Προεκλογικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε κάνει «σημαία» του τη μάχη εναντίον του λαϊκισμού. Εύλογη η επιλογή, μιας και μέσα από τη ρητορεία του «αντιλαϊκισμού» ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας κατάφερε να... καταστεί ο πολιτικός εκφραστής της «παράταξης του Ναι» στο δημοψήφισμα, η οποία μετεξελίχθηκε σε «παράταξη Μητσοτάκη». Η καταγγελία του λαϊκισμού που ταυτιζόταν όχι μόνο με το αντιμνημονιακό ρεύμα, αλλά με τη Μεταπολίτευση εν γένει, συνοδευόταν με την επαγγελία μιας τεχνοκρατικού χαρακτήρα διοίκησης του κράτους.
Οι Πρέσπες
Ωστόσο, ήδη από την περίοδο που προηγήθηκε των εκλογών, ο κ. Μητσοτάκης είχε αποδείξει ότι η αντιλαϊκιστική ρητορεία μπορεί κάλλιστα να αποτελέσει το περιτύλιγμα μιας καθ’ όλα λαϊκίστικης πολιτικής. Η Συμφωνία των Πρεσπών συνιστά το πιο τρανταχτό παράδειγμα του… αντιλαϊκιστικού λαϊκισμού. Η αρχικά επιφυλακτική στάση της Πειραιώς απέναντι στα εθνικιστικά συλλαλητήρια, μετατράπηκε σε παθιασμένη υποστήριξή τους, όταν διαπιστώθηκε η μαζικότητά τους. Η ίδια η συμφωνία καταγγέλθηκε ως εθνικά επιζήμια, μολονότι ήταν κατά πολύ πιο ευνοϊκή για τα ελληνικά συμφέροντας από τις προτάσεις που είχαν ρίξει στο τραπέζι του διαλόγου οι κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας.
Επιτελικός λαϊκισμός
Στον πρωθυπουργικό θώκο πια, ο Κυριάκος Μητσοτάκης μέσα από το επιτελικό κράτος θέλησε να στείλε «τεχνοκρατικό» σήμα ως προς τον τρόπο καθοδήγησης του κυβερνητικού σχήματος. Στην πράξη, πέρα από τη διαμόρφωση ενός ισχυρού πρωθυπουργικού συστήματος εξουσίας, τα κακώς κείμενα της διοίκησης σε γενικές γραμμές δεν άλλαξαν, όπως άλλωστε φάνηκε και στις καταστροφικές πυρκαγιές του καλοκαιριού.
Ομοίως συνεχίστηκε ο συνδυασμός αντιλαϊκιστικής ρητορείας με λαϊκίστικη πολιτική, ο οποίος απέδωσε εκλογικά και συνεχίζει να αποδίδει δημοσκοπικά. Τα μνημόνια συνεργασίας με τη Βόρεια Μακεδονία δεν έρχονται προς ψήφιση στη Βουλή όχι γιατί θεωρούνται βλαπτικά για τη χώρα, αλλά για να μην ερεθιστούν οι «μακεδονομάχοι» ψηφοφόροι, καθώς και η πτέρυγα Σαμαρά. Η επίδειξη αστυνομικής πυγμής απέναντι στη νεολαία συνεχίζεται όχι γιατί συμβάλλει στη μείωση της εγκληματικότητας, αλλά γιατί θέλγει τα ακροδεξιά ακροατήρια. Η δε διαχείριση της πανδημίας δεν γίνεται με βάση τις επιστημονικά επιβεβλημένο, αλλά το εκλογικά ωφέλιμο. Η κυβέρνηση είχε σπεύσει να κηρύξει το τέλος της πανδημίας προκειμένου να οικοδομήσει την εικόνα πλήρους επιστροφής στην κανονικότητα (που όλοι θέλουμε άλλωστε), παρά τις σαφείς προειδοποιήσεις των ειδικών ότι η πραγματικότητα δεν ήταν τόσο… αισιόδοξη. Εν προκειμένω, η λαϊκίστικη δημαγωγία είχε βαρύτατο τίμημα αφού τα αναγκαία μέτρα δεν λήφθηκαν εγκαίρως.
Το κερί
Ο λαϊκισμός έφτασε βέβαια στο αποκορύφωμά του στη συνέντευξη του κ. Μητσοτάκη στους Ρ. Τζίμα και Γ. Πρετεντέρη. Μεταξύ άλλων ο πρωθυπουργός απαντώντας στην κριτική του Αλέξη Τσίπρα για την εξαίρεση των εκκλησιών από τα περιοριστικά μέτρα, ανέφερε:
«Θα πρέπει να καταλάβουμε ότι οι εκκλησίες είναι ανοιχτοί χώροι λατρείας. Ίσως ο κ. Τσίπρας δεν έχει αισθανθεί ποτέ την ανάγκη να μπει σε μια εκκλησία, να ανάψει ένα κερί. Δεν υπάρχει κάποιος στην πόρτα να τον ελέγξει αν θέλει να το κάνει. Λοιπόν, από εκεί και πέρα, εάν υπήρχε τρόπος εφαρμογής του μέτρου αυτού θα το συζητούσαμε».
Ο κ. Μητσοτάκης όχι μόνο επιχείρησε να δικαιολογήσει με βάση τη θρησκευτική πίστη την ανορθολογική κι αντιεπιστημονική εξαίρεση των εκκλησιών από τα περιοριστικά, αλλά εγκάλεσε τον επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης για έλλειψη θρησκευτικού αισθήματος. Μιας και η κυβέρνηση αρέσκεται να κάνει λόγο για «ευρωπαϊκή κανονικότητα», θα πρέπει να επισημάνουμε ότι σε καμία χώρα της Δυτικής Ευρώπης δεν θα μπορούσαν να λεχθούν όσα δήλωσε ο πρωθυπουργός, χωρίς να προκληθεί πολιτικό σκάνδαλο. Γιατί σε καμία από τις χώρες που η ΝΔ θεωρεί πρότυπα, δεν αποτελεί πολιτικό επίδικο το αν είναι κανείς πιστός. Όπως επίσης δεν νοείται να τεκμηριωθούν πολιτικές επιλογές στη βάση της θρησκευτικής πίστης.
Προφανώς η Πολιτεία μια χαρά μπορεί να ελέγξει τα πιστοποιητικά όσων μπαίνουν στις εκκλησίες, αν το θελήσει. Δεν το κάνει όμως γιατί η ΝΔ επουδενί θέλει να χάσει τις «άγιες» ψήφους. Παρά τα όσα διατείνονται, οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι γνωρίζουν ότι η μεγάλη μάζα των αντιεμβολιαστών ανήκουν στη θρησκευτική (Ακρο)Δεξιά. Άλλωστε, η επίκληση του θρησκευτικού αισθήματος αποτελεί παραδοσιακά μια προσοδοφόρο μέθοδο άγρας ψήφων για τη Δεξιά. Γι’ αυτό, ο κ. Μητσοτάκης δεν ανάβει απλώς κερί, αλλά λαμπάδα ολόκληρη στο μπόι του λαϊκισμού. Με τίμημα βέβαια την αναποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας και την ενίσχυση του ανορθολογισμού στην κοινωνία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου