Σε καταλύτη των πολιτικών εξελίξεων, αναδεικνύεται η ακρίβεια. Όχι μόνον γιατί αποτελεί (μαζί με την πανδημία) το Νο1 ζήτημα που προβληματίζει τους πολίτες αλλά κι επειδή η έως τώρα αντιμετώπισή του από την κυβέρνηση φαίνεται να έχει προκαλέσει κύμα λαϊκής δυσαρέσκειας. Ιδίως στην ενέργεια, όπου οι φουσκωμένοι λογαριασμοί ρεύματος και... φυσικού αερίου παραμένουν ο εφιάλτης των νοικοκυριών.
Αυτά την ίδια στιγμή που η αντιπολίτευση και ιδίως ο ΣΥΡΙΖΑ, αντιπροτείνουν άμεση μείωση της έμμεσης φορολογίας ως αντιστάθμισμα μαζί με άμεσες αυξήσεις μισθών. Λογική που η κυβέρνηση αρνείται να υιοθετήσει.
«Ελπίζει» για αποκλιμάκωση την Άνοιξη
Στο Μέγαρο Μαξίμου φαίνεται να έχουν αντιληφθεί πως το πρόβλημα της ακρίβειας είναι εξαιρετικά οξυμμένο. Όμως η κυβέρνηση δεν μοιάζει να έχει την βούληση να λάβει περεταίρω μέτρα από όσα έχει ήδη ανακοινώσει. Παρότι αυτά αποδεικνύονται ανεπαρκή.
Χαρακτηριστικές ήταν η αναφορές του Κυριάκου Μητσοτάκη στην τελευταία συνέντευξη που παραχώρησε στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΙ. Είπε πως «βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τις ισχυρότερες πληθωριστικές πιέσεις στην παγκόσμια οικονομία εδώ και 40 χρόνια». Παράλληλα όμως παραδέχθηκε ότι «οι επιδοτήσεις που δώσαμε δεν ακυρώνουν πλήρως τις αυξήσεις, αποτελούν όμως μία σημαντική ανακούφιση. Εάν δεν υπήρχαν αυτές οι επιδοτήσεις οι αυξήσεις στο ρεύμα και στο φυσικό αέριο θα ήταν πολύ μεγαλύτερες». Διευκρίνισε πως η κυβέρνηση ελπίζει σε βελτίωση της κατάστασης που θα έλθει εξωγενώς από την βελτίωση του διεθνούς περιβάλλοντος και όχι από τις πολιτικές που θα ασκήσει. Όπως επισήμανε ο πρωθυπουργός οι επιδοτήσεις στα νοικοκυριά θα συνεχιστούν τον Μάρτιο και τον Απρίλιο «και ελπίζουμε πια ότι από την άνοιξη θα υπάρχει μία σημαντική αποκλιμάκωση στις τιμές της ενέργειας».
Οι κυβερνητικές «ελπίδες» μοιάζουν επισφαλείς. Αυτό τουλάχιστον δείχνουν οι εκτιμήσεις της Κομισιόν που «βλέπει» ουσιαστική αποκλιμάκωση των ενεργειακών τιμών την επόμενη χρονιά. Ακόμη και αυτές οι προβλέψεις όμως έχουν μεγάλο βαθμό αβεβαιότητας λόγω των διεθνών εξελίξεων. Αυτά ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι ο προϋπολογισμός στην Ελλάδα θα κυμανθεί πάνω από 3% για φέτος, ενώ οι προβλέψεις του προϋπολογισμό ήταν για μόλις 0,8%.
Αντίθετα αυτό που αναμφίβολα ισχύει είναι ο αισθητός περιορισμός της αγοραστικής δύναμης των μισθών. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει δημοσιοποιήσει η ΓΣΕΕ «η απώλεια αγοραστικής δύναμης του κατώτατου μισθού έφτασε το 10,4%, ενώ του μέσου μισθού των εργαζομένων μερικής απασχόλησης άγγιξε το 13,7%. Τον ίδιο μήνα το μέσο μηνιαίο ατομικό διαθέσιμο εισόδημα απώλεσε περίπου το 7% της αγοραστικής του δύναμης σε ετήσια βάση».
Πάνω από όλα η τήρηση του προϋπολογισμού
Παρά τα δεδομένα αυτά όμως, βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης παραμένει πως τα ότι τα μέτρα που θα λήφθούν θα έχουν ώς όριο το να μην διαταράξουν την τήρηση του προϋπολογισμού,. Όπως επανέλαβε σε πρόσφατες δηλώσεις του ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου «τίποτα από όλα αυτά που κάνουμε δεν πρέπει να θέσει σε κίνδυνο τη δημοσιονομική σταθερότητα, την εκτέλεση του Προϋπολογισμού».
Στο ίδιο μήκος κύματος βρίσκεται και το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης. Όπως ξεκαθάρισε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας σε ομιλία του σε εκδήλωση της Νέας Δημοκρατίας στην Πάτρα «πρέπει να συνεχίσουμε να είμαστε κοντά στην κοινωνία και να την βοηθάμε μέχρι να επιστρέψει η κανονικότητα, αλλά ταυτόχρονα θα πρέπει να είμαστε και πάρα πολύ προσεκτικοί για το παρόν και το μέλλον της οικονομίας». Διευκρίνισε ότι «δεν θέλουμε και δεν θα αντιστρέψουμε καμία από τις σωστές πολιτικές που υλοποιήσαμε τελευταία τα δυόμισι χρόνια προς όφελος των πολιτών».
Σαφή ειναι όμως τα σημάδια για την δυσαρέσκεια που εισπράττει η κυβέρνηση. Απότοκο αυτής της συνθήκης ειναι τα αντιφατικά μηνύματα που συχνά εκπέμπουν το τελευταίο διάστημα συναρμόδιοι υπουργοί για το ζήτημα της ακρίβειας. Θυμίζουμε ότι πριν μερικές ημέρες ο Άδωνις Γεωργιάδης είχε αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο μείωσης των ειδικών φόρων στα καύσιμα, που όμως στην συνέχεια απέκλεισε κατηγορηματικά ο υπουργός Οικονομικών. Έντονες αντιδράσεις είχε προκαλέσει μετέπειτα δήλωση του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Θόδωρου Σκυλακάκη σύμφωνα με την οποία τέτοιου είδους μειώσεις δεν είναι σίγουρο ότι θα ενισχύσουν τους οικονομικά ασθενέστερους αφού όπως υποστήριξε «τα φτωχά νοικοκυριά δεν έχουν αυτοκίνητο».
Εκτός από την δυσαρέσκεια των πολιτών, η κυβέρνηση καλείται να δώσει πειστικές απαντήσεις και στις προτάσεις που καταθέτει η αντιπολίτευση. Με τον ΣΥΡΙΖΑ και το Κίνημα Αλλαγής να προτείνουν άμεση μείωση φόρων ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση αντιπαραβάλλει και την πρόταση της για αύξηση του κατώτερου μισθού στα 800 ευρώ.
Για νέα μέτρα λιτότητας ανησυχεί ο ΣΥΡΙΖΑ
Ο ΣΥΡΙΖΑ συνδέει την άρνηση της κυβέρνησης να λάβει μέτρα για την ακρίβεια και με τα φαινόμενα που θεωρεί κατασπατάληση δημόσιου χρήματος.
Ο Αλέξης Τσίπρας στην τελευταία του ομιλία στην Βουλή επισήμανε ότι η κυβέρνηση αρνείται την αύξηση του κατώτερου μισθού στα 800 ευρώ όταν διορίζει στον ΕΦΚΑ στελέχη με μισθούς πάνω από 8.000 ευρώ. Επισήμανε συνολικά ότι «μοιράσατε με απόλυτη αδιαφάνεια τόσο δημόσιο χρήμα όλο αυτό το διάστημα και έχετε το θράσος να έρχεστε σήμερα και να λέτε στους πολίτες που δεν τολμάνε να ανάψουν το air condition, στους πολίτες που κρυώνουν, στους πολίτες που βλέπουν τους λογαριασμούς να υπερβαίνουν τις μηνιαίες αποδοχές τους, τις συντάξεις τους, τους μισθούς τους, ότι θα εκτραπούμε δημοσιονομικά, γι’ αυτό δεν στηρίζουμε»
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν έκρυψε και την ανησυχία του και για την δημοσιονομική πορεία της χώρας επισημαίνοντας ότι την περίοδο αυτή παρά την υποτιθέμενη επίδραση της κυβερνητικής πολιτικής στην διεθνή εικόνα της χώρας «ανεβαίνουν τα επιτόκια και διπλασιάστηκαν τα spreads μέσα σε λίγους μήνες». Στον ΣΥΡΙΖΑ φοβούνται ότι η κυβέρνηση προκειμένου να αποφύγει τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό λόγων του πληθωριστικού καλπασμού στην Ευρώπη και της αύξησης των επιτοκίων θα υιοθετήσει νέα μέτρα λιτότητας.
Στην αντιπρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για την ακρίβεια αναφέρθηκε σε συνέντευξή του στον κυριακάκτικο τύπο ο τομεάρχης Ανάπτυξης του κόμματος, Αλέξης Χαρίτσης. Όπως δήλωσε «εμείς θα μειώναμε τον ΦΠΑ, θα θεσμοθετούσαμε αύξηση του κατώτατου μισθού και θα ρυθμίζαμε το ιδιωτικό χρέος της πανδημίας» θυμίζοντας παράλληλα ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε, σε πολύ δύσκολες συνθήκες, να μην αυξηθούν καθόλου τα τιμολόγια της ΔΕΗ για τέσσερα χρόνια». Τόνισε τέλος πως «η κυβέρνηση χρησιμοποιεί τα υπαρκτά δημοσιονομικά περιθώρια για να μειώσει τους φόρους στη μεγάλη ακίνητη περιουσία και σπαταλά κρατικό χρήμα σε απευθείας αναθέσεις 5 δισ. ευρώ που καταλήγουν σε λίγους και ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες...
Γεράσιμος Λιβιτσάνος
news247.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου