«Η πολιτική επιλογή να παρακολουθούμε τη διασπορά της επιδημίας με την ελπίδα να δομηθεί ένα τείχος συλλογικής ανοσίας έχει μέχρι σήμερα αποδώσει μεγαλύτερη θνησιμότητα, τόσο από την ίδια την Covid-19 όσο και από τις άλλες... ασθένειες», είναι το συμπέρασμα του Αλέξη Μπένου.
Ο ομότιμος καθηγητής Υγιεινής - Κοινωνικής Ιατρικής στο Τμήμα Ιατρικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης μιλά για τα θορυβώδη στοιχεία που προδημοσίευσε πρόσφατα η ομάδα του στο ΚΕΠΥ (Κέντρο Ερευνας και Εκπαίδευσης στη Δημόσια Υγεία, την Πολιτική Υγείας και την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας) αναφορικά με την αυξημένη πλεονάζουσα θνησιμότητα (δηλαδή τους περισσότερους θανάτους από τους αναμενόμενους) στην Ελλάδα και το 2021, το φαινόμενο της επιβάρυνσης της υγείας του πληθυσμού από άλλα εκτός Covid-19 νοσήματα, εξαιτίας της αδυναμίας πρόσβασης σε υπηρεσίες απαραίτητες για την παρακολούθησή τους, αλλά και την προνομιακή μεταχείριση από την κυβέρνηση του ιδιωτικού τομέα.
● Πού βρίσκεται αυτή τη στιγμή η χώρα με την πανδημία; Πώς εξελίσσεται το τέταρτο επιδημικό κύμα; Η έλευση του στελέχους «Ο» θα μας πάει πίσω; Τι μέτρα πρέπει να ληφθούν;
Η επιδημία στη χώρα μας εξελίσσεται με τη δική της δυναμική, με δεδομένο ότι δεν υπάρχει καμία διάθεση ουσιαστικού ελέγχου της από την κυβέρνηση. Είναι χαρακτηριστικό ότι τις επόμενες ημέρες ο αριθμός των θανάτων στο 4ο επιδημικό κύμα θα ξεπεράσει τον αντίστοιχο αριθμό θανάτων του ιδιαίτερα καταστροφικού 3ου κύματος. Φέτος προστίθεται και η νέα παρουσία του στελέχους «Ο», το οποίο, εφόσον ακολουθήσει την ταχύτατη διασπορά που έχει μέχρι σήμερα παρατηρηθεί διεθνώς, μπορεί πολύ σύντομα να οδηγήσει σε μια νέα και έντονη ανάκαμψη της επιδημίας. Ακόμη και αν επιβεβαιωθούν οι αρχικές εκτιμήσεις ότι η «Ο» φαίνεται να έχει ηπιότερη συμπτωματολογία, η εκρηκτική διασπορά της θα προκαλέσει μια επιπλέον σημαντική πίεση στις υπερκορεσμένες υπηρεσίες του ΕΣΥ.
Τα μέτρα που έπρεπε ήδη να έχουν παρθεί –και πριν την εμφάνιση της «Ο»– είναι τα κλασικά μέτρα δημόσιας υγείας που πρέπει επειγόντως να ξαναμπούν στις προτεραιότητές μας καθότι είχαν απόλυτα υποβαθμιστεί από την κυβέρνηση. Μάσκες παντού, αποστάσεις, αποφυγή συγχρωτισμού, εξαερισμός εργασιακών και εκπαιδευτικών χώρων καθώς και των μέσων μαζικής μεταφοράς και τακτικός έλεγχος όλων, ανεμβολίαστων και εμβολιασμένων.
Η έλευση της «Ο» ξαναφέρνει στο προσκήνιο την αναγκαιότητα των μέτρων αυτών, όπως και τη σημασία της συστηματικής ιχνηλάτησης των νέων κρουσμάτων με στόχο τον μετριασμό του ρυθμού διασποράς του νέου στελέχους. Προϋπόθεση βεβαίως για να γίνουν όλα αυτά είναι η αναγνώριση της βαρύτητας της κατάστασης και η αποφασιστική ενδυνάμωση των υπηρεσιών δημόσιας Υγείας, του προσωπικού και των λειτουργιών τους.
● Το σύστημα υγείας αντέχει; Φαίνεται να μη «χωράει» πλέον ούτε τα Covid περιστατικά ούτε τη λοιπή νοσηρότητα. Πώς θα αντιμετωπίσει το υπερμεταδοτικό «Ο»; Μήπως έχουμε περάσει σε ένα είδος ανοσίας της αγέλης;
Είναι προφανές ότι το σύστημα Υγείας έχει «πνιγεί» από την Covid νοσηρότητα και λειτουργεί κυριολεκτικά στο κόκκινο χάρη στην αυτοθυσία των επαγγελματιών υγείας. Η ταχεία διασπορά της «Ο» θα εντείνει την πίεση και θα διευρύνει τον τραγικό απολογισμό τής μέχρι τώρα απραξίας. Η πολιτική επιλογή να παρακολουθούμε τη διασπορά της επιδημίας με την ελπίδα να δομηθεί ένα τείχος συλλογικής ανοσίας έχει μέχρι σήμερα αποδώσει μεγαλύτερη θνησιμότητα, τόσο από την ίδια την Covid-19 όσο και από τις άλλες ασθένειες.
● Πρόσφατα η ομάδα σας ανακοίνωσε σημαντικά στοιχεία για τη νοσηλευτική κίνηση του πρώτου εξαμήνου του 2021, στην ημερίδα του ΚΕΠΥ με θέμα: «Πανδημία COVID-19: κριτική αποτίμηση των πολιτικών διαχείρισής της διεθνώς και στην Ελλάδα». Τι δείχνουν αυτά τα στοιχεία;
Πράγματι, όπως παρουσιάσαμε στην ημερίδα του ΚΕΠΥ, η απορρόφηση όλων των υπηρεσιών υγείας από τις ανάγκες διαχείρισης της Covid νοσηρότητας οδήγησε στην πλήρη αποδιάρθρωση της φροντίδας της μη Covid νοσηρότητας. Ανθρωποι με χρόνια προβλήματα, όπως ο διαβήτης, τα καρδιαγγειακά, ο καρκίνος, τα ψυχικά νοσήματα, δεν είχαν ουσιαστικά δυνατότητα πρόσβασης σε υπηρεσίες απαραίτητες για την παρακολούθησή τους με συνέπεια είτε την απεύθυνσή τους στον ιδιωτικό τομέα, εφόσον μπορούσαν να καλύψουν τα έξοδα, είτε την απορρύθμιση και επιβάρυνση της υγείας τους.
Αυτό το φαινόμενο της μη αναμενόμενης επιβάρυνσης της υγείας του πληθυσμού από άλλα, εκτός Covid-19 νοσήματα παρατηρήθηκε αρχικά το 2020, αλλά δυστυχώς επαναλαμβάνεται και το 2021, καθότι, παρά την εμπειρία που αποκτήθηκε εν τω μεταξύ, δεν υπήρξε καμία μέριμνα αποφυγής του. Προφανής αιτία αυτού του φαινομένου είναι η δομική αδυναμία ενός αποδιαρθρωμένου, υποστελεχωμένου και νοσοκομειοκεντρικού ΕΣΥ να ανταποκριθεί στις έκτακτες και βεβαρημένες ανάγκες που προκάλεσε η επιδημία Covid-19.
Η απάντηση στην κυρίαρχη κυνική διαχείριση είναι ότι βεβαίως και οι δημόσιες υπηρεσίες υγείας και κοινωνικής φροντίδας πρέπει να είναι προετοιμασμένες και ικανές να ανταποκριθούν σε έκτακτες ανάγκες, οι οποίες βέβαια από ό,τι φαίνεται από εδώ και μπρος δεν θα είναι καθόλου έκτακτες αλλά συνεχείς και διευρυνόμενες. Παράλληλα, η λειτουργία δομών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας με πλήρη κάλυψη όλου του πληθυσμού θα συνέβαλλε στον αποτελεσματικό έλεγχο της διασποράς της επιδημίας, τη φροντίδα των νοσούντων από τον ιό αλλά –και κυρίως– θα διασφάλιζε τη συνέχεια στη φροντίδα της εκτός Covid-19 νοσηρότητας.
● Το 2020 η δική σας ομάδα (ΚΕΠΥ) είχε διαπιστώσει ότι η πλεονάζουσα θνησιμότητα στη χώρα αυξήθηκε 8,4%, με το 45,2% των θανάτων να μην μπορούν να αποδοθούν στην Covid, ποσοστό υπερδιπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (20%). Τι δείχνουν τα στοιχεία για το 2021;
Δυστυχώς και εδώ ισχύει ότι, παρά την εμπειρία του 2020, και το 2021 έχουμε επανεμφάνιση του φαινομένου της πλεονάζουσας θνησιμότητας. Η πλεονάζουσα θνησιμότητα και ιδιαίτερα αυτή που δεν αποδίδεται στην Covid παρατηρήθηκε, συχνά με έκπληξη, διεθνώς και ήδη από το πρώτο κύμα της πανδημίας. Παρ’ όλο που ένα μέρος αυτής της θνησιμότητας θα μπορούσε, εκ των υστέρων, θεωρητικά να αποδοθεί και αυτό στην Covid (κυρίως λόγω βελτίωσης των κριτηρίων διάγνωσης), η σημασία της δεν παύει να είναι καθοριστική για την αποτίμηση της κρίσης των υπηρεσιών υγείας. Οπως και στη νοσηρότητα που αναφερθήκαμε προηγουμένως, η πλεονάζουσα θνησιμότητα, ιδιαίτερα δε η μη σχετιζόμενη με την Covid, αποτελεί αδιάψευστη απόδειξη της αδυναμίας πρόσβασης των νοσούντων στις υπηρεσίες υγείας και της δομικής αδυναμίας των υπηρεσιών να απαντήσουν στις ανάγκες του πληθυσμού για φροντίδα υγείας.
● Ακόμα μία ανακοίνωση στην οποία προχωρήσατε στην ημερίδα του ΚΕΠΥ αφορούσε την προνομιακή μεταχείριση του ιδιωτικού τομέα από την κυβέρνηση εν μέσω πανδημίας, μέσω της εξασφάλισης φοροελαφρύνσεων, της αύξησης του νοσηλίου για τις απλές κλίνες και τις κλίνες ΜΕΘ, ακόμα και έκτακτη χρηματοδότηση. Τελικά, μετά από όλα αυτά, με ποιον τρόπο συνέβαλε ο ιδιωτικός τομέας στη μάχη με την πανδημία που μαίνεται 22 μήνες τώρα στη χώρα;
Από την αρχή της επιδημίας η κυβέρνηση δεν έκρυψε τις προθέσεις της να τη χρησιμοποιήσει ως ευκαιρία για τη στήριξη, εν μέσω οικονομικής κρίσης, του ιδιωτικού τομέα, αλλά και τη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για τη διεύρυνση της κερδοσκοπίας του. Παρά την τραγική κατάσταση στα δημόσια νοσοκομεία επιμένει ακόμη και σήμερα όχι μόνο να μην επιτάσσει τις υπηρεσίες του ιδιωτικού τομέα, όπως επιβάλλουν οι έκτακτες συνθήκες που ζούμε, αλλά και να προστατεύει την «καθαρότητα» των ιδιωτικών δομών από «μολυσμένους» αρρώστους.
Η εμμονή της στην εξυπηρέτηση της κερδοσκοπίας την οδηγεί παράλληλα να χαρίσει υπέρογκους δημόσιους πόρους στον ιδιωτικό τομέα, είτε με άμεση χρηματοδότηση και φοροελαφρύνσεις είτε με διπλασιασμό των νοσηλίων είτε με εκτροπή της ζήτησης προς τις ιδιωτικές υπηρεσίες με άμεσες πληρωμές από τους ίδιους τους αρρώστους. Ενα μόνο μέρος αυτής της χρηματοδότησης αν πήγαινε προς τις δημόσιες υπηρεσίες, κυρίως με άμεσο διορισμό επαγγελματιών υγείας, η κατάσταση θα ήταν τελείως διαφορετική σήμερα.
● Τι έγινε λάθος και δεν πείστηκε η πλειονότητα των Ελλήνων να προσέλθει στον αναγκαίο εμβολιασμό;
Η όλη αντιμετώπιση του εμβολιασμού, διεθνώς και στη χώρα μας, οδήγησε στην ενδυνάμωση του ανορθολογισμού και των αντιεμβολιαστικών αντιλήψεων. Από την αρχική άρνηση της ίδιας της πανδημίας από πολλές ηγεσίες κυβερνήσεων διεθνώς μέχρι τις μεσαιωνικές θρησκοληψίες που ακόμη και σήμερα ενθαρρύνει η κυβέρνηση στη χώρα μας, δημιουργήθηκε ένα πλαίσιο αντιφατικών μηνυμάτων, ιδανική τροφή στη συνωμοσιολογία και στον ανορθολογισμό. Ο εμβολιασμός αποτελεί ένα σημαντικό μέσο για τον έλεγχο της πανδημίας σε συνδυασμό, βεβαίως, με τα μέτρα προφύλαξης και δημόσιας υγείας.
Η επιθετική στήριξη του καθεστώτος των πατεντών από το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα οδήγησε στην καθυστέρηση του εμβολιασμού των φτωχότερων χωρών, με αναπόφευκτο αποτέλεσμα τη συνεχή αναπαραγωγή νέων στελεχών και ως εκ τούτου την ανατροφοδότηση νέων πιθανών κύκλων κερδοσκοπίας των φαρμακοβιομηχανιών.
Παράλληλα, τα ψευδή μηνύματα επικοινωνιακής πολιτικής («ήρθε το εμβόλιο και σε λίγους μήνες τελειώνουμε με την επιδημία» κ.λπ.) δημιούργησαν γρήγορα ένα κλίμα γενικής αμφισβήτησης που εντάθηκε από την παραπληροφόρηση των μέσων ενημέρωσης. Η μόνη αποτελεσματική πολιτική για την προώθηση των εμβολιασμών είναι η ενημέρωση από τις οικείες ομάδες υγείας στη γειτονιά, στο σχολείο, στη δουλειά, η συζήτηση με τους επαγγελματίες υγείας, βασισμένη σε μακροχρόνιες σχέσεις αναγνώρισης και εμπιστοσύνης.
● Από πολύ νωρίς είχατε επισημάνει το πρόβλημα με τα ελλιπή στοιχεία των επιδημιολογικών δεδομένων για την εξέλιξη της επιδημίας Covid-19 που δημοσιεύει η χώρα μας. Παραμένει; Τι σημαίνει αυτό για την επιστήμη και κατ’ επέκταση τη διαχείριση της πανδημίας;
Η αντιμετώπιση της επιδημίας αλλά και οποιουδήποτε προβλήματος δημόσιας υγείας απαιτεί την επιστημονικά σχεδιασμένη και πλήρη καταγραφή των δεδομένων που ενδιαφέρουν (π.χ. κρούσματα, νοσηλευόμενοι, νοσηλευόμενοι σε ΜΕΘ, θάνατοι, ανά περιοχή, φύλο, ηλικία, εργασία κοκ) και τη διασφάλιση της πρόσβασης σε αυτά ως δεδομένα δημόσιου ενδιαφέροντος. Δυστυχώς, από την έναρξη της επιδημίας αναδείχθηκε το πρόβλημα της πιθανά ελλιπούς καταγραφής, αλλά σίγουρα της ανεπαρκούς δημοσιοποίησης των δεδομένων. Αυτή η απαράδεκτη πολιτική σκοπό έχει την αποκλειστική χρήση και επικοινωνιακή διαχείριση των δεδομένων από την κυβέρνηση.
Για παράδειγμα, δεν υπάρχουν δημοσιοποιημένες καταγραφές για τη διασπορά σε χώρους εργασίας ή στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Παράλληλα, όμως, η μη δημοσιοποίηση των δεδομένων μειώνει και τις πιθανότητες αποτελεσματικότερης αντιμετώπισης της επιδημίας. Η πρόσφατα πολυσυζητημένη δημοσίευση των Λύτρα - Τσιόδρα επιβεβαιώνει τη σημασία της συνεχούς ανάλυσης των δεδομένων για τη λήψη αποφάσεων, παρ’ όλο που η ίδια η έρευνα αποδεικνύει επίσης τη σημασία της δημοσιοποίησης των δεδομένων (τα δεδομένα στα οποία βασίστηκε δεν είναι δημοσίως προσβάσιμα...)...
Ντάνι Βέργου
Η Εφημερίδα των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου