Στην επιτακτική ανάγκη επανέναρξης των διαπραγματεύσεων για διευθέτηση του Κυπριακού και άμεση έναρξη διερευνητικών επαφών Ελλάδας - Τουρκίας, αναφέρεται ο Ύπατος Εκπρόσωπος Εξωτερικής Πολιτικής και Άμυνας της ΕΕ, Ζοζέπ Μπορέλ, σε κείμενο που... δημοσίευσε στο προσωπικό του ιστολόγιο.
Ο κ.Μπορέλ επαναφέρει τη συνήθη τακτικής του καρότου και του μαστιγίου απέναντι στην Άγκυρα, τονίζοντας τη «μεγάλη πιθανότητα» η ΕΕ να υιοθετήσει «ισχυρά μέτρα» κατά της Τουρκίας αν η Άγκυρα δεν αλλάξει στάση το επόμενο χρονικό διάστημα.
«Η πρόκληση και το αμοιβαίο συμφέρον - και η ευθύνη μου ως Ύπατος Εκπρόσωπος και Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής - είναι να μετατρέψουμε τη δυναμική της δυσπιστίας, της αντιπαλότητας ή της αντιπαράθεσης, σε σχέσεις που βασίζονται σε κοινά συμφέροντα και στη συνεργασία» αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Μπορέλ.
Σύμφωνα με τον ίδιο, «είναι σαφές ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα μπορέσει να επιτύχει σταθερότητα στην ήπειρο, εκτός εάν βρει τη σωστή ισορροπία στις σχέσεις της με την Τουρκία
».
«Κάποιοι μπορεί να διαβάσουν αυτές τις γραμμές με σκεπτικισμό. Όμως εκείνοι που το κάνουν συχνά σκέφτονται από καθαρά εθνική άποψη και όχι από την ευρύτερη πανευρωπαϊκή προοπτική που προσφέρει η ΕΕ. Είναι σημαντικό να υπενθυμίσουμε την πολιτική ουσία του ευρωπαϊκού σχεδίου. Πράγματι, σε λιγότερο από δεκατρία χρόνια μετά το τέλος του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου, μια από τις πιο αιματηρές συγκρούσεις ποτέ, οι Ευρωπαϊκές Κοινότητες, ακολουθούμενες από την Ευρωπαϊκή Ένωση, συγκέντρωσαν πρώην εχθρούς γύρω από μια κοινή ατζέντα συνεργασίας και ολοκλήρωσης. Ένα μάθημα που οδηγεί ακόμα τις φιλοδοξίες και την εξωτερική μας πολιτική μέχρι σήμερα», τονίζει.
Ο κ. Μπορέλ αναφέρει ακόμα ότι όταν ανέλαβε τη θέση του, η σχέση της ΕΕ με την Τουρκία ήταν ήδη πτωτική. «Ήξερα από την αρχή ότι η αποκατάσταση αυτής της κατάστασης θα ήταν μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της εντολής μου. Οι αμοιβαίες προσδοκίες από την κοινή δήλωση ΕΕ-Τουρκίας του 2016 , που ακολούθησε το ξέσπασμα της μεταναστευτικής κρίσης του 2015, δεν απέδωσαν καρπούς, παρόλο που συνέβαλε στον έλεγχο των μεταναστευτικών ροών προς την Ευρώπη. Από τον Ιούνιο του 2016 και μετά, υπήρξε ελάχιστη ή καθόλου πρόοδος στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις», είπε συγκεκριμένα.
Σύμφωνα με τον ίδιον και τον απολογισμό που κάνει για τις ευρω-τουρκικές σχέσεις, ενώ η σχέση με την Τουρκία είναι πολύ περίπλοκη και έχει πολλές διαστάσεις, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι διαφωνίες με την Ελλάδα και η μη επίλυση του Κυπριακού είναι τα κεντρικά στοιχεία.
«Η Τουρκία έχει γίνει μια περιφερειακή δύναμη που πρέπει να εκτιμηθεί και έχει σημειώσει αναμφισβήτητες επιτυχίες. Δυστυχώς, σε αρκετές περιπτώσεις, η διεθνής ατζέντα της Τουρκίας δεν είναι ευθυγραμμισμένη με την ΕΕ και οι μέθοδοι της δεν είναι αυτές της ΕΕ. Η έντονη τουρκική αντίσταση και η κριτική για τη ναυτική επιχείρηση ''Ειρήνη'' , αποκαλύπτει θεμελιώδεις διαφορές στην αντίληψή μας για το ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που επιβάλλει εμπάργκο όπλων στη Λιβύη», προσθέτει ο κ. Μπορέλ.
Σύμφωνα με τον Ύπατος Εκπρόσωπο Εξωτερικής Πολιτικής και Άμυνας της ΕΕ, «πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος να ξεφύγουμε από τη δυναμική του tit-for-tat και να επανέλθουμε στην συνεργασία και την εμπιστοσύνη». Αυτό ήταν και το κύριο μήνυμα των συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Οκτωβρίου.
«Ωστόσο, η κατάσταση δεν έχει βελτιωθεί ουσιαστικά. Ως εκ τούτου, η συνολική εκτίμησή μας για το έτος πρέπει να είναι αρνητική. Αλλά έχουμε επίσης την ευκαιρία να διορθώσουμε τα πράγματα και αυτό πρέπει να κάνουμε. Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα ότι, εάν συνεχίσουμε σε αυτήν την καθοδική πορεία, η ΕΕ θα πρέπει να υιοθετήσει ισχυρά μέτρα, για να πείσει την Τουρκία ότι είναι σοβαρή και αποφασισμένη να διασφαλίσει το σεβασμό των συμφερόντων μας. Θα το αναφέρω στους ευρωπαίους ηγέτες τον Μάρτιο του 2021», καταλήγει ο κ. Μπορέλ.
Αναφορικά με την υπογραφή του τουρκο-λιβυκού μνημονίου, ο κ. Μπορέλ υπογραμμίζει ότι «προκάλεσε σοβαρές ανησυχίες» και επισημαίνει ότι η «συμφωνία περιείχε επίσης ρήτρες για τη στρατιωτική υποστήριξη που ήταν σε αντίθεση με το εμπάργκο όπλων του ΟΗΕ για τη Λιβύη. Αυτό σύντομα συνοδεύτηκε από τη συνεχή ανάπτυξη τουρκικών πλοίων ερευνών ή γεωτρήσεων στην Ανατολική Μεσόγειο, προκαλώντας άμεσα την Ελλάδα και την Κύπρο.
Αυτές οι δραστηριότητες είχαν ήδη ξεκινήσει νωρίτερα και οδήγησαν στην ανάπτυξη ενός ειδικού καθεστώτος περιοριστικών μέτρων της ΕΕ με στόχο την προστασία των κυπριακών υδάτων. Δυστυχώς, οι τουρκικές NAVTEX και σκάφη όπως το «Oρούτς Ρέις» ή το «Μπαρμπαρός», είχαν γίνει οικίες ονομασίες στις Βρυξέλλες».
Για «μεγάλη κρίση» τον Μάρτιο του 2020 κάνει λόγο ο Ύπατος Εκπρόσωπος και προσθέτει ότι «μέσω της ισχυρής κινητοποίησης των μέσων ενημέρωσης, οι αρχές της Τουρκίας ενθάρρυναν τους μετανάστες και τους πρόσφυγες να προχωρήσουν προς τα ελληνικά σύνορα και να προσπαθήσουν να εισέλθουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση». Τονίζει ότι « οι ελληνικές αρχές απάντησαν με αποφασιστικότητα» ενώ «η ΕΕ απάντησε με πλήρη πολιτική αλληλεγγύη».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου