Στην συνέντευξή του, στον ημέτερο Βασίλη Σκουρή , ο Αλέξης Τσίπρας άνοιξε αρκούντως τα χαρτιά του σε ένα κρίσιμο θέμα: τους όρους σχηματισμού βιώσιμης προοδευτικής κυβέρνησης-εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αναδειχθεί... πρώτο κόμμα στις εκλογές.
Αναφερόμενος στην εναλλακτική προοπτική μιας κυβέρνησης που θα διαδεχθεί το σύστημα Μητσοτάκη, κάλεσε τα κόμμα του παραδοσιακού, δημοκρατικού τόξου να πάρουν θέση-προτού βρεθούν, «μπροστά σε στρατηγικό αδιέξοδο».
Κατά τον σημερινό αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αυτές οι δυνάμεις «δεν μπορεί, ιδίως όσο θα πηγαίνουμε σε μια εκλογική αναμέτρηση με την απλή αναλογική, να καλούν τον ελληνικό λαό να τους υπερψηφίσει χωρίς να γνωρίζει ποια θα είναι η θέση και η στάση που θα κρατήσουν για την επόμενη μέρα της χώρας».
Η πολιτική αξία της παρέμβασης Τσίπρα σε αυτό το θέμα, αναδεικνύεται ευκρινώς, αν κανείς τα πραγματικά δεδομένα. Πίσω από την κουρτίνα συσκότισης της αλήθειας που διαμορφώνει το κυρίαρχο σύστημα ενημέρωσης και η κυβερνητική προπαγάνδα.
Το πρώτο που θα παρατηρήσει είναι ότι η κυβέρνηση αποδομείται διαρκώς και κατ΄ ουσίαν βρίσκεται σε πορεία αποδρομής.
Ο δημοσκοπικός μανδύας και η μιντιακή σιωπή που καλύπτει τις αποτυχίες, τις αμαρτίες, τα σκάνδαλα και τις μονομερείς επιλογές της, έχουν πλέον τρύπες από τις οποίες περνάει η συσσωρευμένη λαϊκή δυσφορία..
Συνεπώς το ερώτημα της πρώτης θέσης στις εκλογές μένει ανοικτό. Παρά τις ,δίκην αυτοεκπληρούμενης προφητείας, προσπάθειες να εμφανισθεί ως δεδομένη η «νίκη» του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Όπως συμβαίνει πάντα στις εκλογές, το αποτέλεσμα θα κριθεί από τις απαντήσεις που θα δώσουν τα κόμματα στο κεντρικό δίλλημα της συγκυρίας, στην οποία θα διεξαχθούν.
Στις συνθήκες ρευστότητας που διαμορφώνονται , τίποτε δεν έχει κριθεί. Η καμπάνια να φανεί ότι η χειρότερη κυβέρνηση από τη Μεταπολίτευση, όχι μόνο δεν έχει φθορά, αλλά κερδίζει κιόλας, θα ήταν για γέλια αν δεν φανέρωνε το φόβο του τερματοφύλακα μπροστά στο πέναλτι. Είναι περισσότερο άσκηση κυβερνητικής ψυχραιμίας, παρά πρόβλεψη.
Η δεύτερη παρατήρηση, αφορά τον ιστορικά διαμορφωμένο συσχετισμό δυνάμεων, σε παραταξιακή βάση
Η κυβερνητική προπαγάνδα δημιουργεί την αίσθηση ότι οι διαφορές ανάμεσα σε δυο μεγάλα κόμματα ήταν και παραμένουν … χαώδεις. Κάθε άλλο .
Πχ αν δει κανείς την καταγραφή του 2019 θα διαπιστώσει ότι μεταξύ των παρατάξεων υπήρξε ισοπαλία.
Το 39,85% που πήρε η ΝΔ είναι ίσο με το άθροισμα του 31,53% του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και του 8,10% του ΚΙΝΑΛ.
Ακόμη και αν προστεθούν, εκατέρωθεν, το 3,7% του Βελόπουλου και το 3,44% του Βαρουφάκη, η ισοπαλία διατηρείται.
Στις εκλογές η ενδεχομένη συμπεριφορά των ψηφοφόρων του 5,3% του ΚΚΕ-και όσων ψήφισαν κόμματα που έμειναν εκτός Βουλής, θα δημιουργήσει τάση υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ- προκειμένου να απομακρυνθεί ο Νεομητσοτακισμός . Όπερ έδει δείξαι.
Πάντως, ο συσχετισμός δυνάμεων στον άξονα Δεξιά- Δημοκρατική Παράταξη, κατά παράδοση διαμορφώνεται σε βάρος της Δεξιάς- πλην των εκλογών του 1974.
Από την ιστορία άλλωστε προκύπτει ότι οσάκις η Δημοκρατική Παράταξη- ήτοι: Κεντροαριστερά, Κέντρο και Αριστερά- εμφανίσθηκε ενωμένη και συσπειρώθηκε στον εκάστοτε κεντρικό της άξονα ή τον φυσικό επικεφαλής της- όπως το 1965, το 1981 και το 2015- επικράτησε.
Η δυναμική των αντιδεξιών δυνάμεων ασφαλώς θα ενισχυθεί από την φθορά της κυβέρνησης Μητσοτάκη, την οποία δεν κρύβουν πλέον ούτε οι δημοσκοπήσεις της αρεσκείας του. Εμφανίζουν ως ανθεκτικό τον Πρωθυπουργό- κατά το μοντέλο Σημίτη, που προηγήθηκε- αλλά δεν μπορούν να κάνουν το ίδιο και με τους υπουργούς του.
Πχ στην τελευταία ανακοίνωση της MRB μόνο …. τρεις υπουργοί παίρνουν πάνω από τη βάση – ο ένας δεν ανήκει καν στη ΝΔ- από μια κυβέρνηση της οποίας ο επικεφαλής εμφανίζεται ως κραταιός.
Η αντίφαση «επιτυχημένος Πρωθυπουργός με αποτυχημένους υπουργούς», θα παρέπεμπε σε μαζοχισμό των πολιτών, αν δεν ήταν απλώς απόπειρα προσωπικής διάσωσης του Μητσοτάκη, από τις συνέπειες μιας πολιτικής που πλήττει την οικονομία, σαρώνει την κοινωνία και αποδυναμώνει τη χώρα.
Αν όμως η διάσωση είναι δυνατή στις «κολώνες» των δημοσκόπων και τα «πρωτοσέλιδα» ή τα δελτία ειδήσεων των μιντιαρχών, δεν μπορεί να ισχύσει πίσω από το παραβάν. Στην κάλπη λειτουργεί πάντα ο κανόνας φθοράς των κυβερνήσεων και ενίσχυσης της αντιπολίτευσης.
Κανείς απερχόμενος Πρωθυπουργός- ούτε καν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Ανδρέας Παπανδρέου- δεν απέφυγαν τις συνέπειες αυτού του κανόνα. Πόσο μάλλον ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που αγιογραφείται στα ΜΜΕ αλλά δεν μπορεί να εμπνεύσει ούτε τους οπαδούς της ΝΔ- που δεν τον εξέλαβαν ποτέ ως ηγέτη.
Με αυτά τα δεδομένα η θεώρηση Τσίπρα τόσο για το εκλογικό αποτέλεσμα, όσο και για τις μετεκλογικές εξελίξεις αποκτά δυναμική. Τα ιστορικά εκλογικά δεδομένα και η πραγματικότητα καθιστούν εφικτές τις προβλέψεις για προοδευτική κυβέρνηση.
Πρώτα με την κατάκτηση της πρώτης θέσης από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και ακολούθως τη συγκρότηση κυβέρνησης με την προγραμματική σύγκλιση Τσίπρα-Γεννηματά. Ενδεχομένως του Βαρουφάκη, αν καταφέρει να μπει στη Βουλή πάλι.
Αυτή η οπτική των πραγμάτων, από τη μια θέτει επί τάπητος την ανάγκη να πάρουν καθαρή θέση τα κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης, ως εν δυνάμει κυβερνητικοί εταίροι του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, εφόσον πάρει την πρώτη θέση στις εκλογές.
Από την άλλη εντείνει την υποχρέωση του Αλέξη Τσίπρα ως εν δυνάμει Πρωθυπουργού, να διευκολύνει τη διπλή επιδίωξη: «συσπείρωση στο κόμμα του- ενίσχυση της προοπτικής για προοδευτική κυβέρνηση».
Πρακτικά ενισχύοντας τη διεύρυνση, την ανανέωση, την αναδιάταξη προσώπων και την αποσαφήνιση των θέσεων και των κυβερνητικών χαρακτηριστικών του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Γιώργος Λακόπουλος
ieidiseis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου