Και να μην ξέρεις ότι το «κατ’ οικονομίαν» είναι όρος του Κανονικού (Εκκλησιαστικού) Δικαίου, μια προσφυής και ευαίσθητη «μετάφραση» στα επίγεια της «θείας οικονομίας», θα έχεις σίγουρα κατανοήσει το περιεχόμενό του σε περιστάσεις χαρμόσυνες ή λυπηρές. Αν, εξηγούν οι... εκκλησιαστικοί συγγραφείς, ο Θεός συγχωρεί τον άνθρωπο από αγάπη, παρά την πτώση του και τον εξορισμό του από τον Παράδεισο, η Εκκλησία παρεκκλίνει πρόσκαιρα και ενσυνειδήτως από τους δογματικούς κανόνες και απιστεί στην πνιγηρή τυπολατρία.
Και πάλι από αγάπη, αλλά, τελικά, και για να αυτοσυντηρηθεί, αφού διαφορετικά θα εμφανιζόταν άτεγκτη μεν, ανάλγητη δε. Χωρίς την ελευθερωτική λογική που ορίζεται από το «κατ’ οικονομίαν», η απόσταση της Ορθοδοξίας από την καθημερινότητα και τις ανάγκες της, δηλαδή από τον πραγματικό άνθρωπο, θα είχε καταντήσει χάσμα μέγα, ανυπέρβλητο.
«Κανονικά», για παράδειγμα, όσοι αυτοκτονούν, όσοι από έρωτα, θλίψη ή πανικό προσβάλλουν το δώρο της ζωής, δεν ενταφιάζονται μέσα στο νεκροταφείο ή το κοιμητήριο, όπως το θέλει η παραμυθητική ορολογία. Ο σκληρός αποκλεισμός, η συμβολικά και πρακτικά βίαιη αποπομπή από τη συντροφιά των νεκρών δεν σημαίνει απολύτως τίποτε για τον νεκρό. Σημαίνει όπως πάρα πολλά, και πικρά, για τους οικείους του.
Γι’ αυτό και ο κανόνας σπανίως τηρείται, ιδίως στις μικρές ανθρώπινες κοινότητες. Ευτυχώς. Ευτυχώς επίσης στα μυστήρια του γάμου και της βάπτισης οι μετριοπαθείς ιερείς δεν στερούν τον ωραίο ρόλο του κουμπάρου ή του νονού από τον ανύπαντρο με παιδιά ή από τον παντρεμένο σε δημαρχείο· ενίοτε τα στραβά μάτια προσφέρουν το οξύτερο βλέμμα.
Δυστυχώς όμως η πολιτεία δεν ενστερνίζεται την ανοιχτομυαλιά της Εκκλησίας, αν και κατά τα λοιπά υπακούει ψηφοθηρικά στην ιερή βούλησή της· πρόκειται για τον κακόφημα γνωστό θρησκειολαϊκισμό, δίδυμο αδερφάκι του εθνικολαϊκισμού. Σε πολλά, το βλέπουμε και τώρα, με τη δεύτερη καραντίνα –ας ελπίσουμε ότι δεν είναι μοιραίο προοίμιο της τρίτης και διαρκέστερης– το κράτος δρα δι’ οικονομίαν, ευρωθηρικά, και όχι κατ’ οικονομίαν, με έξυπνη και ευαίσθητη προσαρμοστικότητα.
Οι κρατικοί κανόνες και νόμοι μπορεί να είναι από πλαστελίνη ή από ιστό αράχνης σε άλλα ζητήματα, ενδεχομένως πολύ σοβαρότερα με τα κριτήρια της ηθικής, αποκτούν όμως υφή ραγδαίως επιπίπτοντος σιδήρου όταν πρόκειται να τιμωρήσουν ανθρώπους που δεν είχαν την τύχη να γεννηθούν με μπάρμπα στην Κορώνη και θεία στη Μεθώνη.
Κάποιος, φέρ’ ειπείν, που χρωστάει στη ΔΕΗ, στην ΕΥΔΑΠ ή σε μια τράπεζα κάμποσες χιλιάδες ή και δεκάδες χιλιάδες ευρώ, δεν είναι τιμωρητέος. Δεν θα του κόψουν το ρεύμα ούτε θα του πάρουν το σπίτι. Αποκαλείται μάλιστα «στρατηγικός κακοπληρωτής», δεν ελεεινολογείται δηλαδή σαν «φεσατζής» ή «μπαταξής». Με τα τιμητικά του συμφραζόμενα ο χαρακτηρισμός «στρατηγικός» ισοφαρίζει ή και εξαγνίζει το «κακοπληρωτής». Ιδίως αν πρόκειται για κόμμα, και δη εξουσίας.
Εχουμε άραγε μπαταξίδικα κόμματα στην Ελλάδα ή μήπως οι ισχυρισμοί περί υπάρξεώς τους είναι κακόβουλοι, συκοφαντικοί, λαϊκιστικοί; Εξαρτάται από το ποιες εφημερίδες διαβάζει ο καθείς, ποια κανάλια βλέπει, σε ποιες ιστοσελίδες σερφάρει. Εν αντιθέσει με τον πραγματικό κόσμο, την κοινωνία, ο κόσμος της επικοινωνίας, αυτοδιαβαλλόμενος εντέλει και αυτοκαταστρεφόμενος, είναι στεγανά διαμερισματοποιημένος, μονόχνοτος και μονοδιάστατος, αφού βλέπει ό,τι θέλει να δει. Στην περίπτωση αυτή, τα στραβά μάτια είναι ισοδύναμα της τυφλότητας.
Την ελαστικότητα των νόμων τη διαπιστώνουμε και με την ετήσια φάρσα των κατ’ όνομα «πόθεν έσχες». Με αγανάκτηση που την πνίγει η ίδια η μονότονη ανακύκλωσή της, βλέπουμε ότι στελέχη του δημόσιου βίου δανειοδοτήθηκαν προ ετών ακόμα και με εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, δεν μερίμνησαν να αποπληρώσουν ούτε σεντς (είναι ωραίο να ζεις δίχως άγχος, το λένε κι οι γιατροί), κι όμως, και περήφανοι είναι και περήφανους ψηφοφόρους έχουν.
Ο κολοσσιαία αναξιόχρεος Ντόναλντ Τραμπ δεν έχει μόνο ηθικοπολιτικά αντίγραφα σε όλον τον κόσμο. Εχει και οικονομικά ομοιώματα, υπό σμίκρυνση βέβαια. Αυτός, ένας «υπερεπιτυχημένος αυτοδημιούργητος» (σύμφωνα με ένα από τα 15.000 ψεύδη του που καταμετρήθηκαν με λογιστική επιμονή κατά τη θητεία του), χρωστάει δισεκατομμύρια στις τράπεζες.
Γι’ αυτό παραμένει γαντζωμένος στον προεδρικό θρόνο: για την οικονομική και νομική ασπίδα που του προσφέρει. Οι ανά τον κόσμο απομιμήσεις του χρωστάνε πολύ λιγότερα, αλλά με τον ίδιο δόλιο τρόπο χρησιμοποιούν την εξουσιούλα τους.
Επί καραντίνας, πολλοί εντεταλμένοι ένστολοι λειτουργούν τυπολατρικά, ακόμα και σαδιστικά, σαν μηχανές δίχως ενσυναίσθηση, ιδίως αν βρίσκεται κοντά τους τηλεοπτική κάμερα: Μύτη έξω από τη μάσκα; Τρακοσάρι. Χειρόγραφη βεβαίωση αναγκαίας μετακίνησης; Α, έπρεπε να μπει πρώτα ο λόγος εξόδου κι έπειτα το ονοματεπώνυμο, όπως στο sms: τρακοσάρι.
Ισως οι φύλακες δρουν έτσι για να ενισχυθεί ο κρατικός κορβανάς. Ισως πάλι επειδή αντί να κάνουν κοκούνινγκ, κατά την έξω καρδιά εαρινή πρωθυπουργική συμβουλή, ταλαιπωρούνται στους δρόμους. Ισως, το πιθανότερο, επειδή οι προϊστάμενοί τους, για να ικανοποιήσουν τους δικούς τους προϊστάμενους, τους δίνουν ένα απαιτητικό πλάνο που υποχρεούνται να το καλύψουν, αν θέλουν να απολαύσουν την ευμένειά τους. Να δουλέψουν σαν σταχανοβίτες προστιμοκόποι για να βγει το «πενταετές».
Αίφνης, στη Θεσσαλονίκη, μια μουσικός του δρόμου υποχρεώθηκε να πληρώσει τρία πρόστιμα, ολόκληρο πεντακοσάρικο: μη χρήση μάσκας (εμ κι αυτή, τραγουδούσε), ανεπαρκή δικαιολογητικά μετακίνησης (είχε δηλώσει ότι εξήλθε προς εργασίαν, σιγά την εργασίαν) και παράβαση του άρθρου 48 του ΚΟΚ που αφορά την κατάληψη πεζοδρομίου και την παρεμπόδιση της διέλευσης των πεζών (εμ, πού θα χωρέσουν αυτοκίνητα και μηχανές).
Και για να μάθει να μη διαμαρτύρεται, τη μήνυσαν για επαιτεία. Εις μνήμην Ιωάννου Μεταξά και του νόμου του «περί επαιτείας και αλητείας». Και παρότι το 2018 η μουσική του δρόμου έπαψε να θεωρείται ζητιανιά, με σχετική τροπολογία.
Σαρωτική η λογική στα πρόστιμα, σαρωτική και στο τι κλείνουμε – τι δεν κλείνουμε. Η σαρωτική λογική όμως είναι πάντα άλογη ή παράλογη. Αν οι απαγορεύσαντες είχαν μπει στον κόπο της δεύτερης σκέψης, θα έβλεπαν ότι και τα βιβλιοπωλεία θα μπορούσαν να τ’ αφήσουν ανοιχτά και τα μουσεία και τους κινηματογράφους, πιθανόν και τα θέατρα. Αλλά αν κοπιάζεις στοχαζόμενος, δεν προλαβαίνεις να βγεις στα κανάλια.
Υστερόγραφο επαγγελματικής διαστροφής: Στο επίσημο έγγραφο «Βεβαίωση κατ’ εξαίρεση μετακίνησης πολιτών», που υπάρχει στο https://forma.gov.gr, ας πάρει ο κ. Χαρδαλιάς τον εξόφθαλμα λαθεμένο τόνο από το «Η υπογραφούσα», πρώτη αράδα («Ο/Η υπογράφων-ούσα»), κι ας τον μετακινήσει στην πέμπτη αράδα, στο ημιτονισμένο «μετακίνηση μου».
Για να μην παραπονιέται το σωπασμένο εγκλιτικό. Κατόπιν αυτής της ορθογραφικής συμβολής μου, μήπως δικαιούμαι να βγω σήμερα δύο φορές με το σκυλί μου;...
Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου