Βρισκόμαστε μερικές εβδομάδες πριν την «εκπνοή» του 2021, έτοιμοι να εισέλθουμε σε μία ακόμη χρονιά που η πανδημία του Covid 19 θα είναι κυρίαρχη σε όλες τις πτυχές της ζωής μας. Επίσης μόλις 16 μέρες πριν στην Βουλή ξεκινήσει να συζητείται ο Κρατικός Προϋπολογισμός για το 2022. Το κείμενο που μεταξύ άλλων προβλέπει τα χρήματα που θα διατεθούν το... νέο έτος για την δημόσια υγεία. Η κυβέρνηση ισχυρίζεται πως έχει αυξήσει τα κονδύλια αυτά. Η αντιπολίτευση υποστηρίζει ότι και φέτος μειώθηκαν οι υγειονομικές δαπάνες.
Ο πολίτης μπερδεμένος, βρίσκεται απέναντι στο ερώτημα του αν τελικά μπορούν να πουν ψέματα οι αριθμοί. Μια και μιλάμε για λογαριασμούς, ποσά και λογιστικά μεγέθη. Η συζήτηση του κρατικού προϋπολογισμού που ολοκληρώθηκε στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής δίνει την δυνατότητα αναλυτικής καταγραφής των όσων υποστηρίζουν οι πολιτικές δυνάμεις στο κοινοβούλιο. Έτσι ώστε ο καθένας να μπορεί να κρίνει τα όσα υποστηρίζονται εκατέρωθεν.
ΠΟΣΑ «ΤΑ ΒΓΑΖΕΙ» Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ
Οι επικεφαλής του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης κατά την έσπευσαν να διαβεβαιώσουν για την αύξηση των κονδυλίων που θα διατεθούν στην υγεία.
Πρώτος ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας που δήλωσε πως «όσον αφορά το κρίσιμο πεδίο της υγείας, οι δημόσιες δαπάνες - το λέω με κάθε επισημότητα - θα είναι αυξημένες το 2022, τόσο έναντι του 2021, όσο και έναντι του 2019. Οι συνολικές δαπάνες για την υγεία διαμορφώνονται στα 11,7 δισεκατομμύρια ευρώ για το 2022 ή στο 6,3% του ΑΕΠ, πολύ κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο». Διευκρίνισε επίσης πως έχει προϋπολογιστεί ένα έκτακτο κονδύλιο για τυχόν ανάγκες που σχετίζονται με τον Covid 19 τονίζοντας πως «600 εκατομμύρια θα αξιοποιηθούν στο Υπουργείο Υγείας, σας λέω εκ προοιμίου ότι εάν χρειαστεί είμαστε διατεθειμένοι να δώσουμε και πρόσθετους πόρους στη δημόσια υγεία».
Τον ίδιο ισχυρισμό επανέλαβε και ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θόδωρος Σκυλακάκης προσθέτοντας πως φέτος έχει υιοθετηθεί ένα σύστημα υπολογισμού των δαπανών που δεν επιτρέπει αμφισβητήσεις. Χαρακτηριστικά σημείωσε ότι «φέτος είναι η πρώτη φορά, που έχουμε μία ολοκληρωμένη λειτουργική ταξινόμηση κι αυτή θα μας διευκολύνει από εδώ και πέρα και στα επόμενα χρόνια, να συζητάμε, χωρίς να πρέπει, να διαφωνούμε επί των στοιχείων για το τι δαπάνες έχουμε, κοινωνικές, οικιστικές, υγείας κ.λ.π».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε όμως μια διευκρίνιση που παρείχε ο γενικός γραμματέας δημοσιονομικής πολιτικής του υπουργείου Οικονομικών Αθανάσιος Πετραλιάς. Ανέφερε πως «εκτός από τις δαπάνες του Υπουργείου Υγείας στις δαπάνες για την υγεία συγκαταλέγονται και το σύνολο των δαπανών των νοσοκομείων του ΕΣΥ, των στρατιωτικών και των πανεπιστημιακών νοσοκομείων».
Τους απόλυτους αριθμούς ανέλαβε να παραθέσει ο ειδικός εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας στον κρατικό προϋπολογισμό, Θοδωρής Ρουσόπουλος. Δήλωσε επί λέξει πως «το 2020 ξοδεύτηκαν τέσσερα δισεκατομμύρια οκτακόσια τριάντα ένα εκατομμύρια ευρώ (4.831.000.000,00). Το 2021, πέντε δισεκατομμύρια 217 εκατομμύρια (5.217.000.000,00),. Το 2022 προβλέπονται πέντε δις διακόσια πενήντα εφτά εκατομμύρια ευρώ (5.257.000.000,00). Άρα, το 2022 οι συνολικές δαπάνες είναι αυξημένες».
Εντύπωση πάντως προκάλεσε η εκτίμησή του σύμφωνα με την οποία καταγράφεται αύξηση των κονδυλίων ενώ «προβλέπεται μείωση των προβλημάτων από την πανδημία και παρότι έγιναν, ήδη, τεράστιες επενδύσεις στο χώρο της υγείας, τόσο σε υλικοτεχνική υποδομή όσο και σε προσωπικό που δεν χρειάζεται να ξαναγίνουν τον επόμενο χρόνο και σίγουρα δεν χρειάζεται να ξαναγίνουν σε υλικοτεχνική υποδομή».
ΠΩΣ «ΜΕΤΡΑΕΙ» Η ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗ
Εκ πρώτης όψεων οι τοποθετήσεις των εκπροσώπων της κυβέρνησης φαίνονται εξόχως τεκμηριωμένες, και παρατίθενται με συγκεκριμένα νούμερα. Η εικόνα όμως που παρουσιάστηκε κάθε άλλο παρά έπεισε την αντιπολίτευση.
Όπως επισήμανε η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ, Έφη Αχτσιόγλου οι κυβερνητικοί υπολογισμοί αφορούν «τις δαπάνες που κάνουν γενικώς οι φορείς για την υγεία και όχι για τη χρηματοδότηση που δίνει το κράτος στο Υπουργείο Υγείας και τη χρηματοδότηση που δίνει το κράτος για τις έκτακτες δαπάνες λόγω του covid. Προσθέτουν, δηλαδή, εκεί τις δαπάνες που κάνουν οι διάφοροι φορείς, τα νοσοκομεία, τα στρατιωτικά νοσοκομεία κ.λπ.». Πρόσθεσε επίσης ότι «πετάει την μπάλα στην εξέδρα η Κυβέρνηση με αυτή την απάντηση, με το να λέει πόσες δαπάνες κάνουν οι φορείς γενικώς για την υγεία και όχι το τι πληρώνει το κράτος για την υγεία στο Υπουργείο Υγείας και στις έκτακτες δαπάνες λόγω covid».
Επιπρόσθετα η αρμόδια τομεάρχης Οικονομίας του ΣΥΡΙΖΑ καταλόγισε στην κυβέρνηση χρήση ανόμοιων ποσών όταν συγκρίνει τις δαπάνες του 2021 με τις δαπάνες του 2022. Χαρακτηριστικά είπε πως «αθροίζετε μεν για το 2022 τα 600 εκατομμύρια, που η Κυβέρνηση έχει τοποθετήσει στην άκρη, που δε λέει ότι θα τα διοχετεύσει στο Υπουργείο Υγείας,λέει«αν χρειαστεί, θα τα δώσω για την κάλυψη έκτακτων δαπανών», αλλά δεν κάνετε την ίδια προσθήκη για το 2021». Διευκρίνισε πως «αν εκεί προσθέσετε και τις αντίστοιχες δαπάνες λόγω covid που έγιναν το 2021, θα έπρεπε να προσθέσετε όχι τα 600 εκατομμύρια, ου προσθέτετε για το 2022, αλλά, αντιστοίχως,τα 1,2 δις για το 2021».
Η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ εκτίμησε πως εφόσον ο υπολογισμός των κονδυλίων γίνει «καθαρά» και με συγκρίσιμα ποσά, τότε εμφανίζεται η πραγματική εικόνα της μείωσης των κονδυλίων. Η Έφη Αχτσιόγλου είπε πως εάν δει κανείς τον πίνακα του προϋπολογισμού όπου φαίνονται τα «ανώτατα όρια δαπανών φορέων Κεντρικής Διοίκησης, όπου εκεί πηγαίνουμε στον Τακτικό Προϋπολογισμό και βλέπουμε, για το Υπουργείο Υγείας, εκτέλεση του 2021, χρηματοδότηση δηλαδή από το κράτος, 5.162.000.000, για το 2022, 4.341.000.000.
Πρόκειται για μία μείωση 820 εκατομμύριων. Μιλάμε, ξαναλέω, για την κρατική χρηματοδότηση για τις δαπάνες του Υπουργείου Υγείας η οποία εμφανίζεται σαφέστατα μειωμένη. Λες και η κατάσταση φέτος είναι ικανοποιητική, λες και η κατάσταση στην οποία διαβιούμε είναι, λες και η υποστήριξη είναι επαρκής στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας, ήδη, και άρα, αυτό μας δίνει το περιθώριο να κάνουμε αυτές τις μειώσεις, αυτές τις περικοπές για το 2022».
Μάλιστα η Έφη Αχτσιόγλου έκανε ειδική αναφορά στις δαπάνες για τα νοσοκομεία. Σημείωσε ότι «αφαιρούνται 280 εκατομμύρια από τα δημόσια νοσοκομεία» αφού «αν δούμε τον πίνακα 3.8, μεταβιβάσεις σε νοσοκομεία, βλέπουμε από 1.742.000.000, πάμε σε 1.462.000.000 για το 2022».
Λογικές μακριά από τις ανάγκες του Εθνικού Συστήματος Υγείας, εντόπισε ο Κώστας Σκανδαλίδης. Εκπροσωπώντας το Κίνημα Αλλαγής επισήμανε: «Εδώ δεν γίνεται μια συζήτηση για το αν είναι πιο λίγα τα κονδύλια ή πιο πολλά του Προϋπολογισμού και σκοτωνόμαστε γιατί κάπου γράφει, λέει σε έναν (*) αστερίσκο 600 εκατομμύρια που άμα τα προσθέτεις, βγαίνει λίγο πάνω από το περσινό. Αυτό είναι το πρόβλημα της χρηματοδότησης της υγείας σήμερα; Ή είναι μια άλλου τύπου κατανομή με ένα πλαίσιο αλλαγών στο δημόσιο σύστημα υγείας που θα το ενισχύσει ουσιαστικά;»
Για μειώσεις έκανε λόγο το ΚΚΕ. Με τον εισηγητή του, Νίκο Καραθανασόπουλο να δηλώνει ότι στον προϋπολογισμό «έχουμε μείωση της κρατικής χρηματοδότησης στα νοσοκομεία, 139.000.000 ευρώ και μείωση κατά 140.000.000 ευρώ της κρατικής χρηματοδότησης στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας». Πιο συγκεκριμένα ανέφερε πως οι δαπάνες για την πρωτοβάθμια υγείας «ήταν το 2021 268.000.000 και τώρα για το 2022 138.000.000, μείωση μεγαλύτερη του 50%». Ο βουλευτής του ΚΚΕ επισήμανε επισης ότι «έχουμε μείωση στις μεταβιβάσεις προς τον ΕΟΠΥΥ κατά 69.000.000 ευρώ, ενώ η φαρμακευτική δαπάνη που μπορεί να φαίνεται αυξημένη κατά περίπου 100.000.000 ευρώ συμπεριλαμβάνει τα 80.000.000 ευρώ που θα είναι δώρο προς τους φαρμακοβιομηχανίες ως επιστροφή του clawback».
Στην ίδια λογική και η εκτίμηση και του εκπροσώπου του Μέρα 25 Κρίτωνα Αρσένη. Σημείωσε πως στον προϋπολογισμό συνολιά «στο σύνολο μεταβιβάσεων του Τακτικού Προϋπολογισμού, αυτές που αφορούν τις μεταβιβάσεις, δηλαδή υγεία, πρόνοια, άνεργοι και επίσης δήμοι, εκεί που ζουν οι άνθρωποι δηλαδή, μειώνονται για το 2022 κατά 1,74 δισ. έναντι του 2001». Ειδικά για τα χρήματα που δαπανώνται για την υγείας σημείωσε πως «για το Υπουργείο Υγείας οι δαπάνες είναι μειωμένες κατά 560.000.000, μισό δισ., νοσοκομεία, πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας κατά 259.000.000 περίπου 300.000.000».
ΤΕΛΙΚΑ…
Όπως εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς οι αριθμοί τελικά μπορούν να δείξουν πολλές «πραγματικότητες» όταν καλούνται να αποτυπώσουν με δημοσιονομικό τρόπο την (μία και μόνη) κοινωνική πραγματικότητα. Αυτό εξαρτάται από το πώς ο καθένας τους «διαβάζει». Για τον χώρο της υγείας σε καιρούς πανδημίας όμως, καλύτερα από κάθε οικονομολόγο η αναλυτή μπορεί να την διαπιστώσει την κατάσταση ο ασθενής που θα βρεθεί στην ανάγκη να νοσηλευθεί ένα δημόσιο νοσοκομείο.
Ακόμη κι αν δεν θελήσει κανείς να πάρει θέση στις «αναγνώσεις» των οικονομικών δεδομένων που κάνουν κυβέρνηση και αντιπολίτευση, από τα φετινά στοιχεία του προϋπολογισμού και τις πολιτικές τοποθετήσεις που τον συνοδεύουν γίνονται σαφή τα εξής: Η Ελλάδα στις δαπάνες υγείας είναι ελαφρώς χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο ακόμη και με την «αισιόδοξη» κοινωνική εκδοχή. Οι δαπάνες της υγείας αντιστοιχούν στο 6,3% του ΑΕΠ ενώ ο κοινοτικός μέσος όρος είναι στο 7%. Αυτά ενώ η Ελλάδα σίγουρα δεν μπορεί να περηφανευθεί ότι διαθέτει το επίπεδο υγείας των χωρών αναφοράς της Ευρωζώνης. Οπότε σίγουρα τα κονδύλια που διατίθενται υπολείπονται των αναγκών. Πόσο μάλλον στις χρονιές έξαρσης του Covid 19.
Το δεύτερο και πιο ανησυχητικό στοιχείο που εμφανώς διαπιστώνει από τις τοποθετήσεις των εκπροσώπων της κυβέρνησης είναι η εκτίμηση ότι δεν απαιτούνται άμεσα περισσότερες δαπάνες για την δημόσια υγεία. Μια και όπως φαίνεται να πιστεύει η κυβέρνηση έχουν γίνει «τεράστιες επενδύσεις»…
Γεράσιμος Λιβιτσάνος
news247.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου