Η θεωρία, που αναπτύσσεται τις τελευταίες μέρες, ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε «δεξιά στροφή» στον πρόσφατο ανασχηματισμό, επειδή τοποθέτησε τον πάλαι ποτέ χουντόφρονα Μάκη Βορίδη στο υπουργείο Εσωτερικών, είναι ολίγον τι αστεία. Ο Βορίδης, όπως και οι ομόδοξοί του (Αδωνις Γεωργιάδης, Θανάσης Πλεύρης κ.α), που συγκροτούν το δεξιό άκρο της ΝΔ, δεν είναι... σημερινοί. Μπορεί παλιότερες απόψεις τους να προκαλούν ανατριχίλα, αλλά πλέον αποφεύγουν να τις επαναλαμβάνουν και δηλώνουν πίστη στην «κεντροδεξιά», όπως αρέσκονται να αποκαλούν τη ΝΔ. Το δε εκλογικό σώμα σε απανωτές εκλογικές αναμετρήσεις έχει (αποκαθ)άρει τις αμαρτίες τους.
Επομένως, το να λένε και ξαναλένε οι του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝΑΛ για τη «δεξιά στροφή» Μητσοτάκη δεν συνιστά αιχμηρή αντιπολιτευτική κριτική πλέον, δεν προκαλεί ζημιά στον πρωθυπουργό και δεν προσπορίζει κάτι στα δικά τους κόμματα. Αλλωστε, το μεγάλο κόμμα της Δεξιάς στην Ελλάδα, διαχρονικά όχι σήμερα, ενσωμάτωνε και την ακροδεξιά πτέρυγα, η οποία, σύμφωνα με παλιότερες εκλογικές μετρήσεις, έφτανε το ένα τρίτο της συνολικής εκλογικής της δύναμης. Ουδείς αρχηγός θα αδιαφορήσει γι’ αυτό, διότι τότε θα χάσει την εξουσία ή δεν θα μπορεί να την διεκδικήσει. Αυτό συνέβη την περίοδο 2012-2015, όταν ακραία δεξιά κομμάτια ψηφοφόρων απαγκιστρώθηκαν από τη ΝΔ(πήγαν στους ΑΝΕΛ του Πάνου Καμένου και στη Χρυσή Αυγή) κι έτσι έχασε τις εκλογές. Μετά τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και για διάφορους λόγους αυτά τα κομμάτια άρχισαν να επιστρέφουν στη ΝΔ. Ταυτόχρονα, στη ΝΔ του Μητσοτάκη πήγε κι ένα μικρό κομμάτι του λεγόμενου «πολιτικού κέντρου»(το μεγάλο, που παραδοσιακά ψήφιζε ΠΑΣΟΚ, έχει πάει στον ΣΥΡΙΖΑ) κι έτσι σχηματίστηκε το 40% των εκλογών του Ιουλίου του 2019.
Ο σχηματισμός της ετερόκλητης αυτής συμμαχίας έχει πολλές αιτίες, πέρα από ορισμένα θηριώδη λάθη του ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικά του Τσίπρα, όπως ήταν το σφιχταγκάλιασμα με τον τυχοδιώκτη Καμένο. Κολοσσιαίο λάθος του Τσίπρα, που το πλήρωσε και δεν ξέρουμε πόσο θα το πληρώνει ακόμα. Oμως, η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ δεν οφείλεται σ’ αυτά, ήταν προδιαγεγραμμένη. Απλώς αυτά διευκόλυναν τη ΝΔ του Μητσοτάκη να πετύχει νίκη με μεγάλη διαφορά. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ακολούθησε τον κανόνα της μνημονιακής περιόδου: καμιά κυβέρνηση δεν ανανέωσε τη θητεία της, πόσω μάλλον μια κυβέρνηση της Αριστεράς που είχε υποσχεθεί ότι θα καταργήσει τα Μνημόνια.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, η πρώτη μεταμνημονιακή, φιλοδοξεί να σπάσει τον κανόνα και να έχει δεύτερη θητεία. Συμπλήρωσε ήδη ενάμιση χρόνο και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι δεν αντιμετωπίζει ιδιαίτερο πρόβλημα, κυρίως λόγω αδυναμίας της αντιπολίτευσης-πρωτίστως του ΣΥΡΙΖΑ- να καρπωθεί την, έστω μικρή ακόμα, φθορά της. Αν αυτό συνεχιστεί και το καλοκαίρι η πανδημία υποχωρήσει, ο κ. Μητσοτάκης θα βρεθεί μπροστά στο γνωστό πειρασμό: να κάνει πρόωρες διπλές εκλογές, ώστε στις πρώτες να κάψει την απλή αναλογική και στις δεύτερες να ανανεώσει τη θητεία της δυνητικά για μια τετραετία.
Μέχρι τότε κάνει επίδειξη δύναμης και αυταρχισμού εκεί που(υπολογίζει ότι) δεν έχει πολιτικό κόστος. Για παράδειγμα, ετοιμάζεται να ψηφίσει νόμο για την εγκατάσταση αστυνομικού σώματος στα Πανεπιστήμια, κάτι αδιανόητο μέχρι πρότινος. Αντίθετα, υποχώρησε ατάκτως μπροστά στις απειλές της Ιεραρχίας και επέτρεψε της λειτουργία των εκκλησιών. Ούτε αυτή η «δεξιά στροφή» φαίνεται ότι της στοιχίζει, καθώς το εκλογικό σώμα που την ψήφισε φαίνεται ότι συμφωνεί με αυτές τις επιλογές.
Ετσι, ο κ. Μητσοτάκης το μόνο που θα έχει να φοβάται πριν αποφασίσει αν θα κάνει ή όχι πρόωρες εκλογές θα είναι τα οικονομικά και κοινωνικά συντρίμμια που θα αφήσει πίσω της η πανδημία. Αυτός θα είναι ο μεγάλος κίνδυνος για την κυβέρνησή του τους επόμενους μήνες. Μέχρι τώρα η πανδημία σκεπάζει τα πάντα. Όμως, όταν υποχωρήσει, θα φανεί το μέγεθος των προβλημάτων.
Αυτό θα θελήσει να προλάβει ο κ. Μητσοτάκης με τις πρόωρες εκλογές, αν τις αποφασίσει. Πριν τα οικονομικά προβλήματα τον πάρουν από κάτω και η φθορά της ΝΔ αρχίσει να γίνεται επικίνδυνη και πριν η αντιπολίτευση καταφέρει να την καρπωθεί. Γνωρίζει, όμως, ότι το ρίσκο που θα πάρει θα είναι μεγάλο. Στις πρόωρες εκλογές μπορεί να τα πάρει όλα ή να τα χάσει όλα.
Με λίγα λόγια ο κ. Μητσοτάκης σήμερα βρίσκεται στην κατάσταση που περιέγραψε παλιότερα, με την χαρακτηριστική αλαζονεία του, ο Παύλος Πολάκης: «Ολοι σας και μόνος μου. Σας έχω». Πράγματι, σήμερα ο πρωθυπουργός έχει απέναντί του όλη την αντιπολίτευση, αλλά δεν απειλείται. Αισθάνεται κυρίαρχος. Αυτή η κυριαρχία του μπορεί αύριο να του γυρίσει μπούμερανγκ, αν τη χρησιμοποιήσει αλαζονικά.
Ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, τον οποίο ξεπατικώνουν κατά καιρούς οι επικοινωνιολόγοι του κ. Μητσοτάκη, έχει προειδοποιήσει : « Η νίκη δεν είναι ποτέ οριστική»…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου