλιδη εικόνα ενός άνδρα με σκούρο δέρμα. Για τους New York Times, η μετανάστευση στη Σουηδία ξεκίνησε με τους Σύριους πριν από επτά χρόνια, όχι πίσω στη δεκαετία του 1970 με τους πρόσφυγες από τη Χιλή και το Ιράν, του 1980 με Κούρδους πρόσφυγες, του 1990 με πρόσφυγες από τη Βοσνία ή στις αρχές του αιώνα με πρόσφυγες από το Ιράκ. Δεν μπορείς να είσαι Σουηδός αν δεν είσαι λευκός, και σίγουρα δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι δεν θα είσαι βάρος.
Καθώς η Σουηδία αντιμετωπίζει μια νέα κυβέρνηση που θα συνεργαστεί εκούσια με την ακροδεξιά με αντάλλαγμα την εξουσία, το πολιτικό τοπίο της έχει πιθανότατα αλλάξει για πάντα — άμεσο αποτέλεσμα της προθυμίας για πίστη στις εθνικιστικές μυθολογίες.
*Ο Christian Christensen είναι καθηγητής δημοσιογραφίας στο πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης.
Πηγή: Christian Christensen* – Novara Media
Μετάφραση/Επιμέλεια: Ανδρέας Κοσιάρης
info-war.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου