Έλενα Ακρίτα
Όταν με βίασες πρώτη φορά φορούσα σορτσάκι και ξώπλατο κι είχα τα μαλλιά λυμένα κι ήμουν νέα κι όμορφη και τίποτα κακό δεν μπορούσε να μού συμβεί. Τίποτα λέμε τίποτα, γιατί είχα μπόντιγκαρντ γαμάτους κάτι νεράιδες κι ένα ξωτικό κι έναν τεράστιο ροζ μονόκερω που... αν ήθελαν μαλάκα μου σε τσιμέντωναν σε χρόνο ντετέ.
Νόμιζα ότι ήμουν προφυλαγμένη από σένα τον βιαστή μου, από σένα τον κακοποιητή μου, από σένα το καθοίκι, από σένα το πατημένο το σκατό, από σένα που ήρθες να με βιάσεις και να με παραβιάσεις. Νόμιζα ότι με προστάτευε φυλαχτό βαφτισμένο στα σαράντα κύματα σε βυθούς με μαργαριτάρια, ιππόκαμπους και μικρές γοργόνες που αργοπέθαιναν από έρωτα.
Αυτά τα μάγια ήταν η ασπίδα μου στα παιδικά τα χρόνια. Αυτά ήξερα, αυτά πίστευα, με αυτά μεγάλωσα, με αυτά πορευόμουν. Και μ’ αυτά θα συνέχιζα, αν δεν έπεφτες εσύ στον δρόμο μου. Κι αν δεν ξανάπεφτες. Και ξανάπεφτες. Και ξανά και ξανά. Να βιάσεις το σώμα μου, την ψυχή μου, το μυαλό μου.
Όταν με βίασες ήμουν ένα κορίτσι με σορτσάκι. Όταν με βίασες ήμουν ένα αγόρι στις τουαλέτες του σχολείου. Όταν με βίασες ήμουν μια μεσόκοπη χωρίς ένσημα. Όταν με βίασες ήμουν η κόρη σου. Όταν με βίασες ήμουν η μάνα σου. Όταν με βίασες ήμουν φαντάρος, ήμουν πόρνη, δούλευα στον δρόμο, δούλευα στα χωράφια σου, στις Μαγουλάδες σου, στις φραουλάδες σου, στο σούπερ μάρκετ σου, στην ταβέρνα σου.
Δούλευα. Και δε μίλησα.
Φοβήθηκα όχι εσένα, όχι τον ιδρώτα και τα βρωμόλογα σου. Φοβήθηκα να γυρίσω σπίτι χωρίς μεροκάματο, φοβήθηκα γιατί τα έξοδα τρέχουν, οι λογαριασμοί τρέχουν, η ζωή τρέχει ερήμην μου κι ερήμην των παιδιών μου. Φοβήθηκα. Και σώπασα.
Για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο, πατήστε ΕΔΩ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου