Από τη στιγμή της δημοσίευσης του άρθρου του Αλεξάντερ Κλαπ στους New York Times, με τίτλο «Η σήψη στην καρδιά της Ελλάδας είναι πλέον ξεκάθαρα ορατή σε όλους», ο κυβερνητικός επικοινωνιακός μηχανισμός δεν μπήκε ποτέ στον κόπο να το αντιμετωπίσει απαντώντας στο περιεχόμενό του. Αντ’ αυτού, εφαρμόστηκε η συνήθης επιλογή δολοφονίας χαρακτήρα, όπως έχει γίνει ενάντια σε... κάθε φωνή που ασκεί κριτική σε αυτήν την κυβέρνηση.
Ο ίδιος ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, μάλιστα, όχι απλά κάποιο διαδικτυακό τρολ, ταύτισε την κριτική αυτή έμμεσα με τις «σκοτεινές δυνάμεις» και τους «εχθρούς της πατρίδας» που ανέφερε στο διάγγελμά του για τις παρακολουθήσεις ο Πρωθυπουργός, υπενθυμίζοντας ότι ο Κλαπ είχε γράψει ξανά στους New York Times τον Μάρτιο του 2020 και «κατήγγελλε διεθνώς την Ελλάδα επειδή υπερασπιζόταν τα σύνορά της». Ξανά εδώ, εχθρός θεωρείται όποιος καταγγέλλει τα εγκλήματα που όντως κάνει το ελληνικό κράτος, όπως κι αν αυτό τα ονομάζει. Και ως εχθρός είναι εκ προοιμίου αναξιόπιστος, αλλιώς τι σόι εχθρός θα ήταν; Ο εχθρός δεν γίνεται να έχει δίκιο σε τίποτα.
Όσο γελοίο είναι αυτό το «επιχείρημα» του εθνικού κινδύνου, άλλο τόσο είναι και το έτερο που επιμένει στην επικοινωνιακή φούσκα της δεξιάς πολυκατοικίας: πως πρόκειται για ένα «πληρωμένο άρθρο». Ως «απόδειξη» γι’αυτό, περιφέρεται ένα στιγμιότυπο οθόνης με επιλογές δύο ποσών. Η εικόνα δεν είναι πλαστή, αλλά της λείπει το συγκείμενο και η κατανόηση του πώς λειτουργεί η διαφημιστική αγορά και η δημοσιογραφική πλευρά μέσων όπως οι New York Times.
Για να διαβασετε ολόκληρο το κείμενο του του Ανδρέα Κοσιάρη, πατήστε ΕΔΩ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου