H εβδομάδα που πέρασε ήταν εφιαλτική από πλευράς φυσικών καταστροφών. Χάσαμε πανέμορφα δάση, που θα κάνουν γενιές να ξαναμεγαλώσουν, κάηκαν σπίτια, κινδύνευσαν μοναδικοί χώροι πολιτισμού και τουρισμού και δυστυχώς όλα αυτά, όπως ανέφερε ο καθηγητής... Χρήστος Ζερεφός, ίσως να είναι μόνον το προοίμιο των όσων θα δούμε φέτος το καλοκαίρι. Η φύση, με την κλιματική αλλαγή και τον καύσωνα που δημιουργεί, μας εκδικείται για την αυτάρεσκη, βραχυπρόθεσμη εκμετάλλευση. Η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός προφανώς δεν ευθύνονται για την παρατεταμένη ανομβρία και η αντιμετώπιση των πυρκαγιών αυτών απέχει παρασάγγας από την τραγωδία στο Μάτι. Από την άλλη πλευρά, όμως, οι φωτιές καταδεικνύουν τη σημασία της πολιτικής αναφορικά με το περιβάλλον, στην οποία η Ελλάδα –και η κυβέρνηση– υστερεί δραματικά.
Οι καταστροφικές πυρκαγιές που έχουμε είναι το έμμεσο αποτέλεσμα της διαχρονικής αδιαφορίας μας, σε παγκόσμιο επίπεδο, για τα αποτελέσματα της κατάχρησης του περιβάλλοντος. Ευτυχώς, αν και ίσως αργά, κυβερνήσεις όλο και περισσότερων κρατών αντιλαμβάνονται ότι κάτι πρέπει να αλλάξει και όχι μόνο προωθούν εναλλακτικές πηγές ενέργειας, αλλά εστιάζουν στην προστασία του περιβάλλοντος με αυξημένους ελέγχους, σοβαρότερους νόμους και συντονισμένη πολιτική. Ο πρωθυπουργός έχει συνταχθεί με την τάση αυτή στα λόγια, αν και στην πράξη παραμένουμε απελπιστικά πίσω (βλ. «Πράσινη ανάπτυξη και πράσσειν άλογα» με τον Δημ. Βαγιανό, «Καθημερινή», 15/12/2020.)
Προγράμματα υπάρχουν και πρέπει να αναγνωρίσουμε την πρωτοβουλία της κυβέρνησης, π.χ. για τεράστιας έκτασης αναδασώσεις. Ομως, παρά τις καλές προθέσεις και συγκεκριμένες προσπάθειες (π.χ. πιλοτικό πρόγραμμα για βιώσιμο τουρισμό που αρχίζει στην Κέα, ψηφιακά προγράμματα για την εμπέδωση του περιβάλλοντος και σειρά προγραμμάτων που προωθεί η Ε.Ε.), η έμφαση φαίνεται να είναι περισσότερο στην επικοινωνία παρά στην ουσία. Η πολυδιαφημιζόμενη καινοτομία στην Αστυπάλαια ξεθωριάζει, όταν συνειδητοποιήσει κανείς την αμετροέπεια των όσων έχουν ακουστεί: ενώ η κυβέρνηση καυχήθηκε ότι η Αστυπάλαια είναι το «πρώτο πράσινο νησί», ο τίτλος, από το 2014, ανήκει στο Ελ Ιέρο των Κανάριων Νήσων, που αποτελεί υπόδειγμα συστηματικής δουλειάς και όχι, όπως στην Αστυπάλαια, προγράμματος χρήσης ηλεκτρικών αυτοκινήτων από μια εταιρεία και κρατικών κινήτρων που είναι κοινός τόπος σε άλλες χώρες. Ισως λόγω άγνοιας συνταυτίζουμε τον όρο «πράσινο» με οτιδήποτε σχετιζόμενο με ΑΠΕ, σε ένα νησί με πολλά ανοιχτά περιβαλλοντικά ζητήματα, από την ποιότητα του (μη πόσιμου) νερού, μέχρι τα ζητήματα των λυμάτων που κατατρέχουν όλα μας τα νησιά – της Μυκόνου μη εξαιρουμένης.
Τέλος, έπειτα από τις πυρκαγιές, οι υποψίες για εμπρηστές δίνουν και παίρνουν από επίσημα και ανεπίσημα χείλη. Οι εμπρηστές, όσο λίγοι και να είναι, βασίζονται στην πεποίθηση ότι εν τέλει θα μπορούν να παρακάμψουν «το σύστημα» που επιτάσσει την αναδάσωση καμένων περιοχών και αυτό γίνεται διότι δεν υπάρχει ένας αξιόπιστος και αδέκαστος φορέας που να μεριμνά.
Το ζήτημα του περιβάλλοντος στην Ελλάδα είναι ορφανό, όπως υπογράμμισε με ένταση η επιτροπή Πισσαρίδη. Η Επιθεώρηση Περιβάλλοντος, αντί να έχει ενισχυθεί και αναβαθμιστεί ως θα όφειλε (και όπως είναι η πρακτική σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες) σε ανεξάρτητη αρχή, έχει επανειλημμένως υποβαθμιστεί και συρρικνωθεί. Τα 1,6 δισ. ευρώ ετησίως της αγγλικής αρχής περιβάλλοντος ή τα 100 εκατ. της περιφερειακής αρχής της Λομβαρδίας κάνουν το ισχνό δυναμικό της Επιτροπής Περιβάλλοντος –200 και κάτι υπάλληλοι σε όλη την Ελλάδα, χωρίς τεχνική ή νομική υποστήριξη– να φαίνεται απελπιστικά ανεπαρκές. Πρόσφατη κυβερνητική πρωτοβουλία απαιτεί δε να συνυπογράφουν οι γενικοί γραμματείς (και άρα οι υπουργοί) Περιβάλλοντος και Ανάπτυξης για να μπορεί να ελεγχθεί περιβαλλοντικά μια εταιρεία. Δεν είναι λοιπόν παράδοξο που καταντήσαμε να έχουμε 65 (!) ελέγχους τον χρόνο σε όλη την επικράτεια, επί τη βάσει των πιο πρόσφατων στοιχείων (που εσχάτως έπαψαν να δημοσιεύονται).
Ο κόσμος αλλάζει. Το περιβάλλον απαιτεί συστηματική δουλειά. Οχι μόνο πολύ περισσότερα πυροσβεστικά μέσα (πιο αναγκαία ακόμη από νέες φρεγάτες) και, κυρίως, αποψίλωση δασών κατά τους ανοιξιάτικους μήνες και έμφαση στην πρόληψη. Απαιτεί τη δημιουργία μιας ανεξάρτητης, καλά στελεχωμένης δομής με πόρους και εμμονική αφοσίωση στο περιβάλλον. Αλλωστε, καθώς ο κόσμος αλλάζει, αλλάζουν και οι προτεραιότητες των ψηφοφόρων. Η κυβέρνηση, και προσωπικά ο πρωθυπουργός, ίσως να έχουν υποτιμήσει το πόσο σημαντικό είναι για πολλούς εξ ημών το περιβάλλον και πόσο απελπιστικά πίσω είμαστε στον τομέα αυτό. Ο σκληρός πυρήνας της Ν.Δ. (του οποίου οι δυνάμεις δοκιμάστηκαν από τον Αντώνη Σαμαρά) ίσως να μην ενδιαφέρεται. Ο μεσαίος, μετριοπαθής χώρος όμως, που ακόμη δίνει το προβάδισμα στον πρωθυπουργό, έχει διαφορετική οπτική. Με δεδομένη την απλή αναλογική και τις διπλές εκλογές, ο πρωθυπουργός θα έπρεπε να ταράξει τα λιμνάζοντα νερά στον τομέα του περιβάλλοντος και να λάβει την πρωτοβουλία, πριν αναδειχθεί αυτό στην πολιτική του αχίλλειο πτέρνα. Ωρα για γενναίες πρωτοβουλίες...
* Ο κ. Μιχαήλ Γ. Ιακωβίδης (www.jacobides.com) κατέχει την έδρα Sir Donald Gordon Chair Καινοτομίας και Επιχειρηματικότητας στο London Business School, όπου είναι καθηγητής Στρατηγικής. Είναι σύμβουλος Στρατηγικής στην Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού.
kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου