Ένα χρόνο μετά την εμφάνιση και εξάπλωση της πανδημίας του κορωνοϊού μπορεί κανείς να βγάλει κάποια σοβαρά συμπεράσματα για την όλη ιστορία, αλλά και επίσης να...
αποκομίσει την αίσθηση ότι πολλές χώρες και κυβερνήσεις δεν έχουν ακόμα καταλάβει τι (τους) συμβαίνει.
Σε γενικές γραμμές, ωστόσο, υπάρχουν κάποια μοντέλα αντιμετώπισης της πανδημίας. Κι αυτό διότι η κάθε χώρα, παρότι πρόκειται για παγκόσμια απειλή και αλληλεξάρτηση, προτίμησε να ακολουθήσει το δικό της δρόμο απέναντι στον κορωνοϊό. Ως ένα βαθμό λογικό, καθότι υπάρχουν διαφορές κοινωνικές, πολιτισμικές και οικονομικές, αλλά από ένα σημείο και μετά μιλάμε για εντελώς λάθος συνταγή, ένδειξη της αδυναμίας του σύγχρονου κόσμου για αλληλεγγύη και κοινή δράση.
Πέρα από ακραίες περιπτώσεις, όπως η παρανοϊκή διαχείριση τύπου Τραμπ και Μπολσονάρου, ή τα πειράματα περί ανοσίας της αγέλης, που εφαρμόστηκαν έστω και με διαφορετικό τρόπο σε Μεγάλη Βρετανία και Σουηδία, δυόμισι ήταν ως τώρα τα βασικά μοντέλα έναντι του ιού:
Το ένα μοντέλο, που κατά κύριο λόγο ακολουθήθηκε στη νοτιοανατολική Ασία, όπου με λίγες εξαιρέσεις οι κυβερνήσεις επιτέθηκαν κυρίως και σχεδόν αποκλειστικά στον ιό, χρησιμοποιώντας κάθε δυνατό συνδυασμό μέσων και κάθε διαθέσιμο όπλο: από την εξ αρχής και ευρύτατα διαδεδομένη χρήση μάσκας, έως τον έλεγχο, την ιχνηλάτηση και την απομόνωση των κρουσμάτων, κι από τα περιοριστικά μέτρα έως την θεαματική ενίσχυση του συστήματος υγείας. Αποτέλεσμα αυτού του μοντέλου ήταν να περιοριστούν οι θάνατοι και να διατηρηθεί αρκετά η κοινωνική και οικονομική ζωή.
Το δεύτερο μοντέλο είναι αυτό που επιτέθηκε μεν στον ιό, αλλά επιτέθηκε και στην κοινωνία, υπό την έννοια ότι υπήρξε καθυστέρηση στην αντίδραση και αναγκαστικά επιβλήθηκαν επί μακρόν αυστηρές καραντίνες, σκληρά περιοριστικά μέτρα ως και δραστική περιστολή ελευθεριών. Οι ευρωπαϊκές χώρες δικαιολογούνται ως ένα βαθμό καθότι δεν είχαν την εμπειρία επιδημιών, που είχε ήδη η νοτιοανατολική Ασία, ενώ τα συστήματά τους όντως δεν διατηρούν συλλογικές μνήμες από παρόμοιες καταστάσεις, για να προσαρμοστούν αμέσως. Αρχικά υποτίμησαν την απειλή, συμπεριφέρθηκαν με αλαζονεία κι όταν κατάλαβαν το μέγεθος του κινδύνου προσπάθησαν να προσαρμοστούν, επιχειρώντας μία ισορροπία. Ισορροπία ανάμεσα στους περιορισμούς και στη στήριξη της κοινωνίας, με σειρά μέτρων, που φτάνουν ως και στη γενναία οικονομική ενίσχυση, όπου το πλήγμα ήταν μεγάλο και αναπόδραστο.
Υπάρχει και το «ελληνικό μοντέλο» - το μισό από τα δυόμισι, που αναφέρθηκαν στην αρχή – που έχει κύριο συστατικό την επίθεση στην κοινωνία περισσότερο και λιγότερο στον ιό, πίσω από τον οποίο τρέχουμε εξ αρχής, χωρίς ποτέ να καταφέρουμε να τον ελέγξουμε πραγματικά, παρότι έχουμε συγκριτικά πλεονεκτήματα έναντι χωρών της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης. Ένα μοντέλο βασισμένο κατά κύριο λόγο στα περιοριστικά μέτρα και την επίρριψη όλων των ευθυνών πότε στους πολίτες, πότε στους επιστήμονες και πότε στον Χατζηπετρή, αν δεν υπάρχει άλλος διαθέσιμος να αναλάβει το χρέος που κανονικά έχει η οργανωμένη πολιτεία δια της κυβέρνησης.
Κορυφαία ένδειξη της νοοτροπίας, που έχουν οι κυβερνώντες είναι η παρωδία με την αύξηση του προστίμου, που τελικώς δεν αυξήθηκε κι ούτε πρόκειται να αυξηθεί, καθότι είναι ήδη υψηλό και επιπλέον θα μπορούσε να αποδειχθεί και η σταγόνα που θα ξεχείλιζε το ποτήρι. Στη βάση της αντίληψης αυτής είναι ότι όλα φτιάχνονται με την τιμωρία και την καταστολή.
Άλλο παράδειγμα του «ελληνικού μοντέλου»: σε αντίθεση με τις οδηγίες του ΠΟΥ, η Ελλάδα δεν κάνει testing, επιτήρηση και απομόνωση. Την ώρα που ανοίγει για παράδειγμα η αγορά και χρειάζεται τεράστια επιδημιολογική επιτήρηση για να μην βρεθούμε προ δυσάρεστων εκπλήξεων σύντομα, οι αρμόδιοι περιορίζουν τα μοριακά τεστ σε λίγα παραπάνω από 10.000 την ημέρα (κάτω από 5000 το σαββατοκύριακο), με αποτέλεσμα να μην υπάρχει πραγματική εικόνα του ιού στην κοινότητα. Είμαστε η μοναδική χώρα που αρνείται πεισματικά να ψάξει, να εντοπίσει και να απομονώσει τους ασυμπτωματικούς – περιμένει να εκδηλωθεί το πρόβλημα στα νοσοκομεία. Αλήθεια, πώς θα εντοπιστεί η διάδοση στην κοινότητα του μεταλλαγμένου στελέχους, εάν δεν γίνουν εκτενέστατοι μοριακοί έλεγχοι;
Κι αφού φτάσαμε στο μη περαιτέρω με τον κίνδυνο κοινωνικής και οικονομικής πανωλεθρίας να επιβάλλει άρον άρον άνοιγμα της αγοράς, προσπαθούμε να καταλάβουμε εάν υπάρχει έστω ένα ψήγμα σχεδίου στην υπόθεση. Για παράδειγμα πώς από το «τα σχολεία ανοίγουν πρώτα» φτάσαμε στο «ανοίγουμε τα χιονοδρομικά και μετά σχολεία»; Μήπως μπήκε στα πανεπιστήμια το μάθημα σκι;
Τέλος, η υπερεπένδυση στην ελπίδα του εμβολίου αρχίζει δυστυχώς να διαψεύδεται. Οι εταιρίες δεν έχουν έτοιμα αρκετά εμβόλια, δυνατότητα ξεχωριστής προμήθειας δεν υπάρχει κι αν υπάρχει δεν αναζητείται, ο δε εμβολιαστικός μηχανισμός είναι δύσκολο να οργανωθεί για τους στόχους που έχουν ανακοινωθεί: Αυτή την ώρα οι εμβολιασμοί γίνονται ουσιαστικά μόνο στα νοσοκομεία, με ό,τι αρνητικό σημαίνει αυτό – υπό μία έννοια ευτυχώς, που δεν έχουν έρθει πολλά εμβόλια, διότι θα εκτίθονταν όσοι ανακοίνωναν από το Δεκέμβριο ότι από τον Ιανουάριο θα μπορούσαν να γίνουν 2 εκατομμύρια εμβολιασμοί το μήνα!...
Γιάννης Μακρυγιάννης
protothema.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου