Σε ιδιαιτέρως δυσχερή θέση βρίσκονται οι πολίτες στην Ελλάδα, που καλούνται να αντιμετωπίσουν ένα πρωτοφανές κύμα ακρίβειας το οποίο ροκανίζει το εισόδημά τους. Το παραπάνω... εξελίσσεται σε ένα πλαίσιο που η κυβέρνηση δεν λαμβάνει μέτρα στήριξης, ενώ οι δείκτες φτώχειας της χώρας είναι δραματικοί.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η απασχόληση καθορίζει σε μεγάλο βαθμό το ποσοστό του κινδύνου φτώχειας, κάτι που αποτυπώνεται σε σχετική έρευνα, στην οποία οι Έλληνες φαίνεται να αισθάνονται ανασφάλεια σε ποσοστό 29,8% εάν χάσουν το επάγγελμά τους (λόγω της αναμενόμενης απώλειας εισοδήματος). Αξίζει να σημειωθεί ότι το συγκεκριμένο ποσοστό είναι πολύ υψηλότερο από τον αντίστοιχο μέσο όρο του ΟΟΣΑ (7%) και, επίσης, το υψηλότερο ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ.
Δυσκολία κάλυψης βασικών αναγκών
Το 96,7% των φτωχών νοικοκυριών και το 40,8% των μη φτωχών δηλώνει οικονομική δυσκολία να καλύψει έκτακτες, αλλά αναγκαίες, δαπάνες ύψους περίπου 395 ευρώ, σύμφωνα με το Δελτίο Κοινωνικών Εξελίξεων του ΕΝΑ. Το 71,6% των φτωχών νοικοκυριών και το 28,5% των μη φτωχών αναφέρει μεγάλη δυσκολία στην αντιμετώπιση των συνήθων αναγκών του με το συνολικό μηνιαίο ή εβδομαδιαίο εισόδημά του. Το 50,1% των φτωχών νοικοκυριών και το 23,6% των μη φτωχών δηλώνουν δυσκολία στην έγκαιρη πληρωμή πάγιων λογαριασμών, όπως αυτών του ηλεκτρικού ρεύματος, του νερού, του φυσικού αερίου κ.ά.
Οι δυσκολίες για ένα στα τρία νοικοκυριά
Επίσης, η δυσκολία κάλυψης των δαπανών διαβίωσης δεν αφορά μόνο τα φτωχά νοικοκυριά, αλλά περίπου το ένα τρίτο του συνόλου των νοικοκυριών. Το 35% του συνόλου των νοικοκυριών και περίπου το 60% των φτωχών νοικοκυριών δεν έχει αποταμιεύσεις για να στηρίξει το επίπεδο διαβίωσής του σε περίπτωση που μείνει χωρίς εισόδημα. Επίσης, το ποσοστό του πληθυσμού που διαβιοί σε κατοικία με στενότητα χώρου ανέρχεται σε 29,1% για το σύνολο του πληθυσμού, σε 25,8% για τον μη φτωχό πληθυσμό και σε 44,6% για τον φτωχό πληθυσμό.
Το 43,7% των νοικοκυριών που έχουν λάβει καταναλωτικό δάνειο για αγορά αγαθών και υπηρεσιών δηλώνει ότι δυσκολεύεται πάρα πολύ στην αποπληρωμή αυτού ή των δόσεων.
Η συνολική μέση μηνιαία δαπάνη τόσο των φτωχών όσο και των μη φτωχών νοικοκυριών υπερβαίνει τον κατώτατο μισθό!
Κίνδυνος για εργαζόμενους
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με το Δελτίο Κοινωνικών Εξελίξεων του ΕΝΑ, οι εργαζόμενοι 18-64 ετών αντιμετωπίζουν χαμηλότερο κίνδυνο φτώχειας σε σύγκριση με τους άνεργους και τους οικονομικά μη ενεργούς (νοικοκυρές κ.λπ.). Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας για τους εργαζομένους 18 έως 64 ετών ανέρχεται σε 10,0%, σημειώνοντας μείωση κατά 0,1 ποσοστιαία μονάδα σε σχέση με το έτος 2019. Μείωση κατά 1 ποσοστιαία μονάδα παρουσίασε το ποσοστό κινδύνου φτώχειας για τις εργαζόμενες γυναίκες 18-64 ετών, ενώ αυξήθηκε κατά 0,4 ποσοστιαίες μονάδες το αντίστοιχο ποσοστό για τους εργαζόμενους άνδρες, τα οποία διαμορφώθηκαν σε 7,1% και 12,0% αντίστοιχα.
Η εικόνα στους άνεργους
Για τους άνεργους, ο κίνδυνος φτώχειας είναι σημαντικά μεγαλύτερος και ανέρχεται σε 45,3%, παρουσιάζοντας σημαντική διαφορά μεταξύ ανδρών και γυναικών (51,9% και 39,5% αντίστοιχα), δηλαδή σχεδόν ένας στους δύο άνεργους αντιμετωπίζει κίνδυνο φτώχειας. Ο κίνδυνος φτώχειας για όσους είναι οικονομικά μη ενεργοί (μη συμπεριλαμβανομένων των συνταξιούχων) αυξήθηκε κατά 0,1 ποσοστιαία μονάδα και ανήλθε σε 25,1%, αφορά δηλαδή έναν στους τέσσερις. Τα σχετικά ποσοστά είναι 25,6% για τις γυναίκες και 22,8% για τους άνδρες. Ο κίνδυνος φτώχειας για τους εργαζομένους με πλήρη απασχόληση ανέρχεται σε 9,0%, ενώ για τους εργαζομένους με μερική απασχόληση ανέρχεται σε 21,0%.
Φτώχεια και... εκπαίδευση
Για το έτος 2020, ο κίνδυνος φτώχειας για όσους έχουν ολοκληρώσει προσχολική, Πρωτοβάθμια και το πρώτο στάδιο της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης εκτιμάται ότι αυξάνεται σε 24,4%, για όσους έχουν ολοκληρώσει το δεύτερο στάδιο της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ανέρχεται σε 16,9%, ενώ για όσους έχουν ολοκληρώσει το πρώτο και το δεύτερο στάδιο της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης σε 7,1%. Άρα, όσο υψηλότερο είναι το επίπεδο εκπαίδευσης τόσο μικρότερος είναι ο κίνδυνος φτώχειας.
Αναφορικά με την υλική αποστέρηση, το 2020 φαίνεται να ανατρέπεται το θετικό κλίμα για την ηλικιακή κατηγορία 0-17 ετών, καθώς σημειώνει αύξηση κατά 2,1 ποσοστιαίες μονάδες (19,7%). Αλλά και αυτή των 18-64 ετών εμφανίζεται επίσης αυξημένη κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες. Η στέρηση βασικών αγαθών και υπηρεσιών αφορά όχι μόνο τον φτωχό πληθυσμό, αλλά και τον μη φτωχό πληθυσμό της χώρας. Η ηλικιακή κατηγορία των 18-64 ετών εμφανίζει αύξηση ως προς τη στέρηση βασικών αγαθών και υπηρεσιών κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες (17,6%). Το αντίστοιχο ποσοστό το 2009 ήταν 10,3%...
Γιάννης Αγουρίδης
Η ΑΥΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου