Η υπόσχεση της ασφάλειας έχει αποτελέσει ένα σημείο-κλειδί για την κυβέρνηση, στο οποίο έχει επενδύσει πολλά τόσο σε επίπεδο ρητορικής, όσο και συγκεκριμένων παρεμβάσεων. Θα λέγαμε ότι αποτελεί ένα ζήτημα δομικό για τον τρόπο με τον οποίο η Νέα Δημοκρατία προσδιορίζει την πολιτική της ταυτότητα.
Ωστόσο, στους καιρούς της... πανδημίας φαίνεται ότι η ασφάλεια από κοινός ιδεολογικός τόπος της Νέας Δημοκρατίας μετατρέπεται σε έναν δυσεπίλυτο γρίφο. Κι αυτό, γιατί οι συνθήκες της υγειονομικής ευαλωτότητας που βιώνει το σύνολο της κοινωνίας καλούν την κυβέρνηση να αναγνωρίσει στο ζήτημα της ασφάλειας ένα περιεχόμενο ευρύτερο από αυτό της διατήρησης της κοινωνικής τάξης, της πάταξης της εγκληματικότητας ή της καταστολής. Ένα περιεχόμενο που αφορά το πώς η ίδια η Πολιτεία μεριμνά για την προστασία της υγείας και της ζωής των πολιτών.
Οι βίαιοι όροι με τους οποίους η πανδημία επέβαλε μια εντελώς διαφορετική σημασιοδότηση της ασφάλειας δεν αντιπροσωπεύουν μια πρόκληση μόνο για την ελληνική κυβέρνηση. Αποτελούν μια νέα συνθήκη στην οποία θα δοκιμαστεί η πολιτική αντοχή και η ανθεκτικότητα πολλών κυβερνήσεων στην πανδημική και μετά-πανδημική εποχή.
Ωστόσο, στην περίπτωση της Ελλάδας, η στενή νοηματοδότηση της ασφάλειας με όρους πάταξης της εγκληματικότητας –και κυρίως της μικρο-εγκληματικότητας– φαίνεται να επιμένει εις βάρος μιας πιο διευρυμένης αντίληψης αναφορικά με το πώς η υπαρξιακή ασφάλεια του κάθε πολίτη –και κυρίως των πιο ευάλωτων– καθίσταται αντικείμενο μιας οργανωμένης μέριμνας.
Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι. Η περίοδος των γιορτών σήμανε για την Ελλάδα αλλά και παγκόσμια ένα νέο κεφάλαιο στην υγειονομική πρόκληση. Η υψηλή μεταδοτικότητα της νέας μετάλλαξης Όμικρον έφερε απανωτά αρνητικά ρεκόρ κρουσμάτων, ενώ οι θάνατοι είναι σταθερά σε υψηλά επίπεδα. Με λίγα λόγια, βιώνουμε το πέμπτο –και μέχρι τώρα– πιο έντονο κύμα της πανδημίας, μια εξέλιξη που οι επιστήμονες είχαν προβλέψει από τον προηγούμενο Νοέμβριο.
Απέναντι σε αυτό το πέμπτο κύμα, η κυβέρνηση δείχνει έντονα σημάδια αποσυντονισμού. Μέτρα που εξαγγέλλονται και επαναπροσδιορίζονται εντός λίγων ωρών, συνοδευόμενα από μια διαρκώς διαψευδόμενη αισιοδοξία. Παρά την αναγνώριση ότι το δημόσιο σύστημα υγείας αποτελεί νευραλγικό τμήμα της αντιμετώπισης των προκλήσεων της νέας εποχής, η ενίσχυση του ΕΣΥ παραμένει σαφέστατα ανεπαρκής. Ο συνωστισμός στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, συνεχίζεται, ενώ τα τελευταία μέτρα αφήνουν έκθετο ένα μεγάλο κομμάτι εργαζομένων που δεν μπορεί να υπαχθεί σε τηλε-εργασία.
Επαγγελματίες που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά στήριξης της κοινωνίας στις πανδημικές συνθήκες –το ιατρικό προσωπικό, οι νοσηλευτές/τριες, οι εργαζόμενοι/ες στα σούπερ μάρκετ, οι ντελιβεράδες, οι καθαριστές/ριες– καλούνται να εργαστούν χωρίς ένα οργανωμένο πλαίσιο μέτρων προστασίας, σε μια συνθήκη που μοιάζει με προσχώρηση στη στρατηγική της «ανοσίας της αγέλης».
Το αν η κυβέρνηση έχει αποφασίσει συνειδητά ή μη να προσχωρήσει στη στρατηγική της ανοσίας της αγέλης είναι κάτι που δεν γνωρίζουμε. Αυτό που επαναλαμβάνεται από τα επίσημα χείλη είναι ότι η τεράστια μεταδοτικότητα της «Όμικρον» μπορεί να αποδειχθεί καταλυτική για το τέλος της πανδημίας. Τραβώντας από τα μαλλιά αυτήν την κυβερνητική αισιοδοξία, ο Υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων ‘Αδωνις Γεωργιάδης έφτασε να προαναγγείλει το τέλος της πανδημίας εντός 45 ημερών.
Το γεγονός ότι η κυβέρνηση εμφανίζει αυτή την αισιοδοξία, αφήνοντας ταυτόχρονα σημαντικό κενό στη λήψη μέτρων, με τον ίδιο τον πολίτη να καλείται πλέον να διαμορφώσει τη δική του μέθοδο αυτό-προστασίας, συνεπάγεται ένα γενικευμένο αίσθημα ανασφάλειας. Αυτή η συνθήκη για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά απαιτεί εκτός από έναν πολύ καλά οργανωμένο στρατηγικό και επιχειρησιακό σχεδιασμό και μια άλλη κατανόηση της ασφάλειας: όχι απλώς ως τάξης, αλλά ως μέριμνας...
Αδάμος Ζαχαριάδης
ethnos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου