...που πραγματοποιήθηκε πριν από πενήντα χρόνια μάς καλεί να αναθεωρήσουμε τι αποκαλούμε παρακολούθηση, εποπτεία και συλλογική διάνοια...
Φανταστείτε τον ηγέτη μιας χώρας, όρθιο στο κέντρο μιας αίθουσας με εκατοντάδες οθόνες που παρουσιάζουν στοιχεία για την κατάσταση σε όλη την επικράτεια: Ποια...εργοστάσια αύξησαν την παραγωγή τους το τελευταίο 24ωρο, πόσοι εργαζόμενοι προσήλθαν κανονικά στην εργασία, ποιες πρώτες ύλες καθυστέρησαν να εισαχθούν στα τελωνεία, πόσο αυξήθηκε η εγκληματικότητα σε μια γειτονιά και η μέση θερμοκρασία στη διπλανή της. Γύρω από τον ηγέτη δεκάδες υπάλληλοι συντονίζουν τη ροή πληροφοριών, στέλνοντας συνεχώς μηνύματα για τη λειτουργία της οικονομίας και της κοινωνίας ή ακόμη και τις αντιδράσεις της κοινής γνώμης σε κάθε μεταβολή. Και όλα αυτά σε πραγματικό χρόνο.
Οσοι βιαστούν να υποθέσουν ότι πρόκειται για ένα εφιαλτικό σενάριο βγαλμένο από το μέλλον ενός απολυταρχικού καθεστώτος, αγνοούν ότι μια τέτοια αίθουσα ελέγχου δημιούργησε πριν από ακριβώς μισό αιώνα ο πρόεδρος της Χιλής, Σαλβαδόρ Αλιέντε, στα πρώτα του βήματα προς τον σοσιαλισμό. To λεγόμενο Project Cybersyn συγκέντρωνε δεδομένα μέσω ενός δικτύου εκατοντάδων συσκευών τέλεξ (cybernet). Τα στοιχεία επεξεργαζόταν το λογισμικό Cyberstride που είχε εγκατασταθεί σε έναν ογκωδέστατο υπολογιστή IBM 360/50. Οι χειριστές του συστήματος κάθονταν σε περιστρεφόμενες λευκές πολυθρόνες με δεκάδες κουμπιά και μοχλούς, που θύμιζαν το διαστημόπλοιο Enterprise από το Star Trek.
Εκτός από το να συλλέγει δεδομένα από τα εθνικοποιημένα εργοστάσια και τις πηγές εφοδιασμού της χώρας, το Project Cybersyn έδειξε την αξία του και κατά τη διάρκεια των σχεδόν εμφυλιοπολεμικών συνθηκών που επικράτησαν πριν από το πραξικόπημα του 1973. Οταν η CIA πρόσφερε δύο εκατομμύρια δολάρια σε εταιρείες μεταφορών για να σηκώσουν το χειρόφρενο και να προκαλέσουν οικονομική ασφυξία στη Χιλή, ο Αλιέντε χρησιμοποίησε το Cybersyn για να συντονίσει τον εφοδιασμό του Σαντιάγκο με είδη πρώτης ανάγκης, έχοντας στη διάθεσή του μόλις 200 φορτηγά. Σε μια χώρα που δεχόταν συνεχείς προβοκάτσιες και σαμποτάζ από δυνάμεις των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών, της τοπικής αστικής τάξης και φασιστικών ομάδων, όπως η Patria y Libertad, το Cybersyn υποσχόταν να αποτελέσει τις πέντε αισθήσεις ενός οργανισμού που προσπαθούσε να επιβιώσει κόντρα σε όλες τις κακουχίες.
Το σχέδιο εγκαταλείφθηκε το 1973 μετά το πραξικόπημα του Πινοσέτ και τη δολοφονία του Αλιέντε πριν γίνει σαφές εάν η τεχνολογία της εποχής ήταν ακόμη σε θέση να υπηρετήσει το φουτουριστικό όραμα του σοσιαλιστή προέδρου. Οπως εξηγεί όμως η καθηγήτρια Ανθρωπολογίας Σάνον Μάτερν στο βιβλίο της «A city is not a computer», που κυκλοφόρησε πριν από μερικές ημέρες, τα συστήματα ελέγχου πληροφοριών (dasboards) σήμερα γίνονται πραγματικότητα στις μητροπόλεις των ισχυρότερων καπιταλιστικών οικονομιών.
Στο Μίτσιγκαν οι πολίτες έχουν πρόσβαση σε δεδομένα πραγματικού χρόνου για την εκπαίδευση, την υγεία, την κατανάλωση ενέργειας και δεκάδες άλλες παραμέτρους μέσω του λεγόμενου Open Michigan Mi Dashboard. Δεκάδες άλλες κυβερνήσεις στήνουν συνεχώς ανάλογα κέντρα, αν και συνήθως δεν προσφέρουν ανοιχτή πρόσβαση στους πολίτες τους.
Εχει ενδιαφέρον ότι για μεγάλο τμήμα των ανθρώπων που έζησαν την ανατροπή του Αλιέντε (και διαδήλωσαν ή έκλαψαν γι’ αυτόν) η μεταφορά του Project Cybersyn στη σημερινή πραγματικότητα γίνεται αντιληπτή μόνο σαν ένα οργουελικού τύπου «πανοπτικόν», το οποίο μετατρέπει τις κοινωνίες μας σε μια φυλακή συνεχούς επιτήρησης. Προφανώς η ανησυχία δεν είναι αβάσιμη. Πρόσφατα είδαμε εφαρμογές εταιρειών όπως η Palantir (που συνεργάζεται και με την κυβέρνηση Μητσοτάκη) να χρησιμοποιούνται από Αστυνομικά Τμήματα στις ΗΠΑ για προληπτικές συλλήψεις: Το σύστημα υποτίθεται ότι συγκεντρώνει και επεξεργάζεται στοιχεία από την εγκληματικότητα περιοχών προκειμένου να «προβλέψει» παραβατικές συμπεριφορές, σχεδόν όπως στην ταινία «Minority Report» με τον Τομ Κρουζ.
Το πρόβλημα είναι ότι οι επικριτές των τεχνικών ανάλυσης μεγάλου όγκου δεδομένων, αντί να ζητούν διαφάνεια στη συλλογή και ανάλυση των πληροφοριών, στρέφονται εναντίον της τεχνολογίας και εντέλει της επιστημονικής προόδου. Μπορεί όμως μια σύγχρονη κοινωνία, με τον απίστευτο βαθμό πολυπλοκότητας στον οποίο έχει φτάσει, να επιβιώσει χωρίς να έχει συνεχή εικόνα των λειτουργιών της, όπως ο ανθρώπινος εγκέφαλος γνωρίζει ανά πάσα στιγμή σε τι κατάσταση βρίσκεται κάθε όργανο του σώματος;
Στο βιβλίο της η Μάτερν απορρίπτει κάθε τεχνοφοβική προσέγγιση στο θέμα, χωρίς όμως να παρασύρεται από το τεχνοκρατικό όραμα μιας κοινωνίας όπου όλα τα προβλήματα λύνονται από υπαλλήλους με λευκά πουκάμισα, που χειρίζονται σύνθετα υπολογιστικά συστήματα με χιλιάδες φωτάκια. Ακόμη πιο διεισδυτικός στις παρατηρήσεις του ο Αμερικανός κοινωνιολόγος Μπέντζαμιν Μπράτον υποστηρίζει ότι -όπως μας διδάσκει και η πανδημία του κορονοϊού αλλά και η κλιματική αλλαγή- μια πόλη, μια χώρα και μια κοινωνία δεν έχει ελπίδες επιβίωσης εάν δεν συλλέγει συνεχώς πληροφορίες για τον εαυτό της με τις οποίες θα παράγει αφαιρετικά μοντέλα για την αντιμετώπιση κάθε κινδύνου. Πρόκειται, όπως λέει, για μια μορφή συλλογικής διάνοιας την οποία δεν πρέπει να συγχέουμε με τις παρακολουθήσεις και την παραβίαση του προσωπικού απορρήτου των πολιτών.
Ο Σαλβαδόρ Αλιέντε και οι συνεργάτες του φαίνεται να είχαν δώσει απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα πριν από πενήντα χρόνια. Το Project Cybersyn δημιουργήθηκε για να υπηρετεί τον άνθρωπο. Απώτερο στόχο δεν είχε να προσφέρει το μονοπώλιο της γνώσης και της εποπτείας στον ηγέτη αλλά να επιτρέψει τη λειτουργία αυτόνομων (αλλά συντονισμένων) μονάδων παραγωγής, με έλεγχο από τους ίδιους τους εργαζόμενους. Ηταν (για να κάνουμε και εμείς έναν επικίνδυνα παρεξηγήσιμο νεολογισμό) το «πανοπτικόν του προλεταριάτου».
Πηγη info-war.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου