Ανά τακτά χρονικά διαστήματα στον ΣΥΡΙΖΑ ξεσπά ένας φαύλος κύκλος σκέψεων σχετικά με τα ΜΜΕ. Ακριβολογώντας, ο ΣΥΡΙΖΑ εναντιώνεται, κατά κύριο λόγο, στους ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς. Διαρρηγνύει τα ιμάτια του για την διασπορά ψεύτικών ειδήσεων και... για την απόκρυψη κυβερνητικών σκανδάλων και ανέμελων στιγμών.
Αντιδράσεις αναγκαίες, καθώς η στάση της συντριπτικής πλειοψηφίας των δημοσιογράφων ζημιώνει την δημοκρατία. Όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ χάνει το μέτρο, σπαταλά τεράστιες ποσότητες φαιάς ουσίας για ένα θέμα, από το οποίο όχι μόνο δεν δύναται να προσδοκά πολιτικό όφελος αλλά, τουναντίον, η εμμονική αυτή διαμάχη επιφέρει περαιτέρω απογοήτευση στην εκλογική του βάση.
Πρώτον, ποτέ δεν είχε ως σύμμαχο τα κανάλια αλλά η εκλογική του ιστορία αποδεικνύει πως ποτέ δεν τα είχε και ανάγκη. Δεν πρέπει να ξεχνά πως και το 2012 που έλαβε 27% και στην πρώτη νίκη του 2015 και στο δημοψήφισμα, τα ΜΜΕ, με πρωτοστάτες τα ιδιωτικά κανάλια, διεξήγαγαν μια λυσσαλέα εκστρατεία κατά του Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ, της οποίας όμως θύματα ΔΕΝ έπεσαν οι πολίτες. Επίσης, στις εθνικές εκλογές του 2019, μολονότι ηττήθηκε, κατάφερε να αποσπάσει ένα ποσοστό, το οποίο ούτε ο πιο αισιόδοξος δεν περίμενε. Και πάλι κόντρα στον μηχανισμό και τα συμφέροντα των ΜΜΕ.
Δεύτερον, η συνεχής ενασχόληση του με την φιλοκυβερνητική στάση των καναλιών, τον αποσπούν από τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας, αυξάνοντας την απογοήτευση τόσο σε όσους τον ψήφισαν, όσο και στους δυνητικούς του ψηφοφόρους. Δεν είναι δυνατόν εν μέσω ανερχόμενης οικονομικής κρίσης, θανάτων και ανεργίας να ιεραρχείς ως κεντρικό πολιτικό ζήτημα, επί δύο ημέρες, την απόκρυψη από τα κανάλια της φωτογραφίας Μητσοτάκη στη Πάρνηθα. Σημαντικό αλλά για την μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία, που αγωνία για το αύριο, εντελώς αδιάφορο.
Τρίτον, ας είμαστε ρεαλιστές. Σήμερα, οι περισσότεροι που παρακολουθούν ειδήσεις ανήκουν στη κοινωνική ομάδα των συνταξιούχων ή αλλιώς «φανατικών του Αυτιά», από την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ έλαβε το χαμηλότερο ποσοστό στις τελευταίες εκλογές (28% έναντι 45% της ΝΔ). Όχι επειδή τους «ξέχασε» και δεν μερίμνησε γι’ αυτούς. Ίσα ίσα που επί ΣΥΡΙΖΑ πήραν και κοινωνικό μέρισμα και 13η σύνταξη αλλά στις ηλικίες 60+ κυριαρχεί ένα συγκεκριμένο πολιτικό κριτήριο: η παραδοσιακή ψήφος. Περίτρανη απόδειξη το γεγονός ότι εξακολουθούν να ψηφίζουν τη Νέα Δημοκρατία, το κόμμα που τους πετσόκοψε δεκάδες φορές συντάξεις και επιδόματα.
Τέταρτον, ο ΣΥΡΙΖΑ ξεχνά ή αδυνατεί να υπολογίσει την ισχύ των social media. Η ποδηλατάδα Μητσοτάκη έγινε πανελληνίως γνωστή εξαιτίας του twitter και του facebook. Το ίδιο συνέβη και με τα σκανδαλώδη voucher Βρούτση, τα οποία καταργήθηκαν μετά τον μιντιακό διασυρμό. Στο διαδίκτυο η είδηση τρέχει σαν χείμαρρος και κανείς δεν γλιτώνει απ’ αυτήν. Όπως γίνεται αντιληπτό, μιλάμε για ένα κοινό δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες, φορές μεγαλύτερο από τους τηλεθεατές τηλεοπτικών ειδήσεων. Μάλιστα, για ένα κοινό, νεανικών ηλικιών, φιλικών ως προς τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος αποδεικνύεται ανίκανος να τους προσεγγίσει ακόμη και μιντιακά.
Συνοψίζοντας, το πρόβλημα για τον ΣΥΡΙΖΑ δεν έγκειται στον πόλεμο που δέχεται από τα κανάλια. Υπάρχει θέμα προσανατολισμού, επικοινωνίας του έργου του στην κοινωνία και στρατηγικής, που πρέπει άμεσα να λυθεί γιατί η κλεψύδρα αδειάζει επικίνδυνα. Οφείλει να εγκαταλείψει το καθεστώς αμνησίας και να ξαναγίνει κομμάτι της κοινωνίας. Ανοιχτό διάλογο με τους παραγωγικούς φορείς, εστιάζοντας στους βαριά πληττόμενους της πανδημίας, ασκώντας αντιπολίτευση με ρεαλιστικό, εναλλακτικό πρόγραμμα και όχι με Πάρνηθες, εσωτερικές διαμάχες και κατηγορίες για πληρωμένους δημοσιογράφους. Res, non verba!
Θεόκριτος Αργυριάδης (φοιτητής Πολιτικών Επιστημών στο ΔΠΘ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου