Κάτι δεν πάει καλά στη συζήτηση για την παιδεία. Ή κάποιες λέξεις θα είναι λάθος, ή τα ίδια τα δεδομένα. Ας γίνουμε προσεκτικότεροι...
Το νέο νομοσχέδιο για την Ανώτατη Eκπαίδευση στην Ελλάδα υποτίθεται ότι αναβαθμίζει το πανεπιστήμιο. Σωστά; Όχι, κάθε άλλο, υποστηρίζουν οι περισσότεροι στον ακαδημαϊκό χώρο.
Για τη μια πλευρά, την κυβερνητική ή φιλοκυβερνητική, τα πανεπιστήμιά μας είναι κυρίως πεδία βίας, φθοράς, και στα λιμνάζοντα ύδατά τους επιπλέουν φελλοί: Όσοι εισέρχονται και παραμένουν εκεί με χαμηλά προσόντα. Αυτό είναι το διαρκές αφήγημα. Πλύση εγκεφάλου: Το διηγούνται με εικόνες οι επαναλαμβανόμενες στα μεγάλα ΜΜΕ σκηνές βίας μεταξύ αστυνομικών, κουκουλοφόρων και φοιτητών. Αληθινές είναι, αλλά δεν χαρακτηρίζουν το σύνολο. Γι’ αυτό και η ηχηρή ρητορεία του Πρωθυπουργού έσπευσε προς ενίσχυση του μηνύματος των εικόνων: Είστε με τις βαριοπούλες, ή με τη βιβλιοθήκη, ρώτησε τους αντιπολιτευόμενους.
Για την άλλη πλευρά, τα πτυχία των πανεπιστημίων μας ως τώρα είναι το καλύτερο εισιτήριο για όσους πτυχιούχους αποφασίζουν να συνεχίσουν σπουδές ή να ενταχθούν στην αγορά στο εξωτερικό. Η προκοπή, η εξέλιξή τους, οι διακρίσεις τους, είναι διεθνώς αναγνωρισμένες. Το ερευνητικό έργο στα ελληνικά πανεπιστήμια επίσης είναι παντού καταξιωμένο, καθώς και πολύτιμο για την οικονομία της χώρας. Κι όσο για το ερώτημα με τις βαριοπούλες και τις βιβλιοθήκες, το διατυπώνει ποιος; Ένας πρωθυπουργός που προηγουμένως ως υπουργός είχε προωθήσει τη συρρίκνωση του αριθμού των βιβλιοθηκονόμων και των ζωτικών λειτουργικών κονδυλίων για βιβλία. Εντέλει, αυτό που η κυβέρνηση ονομάζει αναβάθμιση στην πραγματικότητα αποτελεί την μετατροπή της παιδείας σε εμπορική επιχείρηση.
Δεν λένε κάτι το καινούριο οι παραπάνω σκέψεις, επιχειρούν απλώς να συνοψίσουν το όλο κλίμα.
Το καινούριο όμως ήδη εμφανίστηκε, με τη μορφή κυρίως δυο κειμένων.
Πρώτο χρονικά από τα δύο, η διεθνής πρωτοβουλία παγκόσμια αναγνωρισμένων επιστημόνων (προς το παρόν υπογράφουν 840, πάνω από τους μισούς προέρχονται από τα πιο καταξιωμένα πανεπιστήμια των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου). Με το κείμενό τους καλούν την κυβέρνηση να ματαιώσει τη μόνιμη εγκατάσταση κρατικής Αστυνομίας στους χώρους των πανεπιστημίων και να αποσύρει τη μεταρρύθμιση που καταπατά την ακαδημαϊκή αυτονομία εισάγοντας ακραία νεοφιλελεύθερα δόγματα και καταλύοντας την αξία και τον προοδευτικό ρόλο της εκπαίδευσης στην κοινωνία.
Δεύτερο κείμενο, η πρόσφατη (14/6/2022) και πολύ σημαντική κατά τη γνώμη μου κατά πλειοψηφία απόφαση της Συνόδου των Πρυτάνεων. Εκφράζει επιφυλάξεις ως προς την ίδρυση των φυτευτών (δικός μου ο όρος που περιγράφει την έξωθεν –χωρίς συναίνεση και ακαδημαϊκή ανάδειξη της ιδέας- επιβολή τους) Συμβουλίων Διοίκησης των πανεπιστημίων. Αυτά τα μορφώματα θα συσσωρεύουν χωρίς να λογοδοτούν αρμοδιότητες και μεγάλη δύναμη για λήψη αποφάσεων, ενώ δεν θα αφήνουν να διαχέεται αντίστοιχη εξουσία σε ευρύτερα συλλογικά σώματα. Έτσι, υποστηρίζουν οι Πρυτάνεις που συνήλθαν, θα απονευρωθο ακριβώς τα σημαντικά για τον διάλογο και τη λήψη αποφάσεων όργανα του πανεπιστημίου (Σύγκλητος, Πρύτανης και Αντιπρυτάνεις, Κοσμήτορες).
Φυσικά, δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία τα δυο κείμενα: Τα είχαν προαναγγείλει πολλά ατομικά και συλλογικά (ιδίως τοποθετήσεις πανεπιστημιακών Τμημάτων και Σχολών) κείμενα αρμόδιων προσώπων. Όμως τώρα το ψευδεπίγραφο των δήθεν αρίστων που προωθούν την αγοραία μεταρρύθμιση αποτυπώνεται χάρη σε αυτά πιο έγκυρα από ποτέ.
Αλήθεια, πως συμβαίνει τόσοι διαπρεπείς της επιστήμης και των γραμμάτων από όλο τον κόσμο, ουσιαστικά αλλά και τυπικά καταξιωμένοι, να αμφισβητούν την ορθότητα της βασικής επιλογής των δικών μας «αρίστων»;
Το ερώτημα είναι εύλογο και θεμελιακό: Μήπως οι δικοί μας «άριστοι», ηγέτες ή υποστηρικτές, δεν είναι; Η αμφισβήτηση της αριστείας των άλλων, των υπογραφόντων δηλαδή την έκκληση υπέρ του ελληνικού πανεπιστημίου, προκύπτει αδύνατη και μάλιστα και με τα κριτήρια των δικών μας. Το έργο τους είναι καταξιωμένο, τα βιβλία τους έχουν εκδοθεί από τους επιφανέστερους εκδοτικούς οίκους, η αγορά η ίδια τους αναγνωρίζει.
Οι Πρυτάνεις μας επίσης έχουν ακαδημαϊκές περγαμηνές, διαθέτουν την εμπιστοσύνη των συναδέλφων τους που τους γνωρίζουν και, στην πλειοψηφία τους δεν φαίνονται να υποτάσσονται σε συγκυριακά κελεύσματα των σημαιοφόρων της αγοραίας πολιτικής. Εξαιρέσεις βέβαια υπάρχουν εδώ κι εκεί, αλλά η δημοκρατική διαβούλευση έχει καταξιώσει την υπερέχουσα γνώμη.
Η προσπάθεια των εγχώριων «αρίστων» να πείσουν ότι αυτοί εισφέρουν την πρόοδο θυμίζει τη θρυλική ατάκα της ιταλικής κωμωδίας: «Τσίτσο, το λιμάνι φεύγει».
Η έμμεση και συγκαλυμμένη προσπάθειά τους να νοθεύσουν την αυτοδιοίκησή των ελληνικών ΑΕΙ με νομοθετική εμφύτευση οργάνου καταστρατηγεί το ελληνικό Σύνταγμα.
Την πρόοδο της επιστήμης διασφαλίζει μόνο ο ανοιχτός, διευρυμένος και ανιδιοτελής διάλογος στα αμφιθέατρα, στα εργαστήρια, στα στρογγυλά τραπέζια. Περισσότερο η διαφωνία και η δυσπιστία, και λιγότερο η πίστη σε αυθεντίες με ωραία ονόματα.
Με δυο τελικά λόγια: Το αυτοδιοικούμενο δημόσιο πανεπιστήμιο προωθεί τη γνώση, ενώ τα Συμβούλια Διοίκησης τη διαχείρισή της από όσο γίνεται λιγότερους. Δηλαδή την Ολιγαρχία.
* Ο Νίκος Παρασκευόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής ΑΠΘ, πρώην υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρώπινων Δικαιωμάτων.
news247.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου