Με τις τιμές της μεγαβατώρας στην αγορά χονδρικής στα ουράνια και τις τιμές χρέωσης που θα δουν οι πολίτες στους λογαριασμούς τους και τελικά θα πληρώσουν στη… στρατόσφαιρα... αναμένεται να εισέλθει ο Αύγουστος, ο μήνας της μεγάλης ζέστης και της αυξημένης χρήσης κλιματιστικών, που εδώ και χρόνια δίνει τις υψηλότερες καταναλώσεις της χρονιάς.
Δυστυχώς για όλους μας, ο επικείμενος Αύγουστος είναι ο πρώτος μήνας κατά τον οποίο θα εφαρμοστεί το νέο μοντέλο λειτουργίας της αγοράς ενέργειας, όπως προβλέφθηκε στον νόμο 4591/2022 που ψήφισε η κυβέρνηση στις 29 Ιουνίου ως λύση υποτίθεται στην ενεργειακή κρίση και με την υπόσχεση ότι θα απορροφήσει το 85% των αυξήσεων που είδαν οι καταναλωτές στα τιμολόγιά τους από τον περασμένο Οκτώβριο. Δυστυχώς στην πράξη αποδεικνύεται τόσο προβληματικό και «εκτός τόπου και χρόνου», που ήδη το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) από τις 8 Ιουλίου άρχισε να το ξηλώνει και υποψιαζόμαστε ότι έπεται συνέχεια.
Ποια μεταρρύθμιση;
Πρόβλημα είναι ότι η περίφημη ενεργειακή μεταρρύθμιση της ΝΔ είναι κατά το όνομα μόνο μεταρρύθμιση, καθώς αφήνει στη θέση τους και ακέραια όλα τα βασικά στοιχεία του μοντέλου που έστελναν επί τόσους μήνες, μήνα τον μήνα, τις τιμές της ενέργειας που πληρώνουν οι Ελληνες στα ύψη. Δηλαδή αφήνει απείραχτα:
• το target model και τους κανόνες του που επιτρέπουν στις τέσσερις εταιρείες παραγωγούς να ανεβάζουν τις τιμές όσο ψηλά επιθυμούν,
• τον κεντρικό ρόλο των μονάδων με φυσικό αέριο στον ορισμό της τιμής χονδρικής,
• την προμήθεια των περίπου 20 εταιρειών παροχής ενέργειας από όπου αγοράζουμε εμείς οι καταναλωτές ρεύμα από το Χρηματιστήριο Ενέργειας στις υψηλές τιμές χονδρικής και
• τον ρόλο της ΔΕΗ που ως ο μεγαλύτερος παίκτης της παραγωγής και της πώλησης θα μπορούσε, αν το ήθελε, να ασκεί πολιτική συγκράτησης των τιμών της ενέργειας προς όφελος της ελληνικής οικονομίας και των καταναλωτών αλλά δεν το κάνει. Αντίθετα, η διοίκηση Στάσση, που μεριμνά μόνο για τους χρηματοοικονομικούς δείκτες της ΔΕΗ και την κίνηση της μετοχής, χρησιμοποιεί την κρίση ως ευκαιρία για να αυξήσει τα έσοδα της επιχείρησης, δίνοντας, λέει η αγορά, τις υψηλότερες τιμές και τραβώντας χάρη στο μέγεθος της επιχείρησης όλες τις τιμές προς τα πάνω. Υπό αυτές τις συνθήκες η μεταρρύθμιση του μοντέλου ενέργειας της ΝΔ αφήνει στη θέση τους όλα τα στοιχεία που ανεβάζουν ψηλά τις τιμές του ρεύματος και αλλάζει μόνο δύο: όσα μπήκαν στο στόχαστρο των καταναλωτικών οργανώσεων και της αντιπολίτευσης, με αποτέλεσμα είτε να κινδυνεύουν να καταπέσουν στα δικαστήρια είτε να της κάνουν μεγάλη επικοινωνιακή ζημιά.
Για τους λόγους αυτούς λοιπόν η μεταρρύθμιση «καταργεί», υποτίθεται, την επαχθή σε όλη την κοινωνία ρήτρα αναπροσαρμογής, που μάλιστα μετά τις συλλογικές αγωγές των ενώσεων καταναλωτών θα καταπέσει ως καταχρηστική στα δικαστήρια. Και γι’ αυτό φέρνει τα πλαφόν ανά τεχνολογία στα υπερκέρδη των παραγωγών ενέργειας (για τα οποία έχει φωνάξει τόσο πολύ ο Σωκράτης Φάμελλος και τα άλλα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ), με σκοπό υποτίθεται ένα μεγάλο μέρος των υπερκερδών να παρακρατηθεί στην πηγή, να πάει στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης και να γίνει κρατικές επιδοτήσεις στο ρεύμα.
Άθικτα τα υπερκέρδη
Μεταξύ μας όμως, οι σχεδιαστές του νέου μοντέλου, όποιοι κι αν ήσαν αυτοί, είτε στο Μαξίμου είτε στο ΥΠΕΝ, που μπέρδεψαν την επικοινωνία με την πραγματικότητα και νόμισαν ότι αν εξαφανίσουν κάτω από μια κατ’ όνομα μεταρρύθμιση της αγοράς ενέργειας τις δύο παραμέτρους τους συστήματος που μπήκαν στο στόχαστρο των καταναλωτών και της αντιπολίτευσης κάτι θα κάνουν, διεκδικούν επάξια το μεγαλύτερο βραβείο της ανοικτής παλάμης. Γιατί παρέβλεψαν το πιο σημαντικό: τη λειτουργία του χρήματος.
Υπάρχει περίπτωση να πείσεις τον καταναλωτή ότι έκανες κάτι για το καλό του μόλις μάθει ότι η ΔΕΗ σκοπεύει να του δώσει ρεύμα τον Αύγουστο με 0,55 ευρώ τη μεγαβατώρα, αυξημένο κατά 80% σε σχέση με τον Ιούνιο, όταν και πλήρωνε 0,31 ευρώ τη μεγαβατώρα;
Οσο κι αν φωνάζεις ότι τάχα είσαι μια καλή κυβέρνηση που νοιάζεσαι για τους καταναλωτές επειδή έβαλες τάχα πλαφόν στα κέρδη των παραγωγών (ΔΕΗ, Protergia, Elpedison, Ηρων), όταν ορίζεις τα πλαφόν σε πολύ υψηλά επίπεδα, με την πρόθεση να μη θίξεις πολύ τα υπερκέρδη της παραγωγής, τι θα σου μείνει ως παρακράτηση για το δημόσιο στην πηγή για να χρηματοδοτήσεις τις επιδοτήσεις; Δεν μένουν και πολλά πράγματα.
Γιατί η ουσία είναι αυτή: όταν ως κυβέρνηση επιλέγεις να παρέμβεις στο μοντέλο της αγοράς ενέργειας και δεν θέλεις να πειράξεις κανένα από τα στοιχεία του που αυξάνουν τις τιμές, αντίθετα επιλέγεις να αλλάξεις μόνο ό,τι γίνεται αντιληπτό από τον πολύ κόσμο ως επαχθές και κινδυνεύει να καταπέσει στα δικαστήρια (ρήτρα αναπροσαρμογής) ή ότι αποτελεί την αιχμή κριτικής του ΣΥΡΙΖΑ (υπερκέρδη των παραγωγών ενέργειας), δηλαδή κάνεις αλλαγές για να εξυπηρετήσεις πρωτίστως τις επικοινωνιακές ανάγκες σου, καταλήγεις σε ένα έκτρωμα που επιδεινώνει αντί να βελτιώνει τα πράγματα και το οποίο στέλνει ακόμη ψηλότερα τις τιμές του ρεύματος, οπότε μετά εσύ τρέξε να το μαζέψεις.
Ο λογαριασμός φουσκώνει και δεν τους βγαίνει
Γιατί και πώς με το νέο ενεργειακό μοντέλο πάμε σε έναν Αύγουστο τρομακτικών αυξήσεων στις τιμές του ρεύματος; Αυτό θα συμβεί επειδή και στο νέο μοντέλο οι εταιρείες παροχής θα συνεχίσουν να αγοράζουν ρεύμα από τη χονδρική σε όλο και ψηλότερες τιμές – π.χ. την περασμένη εβδομάδα αγόραζαν κοντά στα 350 ευρώ τη μεγαβατώρα, σχεδόν 50% πάνω σε σχέση με τη μέση τιμή Ιουνίου. Με την κατάργηση της ρήτρας αναπροσαρμογής, της δυνατότητάς τους δηλαδή να μας χρεώνουν απολογιστικά εκ των υστέρων έστω και με αλχημείες για ό,τι αυξήσεις πληρώνουν οι ίδιες στη χονδρική, οι εταιρείες θα πρέπει να δώσουν για τον Αύγουστο μια νέα ενιαία τιμή πολύ μεγάλη η οποία θα ενσωματώσει την ονομαστική τιμή, το ποσό της (καταργημένης) ρήτρας αναπροσαρμογής αλλά για πρώτη φορά κι ένα λεγόμενο ασφάλιστρο κινδύνου – όπως το ονόμασε η ΕΣΠΕΝ, η ένωση των παρόχων.
Αυτό το ασφάλιστρο κινδύνου θα καλύψει τις εταιρείες που θα δώσουν για πρώτη φορά τιμή προκαταβολικά για τον επόμενο μήνα από πιθανές ζημιές που μπορεί να προκύψουν αν αυξηθούν πολύ οι τιμές ενέργειας στη χονδρική τον Αύγουστο – εξέλιξη πολύ πιθανή αν πράγματι δεν λειτουργήσει ξανά ο Nord Stream 1 για να δώσει αέριο στη Γερμανία και αυξηθούν περαιτέρω οι τιμές του φυσικού αερίου στην ευρωπαϊκή αγορά. Αλλά προφανώς η επιβολή του λεγόμενου ασφάλιστρου κινδύνου θα αυξήσει περαιτέρω τις χρεώσεις που θα πρέπει να πληρώσουν οι καταναλωτές.
«Δέηση» στην Gazprom
Σύμφωνα με τον νόμο 4951/2022, υποτίθεται ότι ως την Κυριακή 10 Ιουλίου έπρεπε όλες οι εταιρείες να ανακοινώσουν τις τιμές Αυγούστου που, όπως έγραφε και το Documento, ήταν μεταξύ 0,45 και 0,50 ευρώ τη μεγαβατώρα, με αύξηση 35% σε σχέση με τις τιμές Ιουνίου. Ξαφνικά όμως την Παρασκευή 8 Ιουλίου το υπουργείο Ανάπτυξης, σε μια κίνηση ανοιχτού πανικού, ανέστειλε τη σχετική νομοθετική διάταξη και δημοσιοποίησε ότι η ανακοίνωση των νέων τιμών μεταφέρεται για τις 25 Ιουλίου. Αργότερα μες στην εβδομάδα κυκλοφόρησε ότι ο λόγος του πανικού των στελεχών του ενέργειας ήταν ότι ο Στάσσης τους είχε ανακοινώσει ότι θα έδινε τιμές 0,60 ευρώ τη μεγαβατώρα, δηλαδή 90% αυξημένες σε σχέση με τις τιμές Ιουνίου.
Συνειδητοποιώντας το μέγεθος του επαπειλούμενου φιάσκου –η κυβέρνηση ψηφίζει ένα νόμο λέγοντας ότι θα ρίξει τις τιμές στα περσινά επίπεδα και αντ’ αυτού οι καταναλωτές βλέπουν περαιτέρω αύξηση στους ήδη φουσκωμένους λογαριασμούς τους κατά 90%– η κυβέρνηση αποφάσισε να δώσει παράταση 15 ημερών στις εταιρείες, με την ελπίδα ότι αν ξεκαθαρίσει η κατάσταση στην Ευρώπη, θα μπορέσουν κι αυτές να μειώσουν το ασφάλιστρο κινδύνου το οποίο τιμολόγησαν πολύ υψηλά. Ουσιαστικά δηλαδή τώρα υπουργείο Ενέργειας και εταιρείες περιμένουν να δουν αν στις 22 Ιουλίου η Gazprom θα ανοίξει ξανά τη στρόφιγγα του φυσικού αερίου προς τη Γερμανία, ώστε να αρχίσουν να πέφτουν οι τιμές του φυσικού αερίου. Τότε θα πράξουν αναλόγως.
Πού θα βρουν τα λεφτά;
Ωστόσο, ακόμη κι αν όλα πάνε κατ’ ευχήν, στο πλαίσιο του νέου μοντέλου της αγοράς ενέργειας, τιμές κάτω από 0,40 ευρώ τη μεγαβατώρα δεν πρόκειται να δούμε ούτε τον Αύγουστο ούτε τους επόμενους μήνες. Οπότε το μεγάλο ερώτημα είναι πού θα βρει η κυβέρνηση τα λεφτά να δώσει αυξημένες κρατικές επιδοτήσεις – προκειμένου να απορροφήσει ένα σημαντικό μέρος των πρόσθετων αυξήσεων που η ίδια με τα ατυχή πειράματά της επέφερε. Υποτίθεται ότι τα λεφτά αυτά θα τα έβρισκε βάζοντας πλαφόν στα ανώτατα όρια κέρδους ανά τεχνολογία στην παραγωγή και παρακρατώντας μέρος των κερδών στην πηγή για το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης.
Να όμως που για να μη θίξει την κερδοφορία της ΔΕΗ και των άλλων τριών παραγωγών έβαλε τα πλαφόν πολύ ψηλά: στα 112 ευρώ τη μεγαβατώρα για τα μεγάλα υδροηλεκτρικά, στα 85 ευρώ για τις ΑΠΕ, τους λιγνίτες και το φυσικό αέριο, όπου η τιμή θα αλλάζει ανά μήνα, στα 208 ευρώ ανά μεγαβατώρα για τους λιγνίτες και στα 292 και τα 408 ευρώ για το φυσικό αέριο, ανάλογα με τα τεχνικά χαρακτηριστικά της κάθε μονάδας φυσικού αερίου, τον μήνα Ιούλιο. Σύμφωνα με πηγές της ενεργειακής αγοράς, όλες αυτές οι τιμές είναι φουσκωμένες για όλες τις τεχνολογίες, υπερβολικά για τα υδροηλεκτρικά που έχουν κόστος παραγωγής μόλις 20 ευρώ τη μεγαβατώρα και πολύ μετρημένα για τον λιγνίτη.
Ετσι πολύ μικρό τμήμα από τα υπερκέρδη των παραγωγών ενέργειας θα περάσουν στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης για να γίνουν επιδοτήσεις στο ρεύμα: σύμφωνα με εκτιμήσεις στελεχών του ΥΠΕΝ μόλις 150 εκατ. ευρώ. Πού θα βρεθεί λοιπόν το υπόλοιπο 1-1,2 εκατ. ευρώ που χρειάζεται για να χρηματοδοτηθούν οι υψηλές επιδοτήσεις που υποσχέθηκε η κυβέρνηση προκειμένου να απορροφηθεί το 85% των ήδη μεγαλύτερων αυξήσεων; Και τι θα αποφασίσει το οικονομικό επιτελείο; Να δώσει 1 εκατ. ευρώ για κρατικές επιδοτήσεις στο ρεύμα μόνο για ένα μήνα από τον κρατικό προϋπολογισμό – ενάντια στη βούληση των ευρωπαϊκών αρχών που πλέον λένε ξανά στην Ελλάδα να προσέξει το δημόσιο χρέος της;...
Μαριάννα Τόλια
documentonews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου