«Η Άμαζον δεν μας αφήνει να φύγουμε». Αυτό ήταν το τελευταίο γραπτό μήνυμα που έστειλε ο Λάρι Βίρντεν στην επί 13 χρόνια σύντροφό του, Σερί Τζόουνς, προτού αυτός και πέντε συνάδελφοί του σκοτωθούν την περασμένη Παρασκευή το βράδυ, όταν ένας τυφώνας κατέστρεψε το κέντρο διαλογής της Amazon στο Έντουαρντσβιλ του Ιλλινόι.
Το... ξέσπασμα τυφώνων που διέσχισαν τις κεντρικές Ηνωμένες Πολιτείες την Παρασκευή το βράδυ προς το πρωί του Σαββάτου, αφήνοντας στο διάβα τους θάνατο και καταστροφή από το Άρκανσο μέχρι το Κεντάκι, ξεσκέπασε την πραγματικότητα των βάρβαρων συνθηκών εργασίας στην καρδιά της Αμερικής και τη γυμνή αδιαφορία των κυρίαρχων ελίτ για τις ζωές των εργατών.
Ήταν οι πιο θανατηφόροι Δεκεμβριάτικοι τυφώνες στην αμερικανική ιστορία, σκοτώνοντας τουλάχιστον 88 ανθρώπους, μεταξύ των οποίων και παιδιά, με πολλούς ακόμη να αγνοούνται. Οι νεκροί αναμένεται να ανέλθουν σε πάνω από 100, καθώς οι διασώστες χτενίζουν τους σωρούς από συντρίμμια και οι βαριά τραυματίες υποκύπτουν στα τραύματά τους. Σπίτια σηκώθηκαν στον αέρα σαν κομμάτια χαρτί καθώς οικογένειες έψαχναν απελπισμένα καταφύγιο στις τουαλέτες τους και εργοστάσια κατέρρευσαν με τους εργάτες ακόμα μέσα.
Οι προειδοποιήσεις τυφώνων είχαν έρθει πολλές ώρες πριν την καταστροφή, αλλά αγνοήθηκαν από τους διευθυντές των εργοστασίων στο κέντρο διαλογής της Amazon στο Έντουαρντσβιλ του Ιλλινόι και το εργοστάσιο κεριών της Mayfield Consumer Products στο Μέιφιλντ του Κεντάκι, ώστε να συνεχιστεί σε πλήρεις ρυθμούς η εορταστική παραγωγή με τα Χριστούγεννα να απέχουν μόλις δύο εβδομάδες. Η παραγωγή δεν μπορούσε να διακοπεί ούτε για μία βάρδια ώστε να διασφαλιστεί η ασφάλεια των εργατών, διότι θα υπέσκαπτε τα κέρδη των εταιρειών.
Οι εργάτες στο εργοστάσιο του Μέιφιλντ αναφέρουν πως η διεύθυνση απείλησε να απολύσει όποιον αποχωρούσε για να βρει ασφαλές καταφύγιο έπειτα από την έκδοση πολλαπλών προειδοποιητικών για τυφώνες στην περιοχή. «Ακόμα και με τέτοιο καιρό θα με απολύσετε;», ρώτησε έναν διευθυντή ο 20χρονος εργάτης Έβαν Τζόνσον. Η απάντηση που έλαβε ήταν, «Ναι». Σύμφωνα με τον Τζόνσον, πάρθηκαν παρουσίες για να διευκρινιστεί αν κάποιος εργάτης είχε αποχωρήσει.
Ο χειριστής ανυψωτή Μαρκ Σάξτον, 37 ετών, επιβεβαίωσε στο NBC News πως δεν δόθηκε στους εργάτες η επιλογή να επιστρέψουν στα σπίτια τους, αλλά στάλθηκαν εκ νέου στη γραμμή παραγωγής μετά το πρώτο προειδοποιητικό για τυφώνα. «Αυτό είναι το θέμα. Θα έπρεπε να μπορούμε να φύγουμε», εξήγησε ο Σάξτον. «Ήρθε το πρώτο προειδοποιητικό και απλά μας μάζεψαν σε έναν διάδρομο. Μετά το προειδοποιητικό, μας έστειλαν και πάλι για δουλειά. Ποτέ δεν μας πρότειναν να πάμε σπίτι».
Όταν χτύπησε ο τυφώνας, ισοπέδωσε το εργοστάσιο κεριών στο Κεντάκι, παγιδεύοντας δεκάδες εργάτες στα συντρίμμια του και αφήνοντας οκτώ νεκρούς. Οι εργάτες δούλευαν μέχρι και για μόλις 8 δολάρια την ώρα, σε βάρδιες 10-12 ωρών με υποχρεωτικές υπερωρίες. Υπήρχαν επίσης κρατούμενοι που εργάζονταν στο εργοστάσιο υπό τη φύλαξη ενός αστυνομικού ο οποίος σκοτώθηκε στην κατάρρευση.
Από την πλευρά της, η Amazon αρνήθηκε να ακυρώσει τη βάρδια στο Έντουαρντσβιλ. Καθώς η απειλή μεγάλωνε, η διεύθυνση επιχείρησε να φυγαδεύσει τους εργάτες σε περιοχές ασφαλείας εντός του κτηρίου, όμως η σαθρή του κατασκευή δεν του επέτρεψε να αντέξει τον αέρα και κατέρρευσε γύρω τους σκοτώνοντας έξι.
Για να διαβάσετε ολόκληρο το κείμενο, πατήστε ΕΔΩ...
Πηγή: Niles Niemuth – wsws.org
Μετάφραση/Επιμέλεια: Ανδρέας Κοσιάρης
info-war.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου