Οι ομοσπονδιακές εκλογές στη Γερμανία εξελίχθηκαν σε ένα θρίλερ, το οποίο δεν έχει ακόμη τελειώσει, καθώς ο δρόμος μέχρι το σχηματισμό κυβέρνησης θα είναι μακρύς και περίπλοκος.
Ένα θρίλερ στο οποίο η Ευρώπη και η Ελλάδα δεν έπαιξαν ρόλο. Τα ευρωπαϊκά θέματα δεν απασχόλησαν διόλου τους Γερμανούς ψηφοφόρους και τα... γερμανικά πολιτικά κόμματα σε αυτές τις εκλογές. Ενδεχομένως αυτό να ήταν για καλό: Η ακροδεξιά AfD, που κάποτε έκανε σημαία της το Grexit, είδε τα ποσοστά της να μειώνονται.
Όμως όλη η Ευρώπη και η Ελλάδα στρέφει το βλέμμα στο Βερολίνο, αφού κρίνονται πολλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, από το τι θα γίνει με το Σύμφωνο Σταθερότητας μέχρι την πολιτική της ΕΕ απέναντι στην Τουρκία.
Πρώτα όμως πρέπει να σχηματιστεί η επόμενη γερμανική κυβέρνηση. Το 2017 οι συζητήσεις είχαν κρατήσει έξι μήνες, για να καταλήξουν ξανά σε μεγάλο συνασπισμό, αφού ναυάγησε η “Τζαμάικα”, δηλαδή η συγκυβέρνηση Χριστιανοδημοκρατών- Πρασίνων- Φιλελεύθερων, που παίρνει αυτό το όνομα από τα χρώματα των τριών κομμάτων (μαύρο, πράσινο, κίτρινο).
Αυτή τη φορά όμως, ο μεγάλος συνασπισμός είναι εξαιρετικά δύσκολο σενάριο. Εφόσον η SPD είναι πρώτο κόμμα έστω και βραχεία κεφαλή, ο Όλαφ Σολτς δεν μπορεί να δεχθεί να μην είναι εκείνος καγκελάριος. Οι Χριστιανοδημοκράτες έπεσαν στο χαμηλότερο ποσοστό στην ιστορία τους, αλλά ο Αρμιν Λάσετ ζητά να γίνει εκείνος καγκελάριος, διότι διαφορετικά δεν θα μπορεί να σταθεί εσωκομματικά: Ο αρχηγός των Βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών, Μάρκους Ζέντερ, τον περιμένει στη γωνία.
Το σενάριο που έμοιαζε το καλύτερο δυνατό για την Ελλάδα, δηλαδή ένας κόκκινος- πράσινος- κόκκινος συνασπισμός με Σοσιαλδημοκράτες, Πράσινους και Αριστερά, “καίγεται” καθώς η Linke μπαίνει οριακά στο Bundestag και δεν βγαίνουν τα κουκιά.
Ένα πιθανό, αλλά καθόλου απλό σενάριο, ως εκ τούτου είναι το λεγόμενο “φανάρι”, δηλαδή κυβέρνηση με Σοσιαλδημοκράτες- Πράσινους- Φιλελεύθερους, που θυμίζουν φανάρι με τα κόκκινα, πράσινα και κίτρινα χρώματα τους.
Μπορεί όμως στα αλήθεια η Αθήνα να ελπίζει σε αλλαγή πολιτικής με σοσιαλδημοκράτη καγκελάριο; Οι Γερμανοί ψηφοφόροι μπορεί να έστειλαν μήνυμα αλλαγής, αλλά για τους Γερμανούς αλλαγή δε σημαίνει κατ’ ανάγκην και στροφή 180 μοιρών. Αφού ολοκληρωθεί ο μαραθώνιος για το σχηματισμό κυβέρνησης, θα ξεκινήσει ένας νέος μαραθώνιος διαπραγματεύσεων, αυτή τη φορά σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για τη δημοσιονομική ευρωπαϊκή πολιτική μετά το 2023, οπότε και τελειώνει η περίοδος δημοσιονομικής χάριτος λόγω κορονοϊού. Αλλά δεν θα έπρεπε να περιμένει κανείς ότι οι Γερμανοί, ακόμη και οι Σοσιαλδημοκράτες, δεν θα ζητήσουν να επιστρέψουν κάποιοι κανόνες.
Παρόλα αυτά, η Αθήνα προτιμά ευλόγως μία κυβέρνηση με κορμό τους Σοσιαλδημοκράτες, καθώς αναμένεται να είναι τουλάχιστον ανοιχτοί στη συζήτηση, σε αντίθεση πχ με μία κυβέρνηση Τζαμάικα, καθώς οι Χριστιανοδημοκράτες και οι Φιλελεύθεροι έχουν πιο αυστηρές θέσεις στα οικονομικά.
Ένας Σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος δε φέρνει όμως την άνοιξη: Πολλά θα κριθούν από τους κυβερνητικούς εταίρους. Οι Φιλελεύθεροι θα διαπραγματευτούν σκληρά για να “ανάψει” το “φανάρι” και αναμένεται να ζητήσουν το υπουργείο Οικονομικών, σενάριο που δεν είναι ευχάριστο για την Ελλάδα. Οι Φιλελεύθεροι στο παρελθόν είχαν ζητήσει Grexit και κούρεμα χρέους για την Ελλάδα και όσον και εάν έχουν βάλει νερό στη μπύρα τους, η αντίληψη τους για την οικονομική πολιτική σε Γερμανία και Ευρώπη δεν περιλαμβάνει ανάπτυξη και χαλαρότητα.
Σε κάθε περίπτωση, οι Πράσινοι ως δεύτερος κυβερνητικός εταίρος, αναμένεται να λάβουν ως είθισται, το υπουργείο Εξωτερικών. Η γερμανική πολιτική απέναντι στην Τουρκία μπορεί όμως να αλλάξει ριζικά;
Η Αναλένα Μπέρμποκ θα πρέπει να τηρήσει ορισμένες προεκλογικές της δεσμεύσεις, θέτοντας πιο εμφατικά το ζήτημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία και να εφαρμόσει την απαγόρευση πώλησης όπλων στην Άγκυρα, που το κόμμα των Πρασίνων είχε ανακινήσει. Όμως η Τουρκία είναι πολύ σημαντική γεωπολιτικά και οικονομικά για τη Γερμανία για να τη διαγράψει οριστικά από τις προτεραιότητες της. Η ελληνική κυβέρνηση έχει φροντίσει βεβαίως ήδη να ρίξει γέφυρες στους Πράσινους και ορθώς. Αλλά με τους Γερμανούς, ποτέ τα πράγματα δεν είναι απλά.
Για την Ιστορία, δεν αποκλείεται και να σχηματιστεί τελικά κυβέρνηση χωρίς το πρώτο κόμμα. Έχει ξανασυμβεί, με τη συνδρομή των Φιλελεύθερων και έχει ξαναπέσει πάλι με τη δική τους συνδρομή. Το 1982 η κυβέρνηση μειοψηφίας με καγκελάριο το Σοσιαλδημοκράτη Χέλμουτ Σμιθ, έπεσε όταν οι Φιλελεύθεροι τα βρήκαν με τους Χριστιανοδημοκράτες του Χέλμουτ Κολ, που κατέθεσαν πρόταση δυσπιστίας.
Προς το παρόν σε κάθε περίπτωση η Ελλάδα και η Ευρώπη θα πρέπει να περιμένουν και ίσως να περιμένουν για καιρό για μία αλλαγή α λα γερμανικά...
Βίκυ Σαμαρά
news247.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου