Το βιβλίο του Ανδρέα Λοβέρδου «Απόπειρα δολοφονίας», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ινδικτος», αποτελεί ασφαλώς μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα όσο και αποκαλυπτική προσωπική μαρτυρία του έμπειρου πολιτικού και συνταγματολόγου σχετικά με την εμπλοκή του στην υπόθεση του σκανδάλου Novartis.
Βαστάτε με μη δείρω τον Τσίπρα
Το ενδιαφέρον των... πρώτων αναγνωστών στράφηκε στο σημείο όπου ο συγγραφέας δηλώνει ότι σχεδίαζε να επιτεθεί στον τότε πρωθυπουργό. Την απόφαση να δείρει τον Αλέξη Τσίπρα την πήρε, λέει, επειδή «εκπροσωπούσε όσους διέσπειραν τις συκοφαντίες».
Ακολουθεί η περιγραφή: «Ετσι γεννήθηκε μέσα μου η ιδέα να τον δείρω. Κυριολεκτώ. Την οργάνωσα, μάλιστα, λίγο στο μυαλό μου. Θα επιδίωκα, σκεφτόμουν, να διασταυρωθώ μαζί του όταν θα ερχόταν στην αίθουσα της Βουλής για να μιλήσει και τότε θα του έσπαγα τη μύτη, αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Σοβαρολογούσα» (σ. 57). Υποτίθεται, μάλιστα, ότι αυτή τη σκέψη την ανέλυσε ως «εισήγηση» προς τους στενούς του συνεργάτες, οι οποίοι τον απέτρεψαν.
Θα πει κανείς ότι ήταν μια στιγμή απελπισίας. Αλλά ο κ. Λοβέρδος ισχυρίζεται ότι ένα χρόνο αργότερα είπε τα ίδια και στον δεκατετράχρονο γιο του, ο οποίος ευτυχώς τον σταμάτησε. Επί ένα χρόνο, δηλαδή, σχεδίαζε την επίθεση στον πρωθυπουργό.
Το χειρότερο δεν είναι πάντως η φαντασίωση του ξυλοδαρμού, αλλά η επιλογή του στόχου. Ο συγγραφέας παραδέχεται ότι δεν διέθετε στοιχεία για εμπλοκή του κ. Τσίπρα: «Σίγουρα είχε πολιτικές ευθύνες για το στήσιμο της σκευωρίας, σίγουρα προσπάθησε να επωφεληθεί από αυτήν, αλλά στοιχεία για τον ηθικό αυτουργό Τσίπρα σε εγκλήματα δεν είχαμε» (σ. 149).
Αντίθετα, υπεύθυνος ήταν ο κ. Παπαγγελόπουλος («συμμορία με αρχηγό τον Δ. Παπαγγελόπουλο», σ. 79) και ορισμένοι δικαστικοί: [Τα μέλη της συμμορίας και οι συνεργαζόμενοι ήταν] «Παπαγγελόπουλος, Τουλουπάκη, Ντζούρας, Μανώλης, Δημητρίου, Ζαΐρη, Παπασπύρου» (σ. 53). Βέβαια οι καταγγελίες εναντίον των δικαστών Ντζούρα και Μανώλη έχουν τεθεί στο αρχείο, ενώ για τις δυο άλλες ανώτατες δικαστικούς (Δημητρίου και Ζαΐρη) δεν υπήρξαν κατηγορίες, ούτε για τη δικαστικό και πρώην γ.γ. Δημόσιας Διοίκησης Μ. Παπασπύρου. Αλλά αυτά είναι ψιλά γράμματα για τον κ. Λοβέρδο,
Γιατί λοιπόν παραλίγο να δείρει τον κ. Τσίπρα; Δεν μπορούσε να δείρει παραλίγο τον κ. Παπαγγελόπουλο;
Η απάντηση στο εύλογο αυτό ερώτημα δίνεται και πάλι στο βιβλίο. Εκπληκτοι πληροφορούμαστε την ιδιαίτερη προσωπική σχέση Λοβέρδου-Παπαγγελόπουλου.
Εγώ και ο Παπαγγελόπουλος
Μαθαίνουμε ότι ο πρώτος που επιχείρησε να προσεγγίσει για να προστατευτεί από τις συκοφαντίες ήταν ο κ. Παπαγγελόπουλος: «Τον γνώριζα ήδη από το 2004. Είχα άνεση στην επικοινωνία μαζί του, διότι τον είχα προτείνει στον πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου ως Ειδικό Γραμματέα κατά της Διαφθοράς στο υπουργείο Υγείας». Τελικά τον διορισμό απέτρεψε ο υπουργός Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου.
Και ο κ. Λοβέρδος εξηγεί: «Το υπουργείο Υγείας διαχειρίζεται θέματα εκατοντάδων εκατομμυρίων και, δυστυχώς, η διαφθορά ήταν –και σε πολύ μικρότερο βαθμό παραμένει- εκτεταμένη. Χρειαζόμουν ένα φόβητρο [...] για να φοβούνται όσοι επιχειρούσαν τις κατεργαριές, πως κάποιος “αλλιώτικος” από τους συνήθεις μπορεί και να τους προσέχει. Ο Παπαγγελόπουλος ήταν πρώην εισαγγελέας, επί κυβέρνησης Κώστα Καραμανλή, πρώην διοικητής της ΕΥΠ, δεχόταν να συμμετάσχει στην προσπάθειά μας και ήταν τελικώς κατάλληλος για αυτά που σκεφτόμουν» (σ. 33-34).
Ωστε κατάλληλος για να πολεμήσει τη διαφθορά ο κ. Παπαγγελόπουλος. Αρκεί να είναι στο υπουργείο Λοβέρδου και όχι στην κυβέρνηση Τσίπρα! Μήπως τελικά πρέπει να σπάσει τη δική του μύτη ο κ. Λοβέρδος;
Πολιτικός στο Αγιον Ορος
Αν μείνουμε στον τρόπο που θέλησε να πατάξει τη διαφθορά στο υπουργείο του ο κ. Λοβέρδος θα μάθουμε και άλλα. Επιχειρώντας να αποδείξει ότι δεν είχε ιδιαίτερες σχέσεις με τον καθηγητή Ν. Μανιαδάκη, όπως προκύπτει από τη δικογραφία, ισχυρίζεται ότι δεν είχε καμιά σημασία ο διορισμός του σε μια επιτροπή καθηγητών που μελέτησαν την πορεία του ΕΣΥ, τον οποίο υπογράφει ο ίδιος ο τότε υπουργός: «Παρέλαβα το πόρισμα και ουδέποτε το διάβασα. Τι να τους έκανα εγώ τους “σοφούς” της Υγείας; Εγώ τότε χρειαζόμουνα “κομάντος”» (σ. 88).
Αν δεν είχε ανάγκη από «σοφούς», ποιοι ήταν οι «κομάντος» που τον συμβούλευαν; Πρώτος και βασικός ήταν ο πνευματικός του «στη Μονή Σίμωνος Πέτρας του Αγίου Ορους [...] ένας μικροκαμωμένος άνθρωπος, με απίστευτη όμως δύναμη» (σ. 8). Και αλλού: «Το εξομολογήθηκα στον πνευματικό μου στο Αγιον Ορος. Δυο φορές. Του τα έστειλα κάποιες φορές και σε μήνυμα και τις απαντήσεις του τις κρατώ στο κινητό μου και τις διαβάζω όταν αισθάνομαι πως τις χρειάζομαι» (σ. 95). Και παρακάτω: «Με τον πνευματικό μου [τον Σεπτέμβριο του 2019] συζητήσαμε για την αγανάκτηση και την απέχθεια που ένιωθα, τα πρόσωπα που αφορούσαν» (σ. 124).
Αλλοι σύμβουλοί του ήταν ο Γιάννης Πρετεντέρης (σ. 56, 79, 165, 166), ο Θέμος Αναστασιάδης (σ. 35, 116), ο Χρήστος Ράπτης (σ. 15, 73), ο Γιάννης Κουρτάκης (σ. 80), ο Τάσος Καραμήτσος (σ. 165), η Ζωή Κωνσταντοπουλου (σ. 67).
Εκείνος, πάντως, που φαίνεται ότι υπήρξε το alter ego του σε όλο αυτό το διάστημα ήταν ο Αδωνης Γεωργιάδης. Συνεχώς αποκαλύπτονται «κατ’ ιδίαν συναντήσεις» των δυο τους, ακόμα και στο ζέσταμα πριν από τον αγώνα τένις (σ. 23). «Ο Γεωργιάδης υποστήριξε με γενναιοδωρία τις πολιτικές μου» (σ. 21) «Λυπόμουν που δεν ήμουν στην αίθουσα να τον χειροκροτήσω» (σ. 59). «Οι βουλευτές της Ν.Δ. με πρώτον απ’ όλους τον Αδ. Γεωργιάδη έδιναν μάχη για μένα» (σ. 106).
Τελικά ο κ. Λοβέρδος αισθάνεται υπεράνω όλων: «Μαχόμουν πιο μπροστά και από την εμπροσθοφυλακή της αντιπολίτευσης» (σ. 20). «Δεν το βάλαμε κάτω. Πάνω απ’ όλους εγώ» (σ. 82) «Εγώ ήμουν ο άνθρωπος που ένα ολόκληρο σύστημα θα έδειχνε πρωί και βράδυ» (σ. 94). «Η πολιτική μου διαδρομή ήταν άμεμπτη» (σ. 102). «Είμαι ο πιο στοχοποιημένος πολιτικός από το 1989» (σ. 105). «Ηταν η στιγμή μου. Πιστεύω μία από τις κορυφαίες κοινοβουλευτικές στιγμές» (σ. 131).
Για να διαβάσετε ολόκληρο το κείμενο του Δημήτρη Ψαρρά, πατήστε ΕΔΩ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου