Ο υπουργός Δικαιοσύνης κλείνει τ’ αυτιά του στη σοβαρή κριτική που δέχεται πανταχόθεν για τις αλλαγές που ετοιμάζει στους Ποινικούς Κώδικες, όπως φάνηκε και χθες με την τοποθέτησή του στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, όπου δεν απάντησε σε καμία από τις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης.
Με... καίριες παρατηρήσεις και έντονη κριτική από τους εισηγητές της αντιπολίτευσης ξεκίνησε χθες στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής η συζήτηση σχετικά με το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης για τις αλλαγές στους Ποινικούς Κώδικες. Τελευταίος τοποθετήθηκε ο υπουργός Κώστας Τσιάρας, ο οποίος δεν έδωσε καμία απάντηση στις αντιρρήσεις που προηγήθηκαν και που έχουν ήδη διατυπωθεί από μεγάλο μέρος του νομικού κόσμου.
Οι πιο προβληματικές διατάξεις του νομοσχεδίου επισημάνθηκαν χθες από τους εισηγητές των κομμάτων, με τον Σπύρο Λάππα (ΣΥΡΙΖΑ) να σημειώνει ότι «μετά την Τουρκία και την Αλβανία, η Ελλάδα είναι η τρίτη χώρα με τις περισσότερες καταδίκες στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για θέματα ποινικού δικαίου και κυρίως σωφρονιστικής πολιτικής και αντεγκληματικής πολιτικής. Ο κώδικας, αν δεν υπακούει σε βασικές αρχές, δόγματα, αξίες και αρχές αντεγκληματικού χαρακτήρα, δεν μπορεί να έχει καμία βιωσιμότητα και καμία προοπτική. Θα αναγκαστείτε να ξαναρθείτε να τις αλλάξετε, γιατί θα έρθουν τα αρμόδια ευρωπαϊκά όργανα και δεν θα σας κουνήσουν μόνο το δάχτυλο, αλλά και τη βίτσα πλέον και το ξύλο».
Από το Κίνημα Αλλαγής η Νάντια Γιαννακοπούλου έκανε ειδική αναφορά στον θεσμό της μετατροπής της ποινής σε κοινωφελή εργασία και ρώτησε τον υπουργό: «Ποια είναι τα μέχρι στιγμής πεπραγμένα της κυβέρνησης; Είναι η πλήρης αναστολή της κοινωφελούς εργασίας ύστερα από τον ν. 4623/2019 που η κυβέρνησή σας έφερε. Είμαστε σχεδόν δυόμισι χρόνια χωρίς αυτόν τον θεσμό που λειτουργεί σε όλα τα ευνομούμενα δυτικά κράτη και αυτό φέρει τη σφραγίδα της δικής σας κυβέρνησης».
«Οι αλλεπάλληλες αλλαγές στους Π.Κ. δεν βοηθούν στην εμπέδωση μιας σταθερής αντεγκληματικής πολιτικής, ενώ αναχρονιστικοί θεσμοί με αυστηροποίηση των ποινών δημιουργούν μόνο μια ψευδαίσθηση ασφάλειας», σημείωσε η Αγγελική Αδαμοπούλου (ΜέΡΑ25) και κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι απευθύνεται «στα ταπεινά ένστικτα και τα ορμέμφυτα της κοινής γνώμης, η οποία λειτουργεί με τη λογική της αρένας και διψάει για αίμα και εκδίκηση».
Η Μαρία Κομνηνάκα εκ μέρους του ΚΚΕ εστίασε στο άρθρο 191 του Π.Κ. «που αυστηροποιεί την ήδη ισχύουσα διάταξη περί διασποράς ψευδών ειδήσεων, με πρόσχημα της αντιμετώπισης των fake news για την πανδημία και έτσι ανοίγει ο δρόμος για ακόμα μεγαλύτερη λογοκρισία του Τύπου, ακόμα και με διώξεις». Στο θέμα αυτό ο υπουργός επιχείρησε να εμφανιστεί καθησυχαστικός λέγοντας ότι δεν αφορά δημοσιογράφους, ωστόσο η διάταξη αναφέρει ξεκάθαρα ότι «εάν η διασπορά ψευδών ειδήσεων τελέστηκε επανειλημμένα μέσω του Τύπου ή μέσω διαδικτύου, ο υπαίτιος τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και χρηματική ποινή. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και ο πραγματικός ιδιοκτήτης ή εκδότης του μέσου με το οποίο τελέστηκαν οι πράξεις των προηγούμενων εδαφίων».
Περί δημόσιας ασφάλειας
Από την πλευρά του, ο υπουργός προσπάθησε με συναινετικό ύφος να προσπεράσει όλες τις αντιρρήσεις επικαλούμενος τη δημόσια ασφάλεια και την πάταξη της εγκληματικότητας, αλλά δεν εξήγησε γιατί ο Π.Κ. πάει τόσες δεκαετίες πίσω. Οσο για τον ισχυρισμό ότι οι πρώτες αλλαγές έγιναν από τη νομοπαρασκευαστική επιτροπή που συνέταξε τους Κώδικες του 2019, η αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση κράτησε την επιτροπή αλλά έκανε προσθαφαιρέσεις στα μέλη της προκειμένου να έχει το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Γιώτα Τέσση, Αντα Ψαρρά
efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου