Στην αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ, 400 χιλιόμετρα από τα τουρκο-συριακά σύνορα, βρίσκονται αποθηκευμένες 50...
πυρηνικές κεφαλές τύπου M61. Οι βόμβες αυτές μπορούν να μεταφερθούν για ρίψη από ειδικά διασκευασμένα αεροπλάνα F-15 ή F16 -τα οποία δεν διαθέτει η Τουρκία- και εκείνα των Αμερικανών ιδιοκτητών των βομβών αυτών χρειάζονται την άδεια των τουρκικών αρχών για να προσγειωθούν στο Ιντσιρλίκ.
Ο κίνδυνος αρπαγής αυτών των βομβών, είτε από τον τουρκικό στρατό είτε από παρακρατικές ομάδες, απασχόλησε την αμερικανική πολιτική ηγεσία και τα ΜΜΕ στο τέλος του προηγούμενου έτους, στη διάρκεια των τουρκικών επιχειρήσεων εναντίον των Κούρδων σε συριακό έδαφος.
Aπό τα εγκυρότερα σχετικά δημοσιεύματα ήταν εκείνο της Ομοσπονδίας Αμερικανών Επιστημόνων (FAS) με τίτλο «Επείγον: Πάρτε τα αμερικανικά πυρηνικά όπλα από την Τουρκία» και ημερομηνία 16.10.2019 που φέρει την υπογραφή του Χανς Μ. Κρίστενσεν, διευθυντού του Τμήματος Πυρηνικής Ενέργειας της Ομοσπονδίας. Καταλήγει στο εξής συμπέρασμα: «Οτιδήποτε και εάν σκέφτεται κάποιος για την ανάπτυξη αμερικανικών πυρηνικών όπλων στην Ευρώπη, η Τουρκία δεν αποτελεί πλέον αποδεκτό τόπο εγκατάστασής τους.
Ο αυταρχικός και συγκρουσιακός τρόπος διακυβέρνησης του Ερντογάν υπονομεύει τον ρόλο της Τουρκίας ως αξιόπιστου μέλους του ΝΑΤΟ και η κατάσταση στις γειτονικές περιοχές της βάσης του Ιντσιρλίκ καθιστά την κατάσταση εξαιρετικά επικίνδυνη για την ασφάλεια αυτών των όπλων. Η ηγεσία των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων συμμερίζεται αυτή την άποψη».
Η αρπαγή και χρησιμοποίηση των πυρηνικών του Ιντσιρλίκ από Τούρκους προϋποθέτει πρόσβαση στους ειδικούς κωδικούς που εμποδίζουν τη μη εξουσιοδοτημένη χρήση τους. Ωστόσο, αμερικανικές πηγές θεωρούν ότι σε περίπτωση αρπαγής οι κωδικοί δεν αποκλείουν τη χρησιμοποίηση υλικού των βομβών για την κατασκευή άλλων πυρηνικών όπλων.
Πρόσφατα, στις 8 Ιουλίου, η ανεξάρτητη τουρκική ιστοσελίδα AHVAL υπενθύμισε δηλώσεις του Ερντογάν πως είναι απαράδεκτο να εμποδίζεται η Τουρκία να αποκτήσει πυρηνικά όπλα, χωρίς ωστόσο να διευκρινίσει εάν προτίθεται να το κάνει. «Κάποιες χώρες έχουν πυραύλους με πυρηνικές κεφαλές, ούτε έναν ούτε δύο. Αλλά μας λένε ότι εμείς δεν μπορούμε να έχουμε. Εχουμε στην περιοχή μας το Ισραήλ. Είμαστε σχεδόν γείτονες. Τρομάζουν τους άλλους με τα πυρηνικά τους όπλα. Κανείς δεν μπορεί να τους αγγίξει».
Επίσης η AHVAL υπενθυμίζει ότι ο Ερντογάν, πέραν της συνεργασίας με τους Ρώσους για την κατασκευή πυρηνικού εργοστασίου στο Ακούγιου, διατηρεί στενή στρατιωτική συνεργασία με το Πακιστάν, το οποίο διαθέτει πυρηνικό οπλοστάσιο και δεν θα έχει αντιρρήσεις να μοιραστεί με την Τουρκία, έναντι ανταλλαγμάτων, τεχνολογία κρίσιμη για την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων όπως άλλωστε έχει κάνει με τη Βόρεια Κορέα και το Ιράν.
Εχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η σχετική αναφορά του υποψήφιου των Δημοκρατικών Τζο Μπάιντεν, σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει πριν από επτά μήνες στη Συντακτική Επιτροπή των New York Times, η οποία απέκτησε και πάλι μεγάλη επικαιρότητα, όταν στις 16 Αυγούστου ο εκπρόσωπος του Ερντογάν Ιμπραήμ Καλίν δήλωσε ότι οι κρίσεις του Μπάιντεν περί «αυταρχικού» Ερντογάν μαρτυρούν «άγνοια, αλαζονεία και υποκρισία».
Στη συνέντευξη αυτή ο Μπάιντεν όταν ερωτήθηκε: «Οι ΗΠΑ έχουν 50 πυρηνικές βόμβες στη βάση του Ιντσιρλίκ στην Τουρκία. Αισθάνεστε άνετα με αυτό μετά τη στάση του Ερντογάν στην κρίση στη Συρία;», η απάντησή του ήταν: «Οποια άνεση και εάν αισθανόμουν, τώρα έχει σοβαρά μειωθεί» και συνέχισε με τα σχόλια περί αυταρχικού Ερντογάν και της ανάγκης διαύλων των ΗΠΑ με τη δημοκρατική αντιπολίτευση στην Τουρκία που συγκέντρωσαν την προσοχή των ΜΜΕ τις τελευταίες ημέρες.
Το συμπέρασμα από τη σύντομη αυτή ανασκόπηση είναι ότι για την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία των ΗΠΑ η παρουσία σε τουρκικό έδαφος αμερικανικών πυρηνικών όπλων, των οποίων η στρατηγική αξία σε εποχή ραγδαίων εξελίξεων στην τεχνολογία αμυντικών και επιθετικών πυραυλικών συστημάτων έχει αισθητά μειωθεί, εάν δεν έχει εντελώς απολεσθεί, αποτελεί πηγή κινδύνων. Εκείνο που πρέπει να σταθμιστεί είναι εάν η απόσυρση αυτών των όπλων, ακόμη και εάν δεν οδηγήσει την τουρκική ηγεσία σε ακραίες αντιδράσεις, π.χ. κατάσχεσή τους, θα σηματοδοτήσει το τέλος των ιδιαίτερων αμερικανο-τουρκικών σχέσεων στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.
Είναι γεγονός ότι οι σχέσεις αυτές έχουν ήδη φθαρεί αισθητά. Τυχόν εκλογή στην Προεδρία του Δημοκρατικού υποψηφίου είναι πολύ πιθανόν να βάλει στο περιθώριο τους όποιους δισταγμούς απομένουν και να οδηγήσει στην απόσυρση των βομβών αλλάζοντας ταυτόχρονα δεδομένα και αντιλήψεις στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου...
Δημήτρης Κώνστας*
*Πρώην πρέσβης εκ Προσωπικοτήτων, Fellow Πανεπιστημίου Dalhousie, Halifax, Καναδάς
Πηγή:efsyn.gr
πυρηνικές κεφαλές τύπου M61. Οι βόμβες αυτές μπορούν να μεταφερθούν για ρίψη από ειδικά διασκευασμένα αεροπλάνα F-15 ή F16 -τα οποία δεν διαθέτει η Τουρκία- και εκείνα των Αμερικανών ιδιοκτητών των βομβών αυτών χρειάζονται την άδεια των τουρκικών αρχών για να προσγειωθούν στο Ιντσιρλίκ.
Ο κίνδυνος αρπαγής αυτών των βομβών, είτε από τον τουρκικό στρατό είτε από παρακρατικές ομάδες, απασχόλησε την αμερικανική πολιτική ηγεσία και τα ΜΜΕ στο τέλος του προηγούμενου έτους, στη διάρκεια των τουρκικών επιχειρήσεων εναντίον των Κούρδων σε συριακό έδαφος.
Aπό τα εγκυρότερα σχετικά δημοσιεύματα ήταν εκείνο της Ομοσπονδίας Αμερικανών Επιστημόνων (FAS) με τίτλο «Επείγον: Πάρτε τα αμερικανικά πυρηνικά όπλα από την Τουρκία» και ημερομηνία 16.10.2019 που φέρει την υπογραφή του Χανς Μ. Κρίστενσεν, διευθυντού του Τμήματος Πυρηνικής Ενέργειας της Ομοσπονδίας. Καταλήγει στο εξής συμπέρασμα: «Οτιδήποτε και εάν σκέφτεται κάποιος για την ανάπτυξη αμερικανικών πυρηνικών όπλων στην Ευρώπη, η Τουρκία δεν αποτελεί πλέον αποδεκτό τόπο εγκατάστασής τους.
Ο αυταρχικός και συγκρουσιακός τρόπος διακυβέρνησης του Ερντογάν υπονομεύει τον ρόλο της Τουρκίας ως αξιόπιστου μέλους του ΝΑΤΟ και η κατάσταση στις γειτονικές περιοχές της βάσης του Ιντσιρλίκ καθιστά την κατάσταση εξαιρετικά επικίνδυνη για την ασφάλεια αυτών των όπλων. Η ηγεσία των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων συμμερίζεται αυτή την άποψη».
Η αρπαγή και χρησιμοποίηση των πυρηνικών του Ιντσιρλίκ από Τούρκους προϋποθέτει πρόσβαση στους ειδικούς κωδικούς που εμποδίζουν τη μη εξουσιοδοτημένη χρήση τους. Ωστόσο, αμερικανικές πηγές θεωρούν ότι σε περίπτωση αρπαγής οι κωδικοί δεν αποκλείουν τη χρησιμοποίηση υλικού των βομβών για την κατασκευή άλλων πυρηνικών όπλων.
Πρόσφατα, στις 8 Ιουλίου, η ανεξάρτητη τουρκική ιστοσελίδα AHVAL υπενθύμισε δηλώσεις του Ερντογάν πως είναι απαράδεκτο να εμποδίζεται η Τουρκία να αποκτήσει πυρηνικά όπλα, χωρίς ωστόσο να διευκρινίσει εάν προτίθεται να το κάνει. «Κάποιες χώρες έχουν πυραύλους με πυρηνικές κεφαλές, ούτε έναν ούτε δύο. Αλλά μας λένε ότι εμείς δεν μπορούμε να έχουμε. Εχουμε στην περιοχή μας το Ισραήλ. Είμαστε σχεδόν γείτονες. Τρομάζουν τους άλλους με τα πυρηνικά τους όπλα. Κανείς δεν μπορεί να τους αγγίξει».
Επίσης η AHVAL υπενθυμίζει ότι ο Ερντογάν, πέραν της συνεργασίας με τους Ρώσους για την κατασκευή πυρηνικού εργοστασίου στο Ακούγιου, διατηρεί στενή στρατιωτική συνεργασία με το Πακιστάν, το οποίο διαθέτει πυρηνικό οπλοστάσιο και δεν θα έχει αντιρρήσεις να μοιραστεί με την Τουρκία, έναντι ανταλλαγμάτων, τεχνολογία κρίσιμη για την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων όπως άλλωστε έχει κάνει με τη Βόρεια Κορέα και το Ιράν.
Εχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η σχετική αναφορά του υποψήφιου των Δημοκρατικών Τζο Μπάιντεν, σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει πριν από επτά μήνες στη Συντακτική Επιτροπή των New York Times, η οποία απέκτησε και πάλι μεγάλη επικαιρότητα, όταν στις 16 Αυγούστου ο εκπρόσωπος του Ερντογάν Ιμπραήμ Καλίν δήλωσε ότι οι κρίσεις του Μπάιντεν περί «αυταρχικού» Ερντογάν μαρτυρούν «άγνοια, αλαζονεία και υποκρισία».
Στη συνέντευξη αυτή ο Μπάιντεν όταν ερωτήθηκε: «Οι ΗΠΑ έχουν 50 πυρηνικές βόμβες στη βάση του Ιντσιρλίκ στην Τουρκία. Αισθάνεστε άνετα με αυτό μετά τη στάση του Ερντογάν στην κρίση στη Συρία;», η απάντησή του ήταν: «Οποια άνεση και εάν αισθανόμουν, τώρα έχει σοβαρά μειωθεί» και συνέχισε με τα σχόλια περί αυταρχικού Ερντογάν και της ανάγκης διαύλων των ΗΠΑ με τη δημοκρατική αντιπολίτευση στην Τουρκία που συγκέντρωσαν την προσοχή των ΜΜΕ τις τελευταίες ημέρες.
Το συμπέρασμα από τη σύντομη αυτή ανασκόπηση είναι ότι για την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία των ΗΠΑ η παρουσία σε τουρκικό έδαφος αμερικανικών πυρηνικών όπλων, των οποίων η στρατηγική αξία σε εποχή ραγδαίων εξελίξεων στην τεχνολογία αμυντικών και επιθετικών πυραυλικών συστημάτων έχει αισθητά μειωθεί, εάν δεν έχει εντελώς απολεσθεί, αποτελεί πηγή κινδύνων. Εκείνο που πρέπει να σταθμιστεί είναι εάν η απόσυρση αυτών των όπλων, ακόμη και εάν δεν οδηγήσει την τουρκική ηγεσία σε ακραίες αντιδράσεις, π.χ. κατάσχεσή τους, θα σηματοδοτήσει το τέλος των ιδιαίτερων αμερικανο-τουρκικών σχέσεων στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.
Είναι γεγονός ότι οι σχέσεις αυτές έχουν ήδη φθαρεί αισθητά. Τυχόν εκλογή στην Προεδρία του Δημοκρατικού υποψηφίου είναι πολύ πιθανόν να βάλει στο περιθώριο τους όποιους δισταγμούς απομένουν και να οδηγήσει στην απόσυρση των βομβών αλλάζοντας ταυτόχρονα δεδομένα και αντιλήψεις στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου...
Δημήτρης Κώνστας*
*Πρώην πρέσβης εκ Προσωπικοτήτων, Fellow Πανεπιστημίου Dalhousie, Halifax, Καναδάς
Πηγή:efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου