27.11.20

Η Κύπρος στο έλεος μια σχέσης αγάπης-μίσους...



Με αφορμή την επανέναρξη των συζητήσεων γύρω από το Κυπριακό, κοιτάμε πώς η επιδίωξη ελέγχου από την ΕΕ και τις ΗΠΑ της ανατολικής πλευράς της Μεσογείου είναι πιθανό να αποκλείσει οποιαδήποτε σύγκρουση μεγάλης κλίμακας των πρώτων με την Τουρκία.

Η Κύπρος βρέθηκε... και πάλι στο στόχαστρο των ευρωπαϊκών συζητήσεων μετά την πρόσφατη επίσκεψη του Ερντογάν στο Βαρώσι. Με τη δήλωσή του περί «δύο ξεχωριστών κρατών» έκανε ξεκάθαρη για μια ακόμη φορά τη θέση του υπέρ της διχοτόμησης του νησιού, κίνηση που εκλήφθηκε ως προβοκατόρικη μεν, συμβατή με τη μέχρι τώρα εξωτερική πολιτική του Τούρκου Προέδρου δε. Ωστόσο δεν θα πρέπει εντελώς να αξιολογηθεί ως μια ακόμα επίδειξη ισχύος από την πλευρά της Τουρκίας. Κι αυτό γιατί μετά την ανωτέρω δήλωσή του ο Πρόεδρος προχώρησε στην εξής:  «Δεν βλέπουμε τον εαυτό μας αλλού, αλλά στην Ευρώπη. Προσδοκούμε να χτίσουμε το μέλλον μας μαζί με την Ευρώπη», στο πλαίσιο της συζήτησης που άνοιξε για την επιβολή κυρώσεων στη χώρα από την ΕΕ, κάτι που αναμένεται να συζητηθεί στη Σύνοδο Κορυφής τον Δεκέμβρη.


 
Στην προκλητική εξωτερική πολιτική του Ερντογάν σίγουρα εδράζεται η ανάγκη για συσπείρωση του πατριδόπληκτου ακροατηρίου του, τη στιγμή που η τουρκική λίρα συνεχίζει να βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση. Ταυτόχρονα όμως αποτελεί και το απότοκο μιας προεδρικής αλαζονείας που έχοντας συγκεντρώσει το σύνολο των εξουσιών στο εσωτερικό, επιδίδεται σε θεατρινισμούς και μικροαπειλές στο εξωτερικό με στόχο την ενδυνάμωση, έστω και διπλωματικά, μιας χώρας που παραπαίει.

Ο Ερντογάν μόνο παράφρων δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Γνωρίζει πολύ καλά το οικονομικό αδιέξοδο που καλείται να αντιμετωπίσει μιας και εν μέρει ο ίδιος το δημιούργησε. Η προσπάθειά του να απαγκιστρωθεί, μετά και τον μαζικό δανεισμό από το ΔΝΤ το 1998, από τις «δυτικές» οικονομικές φιλελεύθερες αρχές που θα εγκλώβιζαν τη χώρα του στις ευρωπαϊκές γεωστρατηγικές επιθυμίες, ήταν αυτό ακριβώς που τον οδήγησε στον άκρατο παρεμβατισμό και σε μια ανορθόδοξη και χαλαρή μακροοικονομική διαχείριση, που με τη σειρά της οδήγησε στην πολιτική αστάθεια που απέτρεψε την εισροή επενδύσεων στην χώρα. Αντίθετα έχει στρέψει την προσοχή του προς την Ανατολή προσεγγίζοντας στρατηγικά τη Ρωσία, το Ιράν και πιο πρόσφατα την Κίνα. Με τον ίδιο, λοιπόν, τρόπο που επιχείρησε να απελευθερωθεί από τους περιορισμούς που επιβάλλει το διεθνές περιβάλλον των δυτικών οικονομιών, επιχειρεί να καταστήσει και την Τουρκία ισχυρή γεωστρατηγικά για να αποτελέσει μια δυνατή περιφερειακή παρουσία στη γεωπολιτική σκακιέρα, επιχειρώντας να εντυπωσιάσει του γειτόνους του από τα Ανατολικά. Μια τέτοια εμμονή, όμως, απαιτεί την ανάπτυξη της τουρκικής αμυντικής τεχνολογίας και τη συνεχή αύξηση των αμυντικών δαπανών. Δυστυχώς για τον Τούρκο Πρόεδρο, μεταξύ των υποψήφιων πωλητών είναι τόσο αυτοί που θέλει να αποφύγει (ΕΕ) όσο και αυτοί που θέλει να προσεγγίσει (Ρωσία, Κίνα). Αυτό δημιουργεί μια σημαντική συναλλαγή με την οποία εγκοπλώνεται όχι μόνο μια οικονομική αλλά και μια πολιτική εξάρτηση.

Για να διαβάσετε ολόκληρο το κείμενο της Δήμητρας Μπέη, πατήστε ΕΔΩ...

Δεν υπάρχουν σχόλια: