Η ανακοίνωση της Νέας Δημοκρατίας για την επέτειο από το πραξικόπημα του 1967 επιχείρησε να περιγράψει όχι τόσο πολύ το γεγονός του πραξικοπήματος – το οποίο φυσικά και καταδίκασε -, ούτε τις συνέπειες αυτού, αλλά το πολιτικό περιβάλλον το οποίο επικρατούσε τη στιγμή που συνέβη.
Οι δύο εικόνες μέσα από τις... οποίες ερμηνεύονται οι συνθήκες που επικρατούσαν την εποχή εκείνη, πάντα κατά την ανακοίνωση, ήταν ο διχασμός και ο λαϊκισμός.
Εικόνα πρώτη: ο διχασμός. Πολιτικά ποιοι είχαν διχαστεί; Ο Γεώργιος Παπανδρέου με το Παλάτι. Ο διχασμός αυτός ωστόσο δεν βρήκε έκφραση σε κοινωνικό επίπεδο, ή μάλλον βρήκε προς την υποστήριξη της μίας πλευράς. Μετά την πτώση του Παπανδρέου οι διαδηλώσεις εναντίον των Αποστατών ήταν χειμαρρώδεις, ενώ προβλέψεις έδειχναν θρίαμβό του στις εκλογές του 1967 που τελικά δεν έγιναν λόγω του πραξικοπήματος.
Η θεραπεία του διχασμού κορυφής που επιχειρήθηκε από τους Αποστάτες απέτυχε. Οι Αποστάτες με ηγετική φυσιογνωμία τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη δεν αποδείχθηκαν μια πολιτική δύναμη που λειτούργησε ενωτικά, δηλαδή δεν ήταν μια πολιτική κίνηση που επιχείρησε να λύσει τον διχασμό κορυφής επουλώνοντας, ας πούμε μέσω εκλογών, αλλά εξοντώνοντας τον έναν από τους δύο πόλους του διχασμού κορυφής.
Εικόνα δεύτερη: ο λαϊκισμός. Πριν τη δικτατορία ποιος λαΐκιζε; Η ΕΔΑ, ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο Ανδρέας; Μάλλον η ανακοίνωση της ΝΔ φωτογραφίζει και τους τρεις – ίσως περισσότερο τον Ανδρέα. Ο λαϊκισμός σίγουρα είναι ο πλέον ταλαιπωρημένος όρος της δεκαετίας του 2010.
Υπό το πρίσμα της δεκαετίας αυτής λοιπόν, από αυτούς που τον χρησιμοποίησαν μέχρι εκφυλίσεως σίγουρα δεν θα χαρακτηρίζονταν ως λαϊκιστές οι Αποστάτες του 1965. Όλοι οι άλλοι θα μπορούσαν να κατηγορηθούν για λαϊκισμό. Ακόμη ίσως και το παλάτι. Οι Αποστάτες με τίποτα.
Στην ανακοίνωση της Νέας Δημοκρατίας εμμέσως πλην σαφώς ο συντάκτης της είδε τα γεγονότα που προηγήθηκαν του 1967 μέσα από το βλέμμα των κυβερνήσεων των Αποστατών. Την ανακοίνωση της ΝΔ θα ήταν δύσκολο να την δει κανείς αν στην ηγεσία ή στα πέριξ αυτής βρίσκονταν πολιτικοί που να εμπνέονταν από τον ιδρυτή του κόμματος.
Η Αποστασία καταδικάστηκε απ’ όσους καταδικάστηκε για τέσσερις κυρίως λόγους, δύο εκτός και δύο εντός στόχων των Αποστατών. Πρώτον, δημιούργησαν το έδαφος από το οποίο πέρασε το πραξικόπημα του 1967. Δεύτερον, οργάνωσαν μαζί με τη βασιλική οικογένεια τη σκευωρία εναντίον ενός εκλεγμένου πρωθυπουργού.
Τρίτον, απέτυχαν να καταλαγιάσουν την πολιτική διαμάχη. Τέταρτον, δεν κατόρθωσαν να εξελιχθούν σε αποτρεπτικό παράγοντα στην επαναφορά των Παπανδρέου στην εξουσία κάτι που οδήγησε κυκλικά στον πρώτο λόγο αποτυχίας.
Ωστόσο η Αποστασία αποτέλεσε ένα πολιτικό εγχείρημα που δεν έσβησε.
Απέκτησε χαρακτηριστικά αόρατης πολιτικής παράδοσης, η οποία πλέον δεν έχει σχέση ούτε με βασιλικές οικογένειες, ούτε βεβαίως με πραξικοπήματα. Όμως αποτελεί για αρκετούς πολιτική εξωκοινοβουλευτική πρόταση, όταν τα πράγματα οδεύουν σε κατά την άποψή τους πολιτικό αδιέξοδο, υπό την εξής έννοια:
στις διάφορες μορφές της κατά τη Μεταπολίτευση πλέον, η «νέο-Αποστασία» έγινε κατ’ ουσία μια ελιτίστικη πολιτική αντίληψη που αντιλαμβάνεται τα κόμματα ως παρωχημένους θεσμούς, λίγο πολύ ως αναγκαίο κακό, και γι’ αυτό τα προσεγγίζει χειριστικά και τα διαπερνά.
Παράλληλα, πρόκειται για μια αντίληψη που αδυνατεί να ανταποκριθεί στην ανάγκη γείωσης με την κοινωνία και στρέφεται συχνά προς τη διαμόρφωση συγκεκριμένων προδιαγεγραμμένων επιλογών με τις οποίες θα τη φέρει αντιμέτωπη για να αποφασίσει. Μπορεί το τεχνοκρατικό επίπεδο των «νέο-Αποστατών» να είναι υψηλό, όμως είναι αμφίβολη τόσο η αποτελεσματικότητά τους, όσο και η κατανόηση των αναγκών ακόμα και των ίδιων των θιασωτών τους, που βρίσκονται όμως αντικειμενικά έξω από το προνομιακό πεδίο.
Γι’ αυτό το λόγο διαχρονικά παρά το γεγονός ότι βρίσκονται σε θέσεις εξουσίας και κυβερνούν παραμένουν κατά βάση αντιδημοφιλείς και έχουν ανάγκη δημοφιλείς προσωπικότητες και έτοιμους φορείς μαζικής απεύθυνσης για να υπάρξουν.
Λόγω του χαρακτηριστικού της μη δημοφιλίας τους κανείς από αυτούς ή τους «νέο-Αποστάτες» απογόνους δεν έχει ευτυχήσει ποτέ σε καμία προσπάθειά του να θεμελιώσει και να στεγαστεί σε έναν αυθεντικό δικό του κομματικό χώρο. Όμως ακριβώς γι’ αυτό εκφράζονται συνήθως από εξωκοινοβουλευτικά κυβερνητικά στελέχη.
Ο συγχρωτισμός τους με εξωκοινοβουλευτικά κέντρα εξουσίας (βλ. για παράδειγμα το 1965, Παλάτι ή ΗΠΑ) που λειτουργεί ως ισοδύναμο αυτού που ονομάζουν λαϊκισμό σε κάθε φάση, δημιουργεί μεν συχνά μια πληρέστερη θεώρηση των πραγμάτων, αναπτύσσει δε ριψοκίνδυνες δεσμεύσεις ακριβώς επειδή δεν συμβαίνει αυτόνομα, αλλά ως ισοδύναμο, ως αντίδραση μιας άλλης πίεσης.
Τα κόμματα εμπνέονται από την ιστορία. Οι κυβερνήσεις των Αποστατών έχουν δημιουργήσει μια ιστορική παράδοση στο ελληνικό πολιτικό σύστημα που φτάνει μέχρι σήμερα. Το βάθος του ρήγματος που προκάλεσε η Αποστασία του 1965 στη δομή του ελληνικού πολιτικού συστήματος έχει αποκρυσταλλωθεί ως μέρος του πλέον.
Η ιστορική μήτρα αυτού που στις ημέρες μας ονομάστηκε στην αρχή δημοσιογραφικά «ακραίο κέντρο» και το οποίο συμμετέχει στην κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι η κυβέρνηση των Αποστατών του 1965. Οι «νέο-Αποστάτες» σήμερα στη ΝΔ αποθέτουν τον λεγόμενο «εκσυγχρονισμό» Σημίτη δίπλα σε μια νέα σκληρή δεξιά σκευή με αναφορές στον κ. Βορίδη.
Γι’ αυτό η σημερινή κυβέρνηση επιχειρεί να δικαιώσει ιστορικά το πολιτικό εγχείρημα της Αποστασίας. Ένα εγχείρημα που διαφέρει πολύ τόσο από την καραμανλική παράδοση της ΝΔ, όσο, φυσικά, και από την παράδοση της προοδευτικής παράταξης που ίδρυσε την ίδια εποχή ο Ανδρέας Παπανδρέου...
Ανδρέας Μπελεγρής (δημοσιογράφος)
efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου